Η ιστορία του “Enjoy The Silence” των Depeche Mode

του Κωνσταντίνου Παυλικιάνη

Το «Enjoy The Silence» περιλαμβάνεται στο άλμπουμ των Depeche Mode «Violator», που κυκλοφόρησε το 1990.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, οι βρετανοί θρύλοι της ηλεκτρονικής μουσικής Depeche Mode πρωτοστάτησαν στη synthpop και την industrial pop μουσική, εκτοξεύοντας τους ήχους αυτών των δύο κόσμων στη mainstream σκηνή. Στο τέλος της δεκαετίας (και φαινομενικά στην κορυφή των δυνατοτήτων του), το συγκρότημα επέστρεψε στο στούντιο για να ηχογραφήσει το έβδομο στούντιο άλμπουμ του, με τίτλο «Violator». Αυτό το άλμπουμ-ορόσημο περιλαμβάνει δύο εμβληματικά τραγούδια: το «Personal Jesus» και το «Enjoy The Silence».  

Το «Enjoy The Silence» είναι ένα synthpop/εναλλακτικό rock τραγούδι, το οποίο έγραψε ο Martin Gore, κύριος τραγουδοποιός των Depeche Mode. Σ’ αυτό το τραγούδι, ο αφηγητής βρίσκεται σε μία σχέση όπου οι σκέψεις και τα συναισθήματα είναι όλα όσα έχουν σημασία. Νιώθει ότι τα λόγια είναι περιττά και μπορεί να προκαλέσουν ακόμα και κακό, γι’ αυτό προτιμά να απολαμβάνει τη σχέση στη σιωπή.

Ενώ πολλά από τα τραγούδια της εποχής του new wave περιλάμβαναν γοτθικά στοιχεία, σκοτεινές αναφορές βιβλίων και νεύματα στην ιστορία, το «Enjoy The Silence» δεν δεσμεύτηκε από την κουλτούρα αυτή με τον ίδιο τρόπο. Οι στίχοι του μελετούν την ήσυχη ικανοποίηση από μία σχέση, όπου η σιωπή γεμίζει το κενό και προσφέρει τρυφερές στιγμές καθώς ο κόσμος παύει να υπάρχει όταν η αγαπημένη σου ή ο αγαπημένος σου είναι στην αγκαλιά σου. Υπάρχει κάτι ελκυστικό και ισχυρό σ’ αυτή την ιδέα, κάτι στο οποίο ένας ακροατής θα μπορούσε να κολλήσει και να αισθανθεί ότι το τραγούδι τον αφορά. Όπως πολλά τραγούδια του Martin Gore, κάτω από τους στίχους βίας και σκότους το «Enjoy The Silence» είναι ένα τραγούδι αγάπης. Το μόνο που ζητά ο αφηγητής είναι η σιωπή, γιατί οι λέξεις είτε είναι ανούσιες και ξεχνιούνται εύκολα είτε προκαλούν πολύ πόνο. Οι στίχοι, λοιπόν, αναζητούν μια αίσθηση γαλήνης μέσα στο χάος και μέσα στον πόνο που βιώνει ο κόσμος.  

Στην πρώτη του εκδοχή, το «Enjoy The Silence» ήταν μία αργή και σκοτεινή μπαλάντα που παιζόταν σ’ ένα αρμόνιο. Το συγκρότημα πήρε το τραγούδι στο στούντιο την εποχή που ετοίμαζε το άλμπουμ «Violator» και, με την επιμονή του Alan Wilder, το τραγούδι δουλεύτηκε ξανά και απέκτησε τον παλλόμενο ρυθμό με το οποίο έγινε γνωστό. Ο Wilder είχε την ιδέα να επιταχύνει το τραγούδι σε μία up-tempo εκδοχή. Η ιδέα δεν άρεσε στα άλλα μέλη, αλλά μετά από λίγο πείστηκαν.

Martin Gore (περιοδικό Mojo, Σεπτέμβριος 2012): Το αρχικό demo του «Enjoy The Silence» ήταν πολύ αργό και μινιμαλιστικό, μόνο εγώ κι ένα αρμόνιο, και ο Alan είχε την ιδέα να βάλει beat σ’ αυτό. Προσθέσαμε τις συγχορδίες του ρεφρέν και ο Flood [ο παραγωγός] και ο Alan είπανε:

Γιατί δεν παίζεις λίγη κιθάρα από πάνω;

Τότε σκέφτηκα το riff. Νομίζω ότι είναι η μόνη φορά στην ιστορία μας που κοιταχτήκαμε και είπαμε «Νομίζω ότι αυτό μπορεί να γίνει επιτυχία». 

Το πρώτο πράγμα που είναι αξιοσημείωτο όταν ακούει κανείς το κομμάτι είναι πως η μελωδία του δεν μπορεί να χωρέσει σε ένα πλαίσιο. Το τραγούδι είναι κάπως σοβαρό, αλλά είναι επίσης ηρεμιστικό και διαλογιστικό. Τα απομεινάρια από την προέλευσή του ως μπαλάντα δημιουργούν ένα βάθος πέρα από το χαρακτηριστικό synth-pop της εποχής, με αποτέλεσμα το συναισθηματικό νόημα του τραγουδιού να αφήνεται ανοιχτό σε διάφορες ερμηνείες. 

Θεματικά, το «Enjoy The Silence» έχει να κάνει με τους τρόπους με τους οποίους οι λέξεις μπορούν να βλάψουν όταν χρησιμοποιούνται υπερβολικά -ένα διαχρονικό θέμα, γνωστό σε όλους όσοι έχουν περιπέσει σε κάποια μορφή περισυλλογής. Ο αφηγητής διαπιστώνει ότι κρατώντας την αγαπημένη του στην αγκαλιά του ικανοποιεί όλες τις συναισθηματικές και πνευματικές του ανάγκες. Ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι πως στο αντικείμενο της στοργής του αφηγητή δεν δίνεται φωνή ή προσωπικότητα μέσα από τους στίχους. Είναι πολύ πιο υπονοούμενο ότι έχει χορτάσει πια από περίτεχνα φλερτ και γλυκιές κουβέντες και πλέον προτιμά να περνά τον χρόνο του μόνος. Παρόλα αυτά, το «Enjoy The Silence» είναι ένα αμφισβητήσιμο ρομαντικό τραγούδι. 

Υπό ένα άλλο πρίσμα, το τραγούδι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια δήλωση ενάντια στην περηφάνεια πολλών όταν επιδιώκουν ν’ ακολουθούν το αντικείμενο της αγάπης τους, ότι τελικά η απλότητα, η ειλικρίνεια και ο χρόνος είναι τα σημαντικότερα στοιχεία σε μια αγάπη.  

Το «Enjoy The Silence», με ρυθμό 113 bpm σε 4/4, ηχογραφήθηκε το 1989 στα Puk Studios (Δανία) και στα Logic Studios (Μιλάνο), με παραγωγούς τους Depeche Mode και τον Flood και μηχανικό ήχου τον Peter Iversen. Ενώ το άλμπουμ «Violator» χρειάστηκε πολύ χρόνο για να δημιουργηθεί, η διαδικασία ηχογράφησης του «Enjoy The Silence» ήταν γρήγορη. Μόλις αποφασίστηκε ότι το τραγούδι έπρεπε να έχει μια πιο αισιόδοξη, χορευτική αίσθηση, τα πράγματα μπήκαν γρήγορα στη θέση τους. 

Για τον ήχο των drums χρησιμοποιήθηκαν επεξεργασμένα δείγματα από το Deep House Mix του «That’s The Way Love Is» (1989) των Ten City. 

Flood: Κάναμε, λοιπόν, μερικά τραγούδια και μετά ήρθε η ώρα να διεισδύσουμε στο «Enjoy The Silence». Έτσι είπα:

Λοιπόν, γιατί δεν αντιγράφουμε απλώς τον ρυθμό ενός παλιού κλασικού disco; 

Ξεκινήσαμε με τα drums και ορίστε! Μερικά από αυτά τα πήραμε στην πραγματικότητα από το αυθεντικό τραγούδι. Δεν έπρεπε να το πω αυτό, αλλά το έκανα. Είναι, λοιπόν, απλά ένα πλήρες αντίγραφο αυτού του κομματιού.

Ένα μελαγχολικό κουδούνι ή μια ακολουθία σαν «σταγονίδια νερού» που ακούγεται στην εισαγωγή και στο μεσαίο τμήμα του τραγουδιού, αποτελείται εν μέρει από ένα δείγμα που προέρχεται από τις πρώτες στιγμές του «Blasphemous Rumours» (αυτό το δείγμα χρησιμοποιήθηκε αργότερα και σε κάποια μέρη του «Walking In My Shoes»). 

Η συνθετική μπασογραμμή που ακούγεται σε όλο το «Enjoy The Silence» παράχθηκε από ένα αναλογικό synthesizer Roland System 700. Για να ενισχυθεί η μπασογραμμή στο μεσαίο τμήμα, χρησιμοποιείται ένας ήχος τσέμπαλου, ο οποίος προέρχεται εν μέρει από το Emulator III Universe Of Sounds: Volume 2. Το δείγμα του τσέμπαλου στρώνεται μ’ ένα εκτός τόνου αντίγραφο του εαυτού του για να δημιουργήσει ένα εφέ ρεφρέν. Το μεσαίο τμήμα περιλαμβάνει και μία μελωδία γαλλικού κόρνου που προέρχεται από την αντίστοιχη προεπιλογή της εργοστασιακής βιβλιοθήκης ήχων #ZD705 του Emax I.

Τα τραχιά χορωδιακά μέρη που ακούγονται στο πρώτο beat κάθε μέτρου δημιουργήθηκαν από μία σειρά δειγματοληπτικών χορωδιακών ήχων που η καθεμία παίζει μεμονωμένες νότες μίας συγχορδίας. Μεταξύ αυτών των ήχων είναι δύο δείγματα που προέρχονται από το «Sableyalo Mi Agontze» (1975) της Γυναικείας Χορωδίας της Βουλγαρικής Κρατικής Τηλεόρασης, με το πρώτο δείγμα να παίζεται στο πρώτο beat κάθε μέτρου σε όλο το τραγούδι και το δεύτερο να παίζεται στο πρώτο beat κάθε τέταρτου μέτρου του ρεφρέν (ταυτόχρονα με τον στίχο «in my arms»), ένας ήχος χορωδίας που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για τη ζωντανή απόδοση του «Never Turn Your Back On Mother Earth» στην περιοδεία Music For The Masses και μία σειρά προσαρμοσμένων δειγμάτων φωνητικών «α» που πιθανόν να προέρχεται από δειγματοληψία φωνητικών του Martin Gore, τα οποία χρησιμοποιούνται επίσης για τη μελωδία της χορωδίας που ακούγεται στο φινάλε του τραγουδιού. 

Κατά τη διάρκεια των ρεφρέν παίζεται μία χορωδιακή ενίσχυση που αποτελείται από ένα αρμόνιο ή ήχο που μοιάζει με ακορντεόν κι ένα φωνητικό του Martin Gore που είχε ηχογραφηθεί για το μεσαίο τμήμα του «Waiting For The Night».  

Η μίξη έγινε στα Master Rock Studios στο βόρειο Λονδίνο. Το τελικό αποτέλεσμα συνδυάζει πολύ αγαπημένα στοιχεία από υποστρώματα πλούσια σε synthesizers, μεταδοτικές μελωδίες και πονεμένους στίχους, που συνενώνονται με house beats και κομψές χαμηλές γραμμές κιθάρας. Το χορευτικό beat και το ρεύμα ενέργειας που το διαπερνάει υπόγεια μαρτυρούν την προέλευση από τη μουσική house. Τα κύρια φωνητικά τα έκανε ο Dave Gahan και είναι οικεία και σαγηνευτικά καθώς σε βυθίζουν στους στίχους του τραγουδιού. Η πλούσια και χαμηλή φωνή του ταιριάζει απόλυτα με τη γαλήνη των στίχων και παρέχει αυτόν τον βασικό ήχο γύρω από τον οποίο υφαίνονται τα χορευτικά στοιχεία. Η δε αντήχηση και τα εφέ είναι δυνατά στα φωνητικά, προσδίδοντας άλλο ένα πλεονέκτημα. Ωστόσο, στην προ του Auto-Tune εποχή, τα δυναμικά φωνητικά του Gahan είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά στην ακρίβειά τους. 

Στα χέρια του Alan Wilder και του Flood, το τραγούδι έγινε ένα τεράστιο έπος, με synth ενορχηστρώσεις, δεύτερα φωνητικά, κόρνα και πολλά άλλα πάνω από ένα σχεδόν τέλειο ρυθμό και τη μαγευτική ερμηνεία του Gahan. 

Dave Gahan: Είναι αρκετά αστείο. Όταν ο Martin ήρθε την πρώτη φορά μ’ ένα demo για το «Silence», ήταν κάπως μισό τραγούδι. Απλά ένα πιάνο και δύο πολύ αργά κουπλέ τύπου μπαλάντας. Και ο Alan και ο Flood, ο οποίος έκανε την παραγωγή του άλμπουμ, είχαν αυτή την ιδέα να βάλουν σ’ αυτό ένα beat. Είπανε:

Βγείτε από το στούντιο κι επιστρέψτε σε δύο μέρες.

Όταν επιστρέψαμε, ο Flood είπε στον Martin:

Θέλω να βρεις μια γραμμή κιθάρας.

Οπότε ο Martin άρχισε να παίζει αυτό το riff κι αυτό ήτανε. Τότε είπε:

Dave, πήγαινε να τραγουδήσεις.

Και το έκανα. Όλοι έμειναν έκπληκτοι που το τραγούδησα τόσο καλά -συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μου. Το ηχογραφήσαμε κυριολεκτικά σε λίγες μέρες. Και μετά περάσαμε περίπου μια εβδομάδα προσπαθώντας να το κάνουμε σε κάτι που να πούμε «Ω! Ουάου! Πιστεύω ότι θα μπορούσε να γίνει single» και «τι θα λέγατε αν κάνουμε αυτό κι εκείνο» και «ίσως χρειαστεί να ξανακάνουμε το μοτίβο των drums» και «Mart, θα μπορούσες να παίξεις κιθάρα λίγο καλύτερα». Αρχίσαμε να μπλέκουμε με το τραγούδι, προσπαθώντας να το κάνουμε περισσότερο απ’ ό,τι ήταν, και δεν χρειάστηκε ποτέ περισσότερο. Στο τέλος, φυσικά, συγκεντρωθήκαμε σαν πλήρης κύκλος και είπαμε «Λοιπόν, ακουγόταν πολύ καλό την πρώτη μέρα που το ηχογραφήσαμε». Το βγάλαμε έτσι και νομίζω ότι ξέραμε μεταξύ μας ότι υπήρχε κάτι πολύ ιδιαίτερο σ’ αυτό, αλλά δεν είχαμε ιδέα πόσο μεγάλη επιτυχία θα γινόταν. Νόμιζα ότι η ίδια η φύση του τραγουδιού ήταν, ξέρετε, να απολαμβάνεις τη σιωπή, οπότε θα έπρεπε να έχει μια πολύ γαλήνια ατμόσφαιρα. Μου πήρε λίγο χρόνο για να συνηθίσω την ιδέα, αλλά καθώς την προχωρούσαμε έτσι με το riff της κιθάρας, πραγματικά ήρθε στα ίσα του.

Alan Wilder: Περιέργως, αυτό που μου ήρθε αμέσως στο μυαλό ήταν ότι άκουγα τον Neil Tennant [σ.σ. ο τραγουδιστής των Pet Shop Boys] να το τραγουδάει στο κεφάλι μου. Κάτι στον στίχο «All I ever wanted…» ακουγόταν πολύ σαν ινδικό χοιρίδιο… ε… Pet Shop σε μένα. Τα περισσότερα τραγούδια των Depeche Mode άλλαξαν ρυθμό σε κάποιο βαθμό από το αρχικό demo, αν και δεν μπορώ να θυμηθώ κανένα τόσο ακραίο. Τα demo του Martin ήταν πάντα πλήρη σε στίχους, αλλά μουσικά διέφεραν καθώς μερικές φορές ήταν πολύ λεπτομερή και μερικές φορές πολύ απλοϊκά. Ένιωσα ότι ακολουθώντας την προσέγγιση της απλής μπαλάντας γι’ αυτό το τραγούδι, θα προσπερνούσα εγκληματικά τις τεράστιες εμπορικές του δυνατότητες. Ήταν μια υπέροχη μελωδία που φώναζε για το είδος της μεταχείρισης που είχε τελικά. Ο Flood κι εγώ δουλέψαμε το υποστηρικτικό κομμάτι πριν καλέσουμε τον Martin να παίξει το riff της κιθάρας. Καθώς το κομμάτι μαζευόταν, νομίζω ότι όλοι κατάλαβαν, ακόμα και ο Martin που ήταν ο πιο απρόθυμος ν’ ακολουθήσει τον δρόμο του up-tempo, ότι είχαμε μια επιτυχία στα χέρια μας. Κάναμε τη μίξη του άλμπουμ μαζί με τον François Kevorkian. Προσωπικά, δεν νομίζω ότι υπάρχει πολύ λάθος στη μίξη που κάναμε στο «Enjoy The Silence». Η κιθάρα ακούγεται ωραία και ο συνολικός ήχος έχει λίγο περισσότερη λάμψη. Ο Daniel Miller είχε εμμονή με τη μίξη κι ένιωθε πολύ έντονα ότι θα τα κατάφερνε καλύτερα. Τον αφήσαμε να δοκιμάσει και μετά από 2-3 προσπάθειες -όπως μπορείτε να δείτε από τα credits- αποφασίσαμε ότι η μίξη που έκανε ήταν αποδεκτή για την έκδοση των 7 ιντσών. Αν δεν πίεζε γι’ αυτό, νομίζω ότι θα είχαμε πάει ευχαρίστως στην αρχική μίξη. Περιέργως το πιο επιτυχημένο single μας ήταν μία από τις πιο επίπεδες, πιο βαρετές μίξεις μ’ ένα ταμπούρο που ακούγεται σαν κολλώδης πουτίγκα καραμέλας.

Martin Gore: [Το τραγούδι] μιλάει απλά για ένα συναίσθημα ότι δεν θέλεις τίποτε άλλο, νιώθεις απόλυτα ικανοποιημένος, και ακόμα και τα λόγια και όλα φαίνονται σαν παρείσφρηση. Δεν χρειάζεσαι τίποτε άλλο, είσαι απόλυτα χαρούμενος. Είναι ωραίο τραγούδι. Είναι ένας τρόπος να το θέσω ότι είναι ωραίο. Αυτή ήταν η μοναδική φορά στο στούντιο που πιστεύαμε ότι είχαμε ένα single που θα γίνει επιτυχία. Όταν τελείωσα το demo αυτού του τραγουδιού ήταν περισσότερο μια μπαλάντα και ακουγόταν σαν την εκδοχή harmonium που βγήκε σ’ ένα από τα formats. Ο Alan [Wilder] είχε την ιδέα να το επιταχύνει και να το κάνει λίγο πιο disco, κάτι στο οποίο είχα πολλές αντιρρήσεις στην αρχή και ήμουν απότομος απέναντί του. Το θυμάμαι, γιατί σκέφτηκα ότι το τραγούδι λέγεται «Enjoy The Silence» και υποτίθεται ότι έχει να κάνει με τη γαλήνη και η γαλήνη δεν πάει με τον ρυθμό της disco. Πίστευα ότι ήταν εντελώς αντίθετο με την αισθητική των λέξεων και το νόημα πίσω από το τραγούδι. Έτσι κρατούσα μούτρα για περίπου δύο μέρες. Όταν επέστρεψα, είχε το βασικό μοτίβο των τυμπάνων και τη μπασογραμμή κι αυτό ήταν όλο. Αλλά, αφού το επιτάχυνε, το συνήθισα. Κι ακόμα δεν είχα πειστεί. Όμως ο Flood μού είπε:

Μπορείς να δοκιμάσεις να παίξεις λίγη κιθάρα μ’ αυτό;

Έτσι, έπαιξα και μετά βρήκα μια γραμμή κιθάρας γι’ αυτό, που προσθέτει στην όλη ατμόσφαιρα. Και μετά το μέρος σαν χορωδία. Και τότε άρχισε να μου βγάζει λίγο περισσότερο νόημα σε μένα. Μπορούσαμε πραγματικά ν’ ακούσουμε ότι είχε δυνατότητες ευρείας αποδοχής. Πρέπει να πω ότι ήμουν μουτρωμένος για δύο μέρες χωρίς λόγο. Θα ήθελα ν’ αδράξω την στιγμή για να ζητήσω συγνώμη από τον Alan και τον Flood.   

Στις 2 Δεκεμβρίου 1989, οι Depeche Mode έπαιξαν ζωντανά το «Enjoy The Silence» στο Peter’s Pop Show στη Γερμανία ενώ στις 19 Δεκεμβρίου 1989 τυπώθηκε ένα διαφημιστικό single του «Enjoy The Silence». 

Enjoy the Silence - Wikipedia

Το «Enjoy The Silence» κυκλοφόρησε σε single στις 5 Φεβρουαρίου 1990 και ήταν το δεύτερο single που βγήκε από το επερχόμενο άλμπουμ «Violator» (προηγήθηκε το «Personal Jesus»). Η έκδοση του single έχει διάρκεια 4:15, ενώ αυτή του άλμπουμ έχει διάρκεια 6:12. Ωστόσο, εκτός από το a cappella φινάλε του άλμπουμ, οι δύο εκδόσεις είναι ίδιες. Η δε διαφορά των δύο λεπτών στο άλμπουμ οφείλεται στην πραγματικότητα στο κρυμμένο κομμάτι «Interlude #2 (Crucified)». Όπως και με τα προηγούμενα singles, ο Daniel Miller έκανε τη μίξη στην έκδοση του single.

Daniel Miller: Το «Enjoy The Silence» ήταν αρχικά ένα αργό κομμάτι, σχεδόν μπαλάντα, ως demo αλλά νομίζω ότι ο Alan και ο Flood πίστευαν πραγματικά ότι υπήρχε κάτι άλλο να βγει από αυτό το κομμάτι ως up-tempo. Ο Martin ήταν εντελώς αντίθετος στην ιδέα γιατί ήταν το τραγούδι του κι έτσι το είχε ακούσει, αλλά είπε:

Εντάξει, κάντε το και θα δούμε.

Θυμάμαι ότι ερχόμουν να τους επισκεφτώ στο στούντιο και ο Fletch και ο Martin ήταν πολύ ενθουσιασμένοι λέγοντας:

Dan, πρέπει να σου παίξουμε αυτό το κομμάτι!

Πήγαμε σ’ ένα από τα μικρά δωμάτια στο πλάι του στούντιο, μου έπαιξαν το «Enjoy The Silence» και είπα:

Αυτό θα γίνει τεράστια επιτυχία!

Ήταν ένα τέλειο pop τραγούδι, απολύτως υπέροχο. Αυτή ήταν η εκδοχή, παρεμπιπτόντως, που είχε γράψει ο Martin και που ο Alan και ο Flood είχαν δουλέψει για να το κάνουν αυτό που ήταν. Το μόνο πράγμα ήταν ότι, ενώ ο δίσκος ήταν υπέροχος, δεν ήμουν ευχαριστημένος με το «Enjoy The Silence» όπως ήταν. Είχα πραγματική… ντεμοΐτιδα γι’ αυτό. Είχα ακούσει την πρόχειρη εκδοχή που είχαν κάνει και, στο μυαλό μου, έτσι έπρεπε ν’ ακούγεται. Είπα, λοιπόν:

Κοιτάξτε, μου αρέσει το άλμπουμ, αλλά δεν νιώθω το «Enjoy The Silence» όπως είναι αυτή την στιγμή. Μπορώ να το μιξάρω με κάποιον άλλο απλά για δοκιμή;

Έτσι, συνέχισα μ’ έναν τύπο που λεγόταν Phil Legg, που ήταν μηχανικός με τον οποίο είχα δουλέψει, και το έκανα όπως το άκουγα πάντα. Νομίζω ότι στο τέλος είχαν εξαντληθεί τόσο πολύ -χρειάστηκε πολύς χρόνος για να φτιάξουν αυτόν τον δίσκο- που είπαν «εντάξει, ό,τι πεις» και χρησιμοποίησαν αυτή την εκδοχή.       

Το «Enjoy The Silence» κυκλοφόρησε σε διάφορες εκδοχές: 7-inch version, Hands and Feet Mix, Bass Line, Ecstatic Dub, Harmonium (είναι το πρωτότυπο demo, το οποίο τραγούδησε και έπαιξε ο Martin Gore ως μία μυστηριώδη μινιμαλιστική μπαλάντα), Ricki Tik Tik Mix, The Quad: Final Mix κ.ά. Ο François Kevorkian βοήθησε σε μερικές μίξεις, ξεκινώντας από το φανταστικό Hands and Feet Mix, που αρχίζει με μία μυστηριώδη, αυξανόμενη εισαγωγή πριν προχωρήσει σ’ έναν μεγάλο, άγριο ρυθμό πίσω από μία ερμηνευτική λούπα του Gahan. Όταν όλα κορυφώνονται προς το τέλος, το αποτέλεσμα σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Οι άλλες δύο προσπάθειες του Kevorkian είναι η «bassline» εκδοχή, η οποία απογυμνώνει τα πράγματα σ’ ένα απλό κολλάζ από beat και μερικά ψυχεδελικά φωνητικά του Gahan, και το «Ecstatic Dub», το οποίο πάλλεται μ’ έναν καλό ρυθμό. Ο Daniel Miller συνεισέφερε με μία εξαιρετική μίξη, το Ricki Tik Tik Mix, η οποία έχει μία σταθερή δομή και ροή χάρη στα δείγματα της κύριας γραμμής της κιθάρας και την επιπλέον υποστήριξη από τα synths.  

Το περιοδικό Billboard αποκάλεσε το «Enjoy The Silence» «καθηλωτικό γητευτή» και πιο βιώσιμο ραδιοφωνικά τραγούδι από το «Personal Jesus». Επισήμανε επιπλέον ότι το κομμάτι συνδυάζει τις αναγνωρίσιμες techno-pop μελωδίες του πενταμελούς συγκροτήματος με μοντέρνους house ρυθμούς.

Το βρετανικό περιοδικό Melody Maker έγραψε ότι «οι Depeche κρατάνε προσεκτικά με το δάχτυλό τους τον παλμό της συγχρονικότητας (τα χορωδιακά synths κλείνουν το μάτι στη New Age και οι κιθάρες στους New Order) αλλά κατά κάποιο τρόπο το σκυθρωπό, σοβαρό vibrato στο λαρύγγι του τραγουδιστή κάνει αυτή την αίσθηση πολύ ξεπερασμένη: Ο Νέος Ρομαντισμός μολύνθηκε με τη μιζεροκρατία της C86)*».

*C86: κασέτα που διανεμήθηκε με το βρετανικό περιοδικό New Musical Express τον Μάιο του 1986 με τραγούδια νέων συγκροτημάτων από ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρείες της εποχής.

Το Music Week σχολίασε: «Το καλύτερο single των Depeche Mode εδώ και χρόνια, προαναγγέλλει μια επιστροφή στην κλασική pop προσέγγιση των επιτυχιών τους στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όπως το «Everything Counts», σε αντίθεση με την εμμονή με τα electro beats των πρόσφατων ηχογραφήσεων. Το ίδιο το τραγούδι είναι σε μεγάλο βαθμό στο προσκήνιο και αρκετά δυνατό, ίσως για να δώσει στο συγκρότημα την πρώτη του No 1 επιτυχία».  

Το περιοδικό People είπε ότι το τραγούδι είναι εμπλουτισμένο μ’ ένα δυνατό μπάσο και χαμηλό κρουστικό που κατακλύζει την τάση του συγκροτήματος για λεπτά, αιθέρια μοτίβα από synthesizer.  

Το «Enjoy The Silence» έφτασε στο No 6 του Ηνωμένου Βασιλείου και στο No 8 των Η.Π.Α. (η υψηλότερη θέση που έφτασαν στις Η.Π.Α. οι Depeche Mode). Επίσης έγινε No 1 στη Δανία και την Ισπανία, No 2 στη Γερμανία και την Ελβετία, No 3 στην Ιρλανδία και τη Φινλανδία, No 4 στο Βέλγιο, No 5 στην Ολλανδία και τη Σουηδία, No 9 στη Γαλλία, No 10 στην Ιταλία, No 13 στην Αυστρία, No 14 στον Καναδά, No 40 στη Νέα Ζηλανδία και No 71 στην Αυστραλία. 

Dave Gahan (περιοδικό Q, Φεβρουάριος 2008): Είχαμε την αίσθηση ότι κάναμε κάτι πρωτοποριακό. Το «Violator» είχε πολλά bluesy gospel τραγούδια και ο François Kevorkian έβαλε αυτό το χορευτικό πράγμα σ’ αυτό. Το «Enjoy The Silence» ήταν απλώς ο Mart [Martin Gore] να παίζει πιάνο και νομίζω ότι ήταν συγχυσμένος που ο Flood και ο Alan θα το πήγαιναν σε διαφορετική κατεύθυνση. Πραγματικά έκανε το άλμπουμ να περάσει σ’ έναν άλλο κόσμο. Είχαμε μια συνεχή άνοδο τα προηγούμενα 10 χρόνια, αλλά δεν νομίζω ότι ήμασταν προετοιμασμένοι γι’ αυτό που θα ακολουθούσε. Το άλμπουμ είχε παγκόσμια επιτυχία και ξαφνικά άρχισαν να έρχονται αυτές οι τεράστιες επιταγές από τα πνευματικά δικαιώματα και μπορούσες να κάνεις ό,τι ήθελες, όποτε ήθελες

Andrew Fletcher: Είναι η πρώτη φορά σε ολόκληρη την καριέρα μας που πιστεύαμε ότι είχαμε ένα single που θα γινόταν επιτυχία. Το ξέραμε αμέσως.

Το μουσικό βίντεο του τραγουδιού ανέλαβε ο Ολλανδός σκηνοθέτης Anton Corbijn και αναφέρεται εν μέρει στα θέματα και την ιστορία του φιλοσοφικού παιδικού βιβλίου «Ο Μικρός Πρίγκιπας» του Antoine de Saint-Exupéry. Το βίντεο περιλαμβάνει πλάνα του Dave Gahan, ντυμένου ως στερεότυπου βασιλιά, με μανδύα και στέμμα, να περιπλανιέται με μια πτυσσόμενη ξαπλώστρα στις πλαγιές των Highlands της Σκωτίας, στις ακτές του Algarve στην Πορτογαλία και στις ελβετικές Άλπεις, αναζητώντας ένα ήσυχο μέρος για να καθίσει. Οι εικόνες του περιπλανώμενου μονάρχη συνδέονται καθαρά με το θέμα της περισυλλογής. Υπάρχουν επίσης διάσπαρτα ασπρόμαυρα πλάνα του συγκροτήματος και στυλιζαρισμένες φωτογραφίες ενός τριαντάφυλλου (το οποίο εμφανίζεται επίσης στο εξώφυλλο του άλμπουμ «Violator»).

Όταν ο Corbijn παρουσίασε στο συγκρότημα το concept του βίντεο, το οποίο τότε ήταν απλά «O Dave ντυμένος σαν βασιλιάς περπατά με μια ξαπλώστρα», το συγκρότημα αρχικά το απέρριψε καθώς δεν κατάλαβε την ιδέα που πρότεινε ο σκηνοθέτης. Το συγκρότημα ήθελε ένα πιο παραδοσιακό βίντεο, προσαρμοσμένο στην εικόνα του, καθώς φοβόταν να κάνει λάθος σε μια κρίσιμη στιγμή της καριέρας του. Ο Corbijn προσπάθησε να εξηγήσει καλύτερα τι ήθελε να πάρει από το βίντεο και οι Depeche Mode άλλαξαν γνώμη όταν τους εξήγησε ότι η ιδέα ήταν ότι ο βασιλιάς αντιπροσώπευε έναν άνθρωπο που έχει τα πάντα στον κόσμο και ψάχνει απλά ένα ήσυχο μέρος για να καθίσει, ένας βασιλιάς χωρίς βασίλειο. 

Τα γυρίσματα για το τοπίο στην παραλία και τα πλάνα στα λιβάδια ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 1989 στο βασιλικό κάστρο Balmoral στην Σκωτία και συνεχίστηκαν στα μέσα Ιανουαρίου του 1990 στις Ελβετικές Άλπεις και στο Alvor, στο Algarve της Πορτογαλίας, μέρη όπου ήταν ορατή η δύναμη της φύσης και η ασήμαντη ανθρώπινη παρουσία. Οι συνθήκες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων στην Σκωτία λέγεται ότι ήταν αφόρητα κρύες τόσο για το συνεργείο όσο και για τον Gahan, ο οποίος έπρεπε να στέκεται σε μια ανεμοδαρμένη πλαγιά για περισσότερες από 8 ώρες. Στο τέλος των γυρισμάτων στην Σκωτία, το όχημα του συνεργείου (ένα Range Rover) παγιδεύτηκε στην τούνδρα. Στην Ελβετία ανέβηκαν σε υψόμετρο 3.000 μ. και ο Gahan -που αναγκάστηκε να υποδυθεί τον βασιλιά με την ξαπλώστρα- έδειξε επανειλημμένα την ανυπομονησία του για το πώς θα γυριστεί το βίντεο και για τις αντικειμενικές δυσκολίες στο να περπατάει σε μισό μέτρο χιόνι φορώντας μία κάπα. Οι μακρινές λήψεις στις Ελβετικές Άλπεις, που φαίνονται στο τέλος του βίντεο, είναι αξιοσημείωτες καθώς ο βασιλιάς που περιφέρεται είναι ο παραγωγός του βίντεο, Richard Bell. Κουρασμένος από τις συνθήκες παγετού στην περιοχή, ο Gahan έδωσε την στολή του στον Bell και έφυγε μόλις έμαθε ότι η επόμενη σκηνή είναι μία μακρινή λήψη. 

Ο Dave Gahan είπε αργότερα ότι αισθάνθηκε ηλίθιος και ξεκαθάρισε ότι δεν ασπάστηκε την ιδέα του Corbijn, αρνούμενος ακόμα και να γυρίσει μια σκηνή και αναγκάζοντας την παραγωγή να τον αντικαταστήσει σε ορισμένες περιπτώσεις.  

Dave Gahan: Ο Anton ήρθε σε μένα -είναι Ολλανδός ξέρεις- και είπε [με κοφτή ολλανδική προφορά]:

Λοιπόν, Dave, έχω μια ιδέα. Θα φορέσεις στέμμα. Είσαι αυτός ο βασιλιάς που περπατάει παντού και θα κουβαλάς μια ξαπλώστρα

Και δεν το κατάλαβα καθόλου. Αλλά μόλις ξεκινήσαμε και μου έδειξε τα πλάνα, κατάλαβα τι έκανε: ο άνθρωπος που έχει τα πάντα, αλλά πραγματικά δεν αισθάνεται τίποτα. Κι έπρεπε να ντυθώ βασιλιάς, με το στέμμα και τα πάντα. Ήμασταν σε τόσο απομακρυσμένα μέρη -όπως πέντε μίλια ψηλά στις Άλπεις περπατώντας στο χιόνι, στο Algarve της Πορτογαλίας σ’ αυτές τις απομακρυσμένες παραλίες, στο Balmoral στην Σκωτία, όπου μπορούσαμε να περπατάμε για μέρες και μέρες και να μην δούμε κανέναν. Αν προσέξετε, στο βίντεο θα δείτε ότι σ’ όλο αυτό το πράγμα τραγουδάω μόνο έναν στίχο που και που, ξανά και ξανά: «Words are very unnecessary». Γιατί έχεις όλες αυτές τις όμορφες σκηνές, όμορφες φωτογραφίες παντού και κοιτάς αυτή τη φανταστική φωτογραφία, οπότε τα λόγια είναι περιττά. Και είμαι βασιλιάς, προφανώς, και υποτίθεται ότι έχω τα πάντα. Κάναμε περίπου μια εβδομάδα για να το γυρίσουμε. Ήταν αρκετά σκληρή δουλειά, αλλά ήταν πολύ διασκεδαστική. Βασικά ήμουν εγώ, ο Anton και ο παραγωγός Richard Bell και ταξιδεύαμε σ’ όλη την Ευρώπη. Υπάρχουν πλάνα στο βίντεο που στην πραγματικότητα δεν ήμουν εγώ. Προς το τέλος των γυρισμάτων, υπάρχει ένα πλάνο και πραγματικά το είχα και ήθελα απλά να επιστρέψω στο ξενοδοχείο. Είχαμε πάρει αυτό το ελικόπτερο που ήταν σε αναμονή στην κορυφή αυτού του βουνού και ο Anton ήθελε να κάνω αυτή τη λήψη, όπου ήμουν πολύ μακριά, και υπήρχε αυτή η όμορφη σκηνή και όλα ήταν στο χιόνι. Κι έτσι σκέφτηκα «ξέρεις κάτι, Richard;». Έβγαλα το στέμμα, του το έβαλα στο κεφάλι, έβγαλα τον μανδύα, του τον φόρεσα, και είπα:

Κάνε το γαμημένο!

Και μπήκα στο ελικόπτερο, κατέβηκα και ήπια μια κούπα ζεστή σοκολάτα στο ξενοδοχείο.

Το βίντεο χρησιμοποιεί μία ελαφρώς διαφορετική μίξη της εκδοχής του άλμπουμ, με πιο αξιοσημείωτη διαφορά μια νέα και εκτεταμένη εισαγωγή, που δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ σε άλμπουμ ή σε single. 

Υπάρχουν τρεις επεξεργασμένες εκδοχές του βίντεο. Η «επίσημη εναλλακτική εκδοχή» ξεκινά με μια ομαδική λήψη του συγκροτήματος και μετά ο Andy Fletcher κοιτάζει προς τα δεξιά του καθώς ξεκινά το τραγούδι. Στιγμιότυπα του Dave Gahan ντυμένου βασιλιά να τραγουδά απευθείας στην κάμερα συνδυάζονται με σκηνές της βόλτας του στα υψίπεδα της Σκωτίας, στην παραλία Praia Da Prainha στην Πορτογαλία και στις ελβετικές Άλπεις. Το βίντεο τελειώνει με τον Gahan να τραγουδά τον τελευταίο στίχο, «Enjoy the silence», και μετά βάζει το δάχτυλό του μπροστά από τα χείλη του σαν να θέλει να ηρεμήσει τον θεατή. Η «επίσημη εκδοχή» ξεκινά με μια ομαδική λήψη του συγκροτήματος αλλά αυτή τη φορά είναι ο Martin Gore που κοιτάζει στα δεξιά του καθώς ξεκινά το τραγούδι. Αυτή η εκδοχή παραλείπει τις λήψεις του Gahan που τραγουδά απευθείας στην κάμερα. Οι μόνοι στίχοι που εμφανίζεται ο Gahan να τραγουδά είναι οι «words are very unnecessary / They can only do harm». Το βίντεο τελειώνει με τον Gahan να κάθεται σε μια ξαπλώστρα στο χιόνι, ενώ ακούγεται ο τελευταίος στίχος, «Enjoy the silence». Υπάρχουν επίσης διαφορές στα ομαδικά πλάνα του συγκροτήματος μεταξύ των δύο εκδοχών. Η «εναλλακτική εκδοχή» είναι παρόμοια με την «επίσημη εναλλακτική εκδοχή», με τη διαφορά ότι παραλείπει εντελώς τις υπαίθριες λήψεις του Gahan που περπατά στη φύση και περιλαμβάνει ακόμα περισσότερες ομαδικές λήψεις του συγκροτήματος, συμπεριλαμβανομένης μίας με τους Gahan και Fletcher που ξεσπούν σε γέλια.

Martin Gore: Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, έκανε παγωνιά και ο Dave χρειάστηκε να σταθεί σε μία ανεμοδαρμένη πλαγιά για 8 ώρες ντυμένος με μανδύα. Όταν τελικά τελείωσαν τα γυρίσματα, όλοι μπήκανε στο αυτοκίνητο -για να ανακαλύψουν ότι είχε κολλήσει στον πάγο. Είμαι πλέον αξιόπιστα ενημερωμένος ότι σκάβοντας γύρω από ένα Range Rover που έχει κολλήσει στον πάγο σε ζεσταίνει πραγματικά! Όταν τελικά ξεκινήσανε, ο Dave ήταν ακόμα με τα «βασιλικά» του ρούχα και χαιρετούσε τους περαστικούς, που πρέπει να πίστευαν ότι είχαν δει έναν πραγματικό βασιλιά! 

Ο Andy Fletcher αστειεύτηκε λέγοντας ότι του άρεσε το βίντεο επειδή ο ίδιος είχε να κάνει δουλειά μόνο μιας ώρας.

Andrew Fletcher: Το «Enjoy The Silence» ήταν το αγαπημένο μου βίντεο, γιατί μου πήρε μόνο μία ώρα. Πήγαμε στο στούντιο και ο Anton είπε:

Αυτό θα πάρει μόνο λίγο χρόνο.

Και είπαμε:

Ναι, ναι, αυτό θα μας πάρει όλη μέρα!

Και, μετά από μία ώρα, μας είπε:

Λοιπόν, μπορείτε να πάτε στο σπίτι τώρα!

Και σκεφτήκαμε «ω, υπέροχα!». Κι ο καημένος ο Dave είχε έξι μέρες γυρίσματα σε συνθήκες παγετού στις Άλπεις, παντού, και έκανε ψόφο!  

Ένα χειρόγραφο σημείωμα του σκηνοθέτη/φωτογράφου Anton Corbijn που περιγράφει την παραγωγή και την εκτέλεση του βίντεο του «Enjoy The Silence» συμπεριλήφθηκε σε φυλλάδιο που συνόδευε το ντοκιμαντέρ «Anton Corbijn – The Work Of Director Anton Corbijn» (2005).

Anton Corbijn: Ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια με τα οποία έχω δουλέψει και συνέχιζα να επανέρχομαι στο συγκρότημα με αυτή τη μοναδική ιδέα που είχα για το βίντεο, η οποία ήταν η εικόνα ενός βασιλιά που περπατούσε σε όλο τον κόσμο αναζητώντας ειρήνη, στη σιωπή, και κουβαλώντας μία ξαπλώστρα. Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια για να τους πείσω και να πάρω το πράσινο φως, πιθανώς επειδή κανείς δεν είχε καλύτερη ιδέα. Ξεκινήσαμε τον Δεκέμβριο του 1989 στην Σκωτία, κάτι που ήταν σκληρό καθώς έκανε πολύ κρύο, και μετά φύγαμε γρήγορα σε μία παραλία και ξεκινήσαμε ξανά στα μέσα Ιανουαρίου σε δύο τοποθεσίες στην Πορτογαλία και την Ελβετία. Ήμασταν μια ομάδα των 5, με μένα και τον Dave συμπεριλαμβανομένων. Όλα γυρίστηκαν με την κάμερα Super 8, οπότε είχαμε ελάχιστο εξοπλισμό για να μεταφέρουμε, το βαρύ κοντάρι και την ξαπλώστρα. Πίσω στο Λονδίνο γυρίσαμε (στα 16 χιλιοστά) το συγκρότημα για λίγες ώρες στο στούντιο και αυτό ήταν. Παίχτηκε πολύ παντού και εξακολουθεί να παίζεται. Λατρεύω την ιδέα του. Ειρήνη.        

Τελικά, ο Corbijn όχι μόνο κατάφερε να γυρίσει το βίντεο όπως το φανταζόταν, αλλά κέρδισε και την πρόκληση του χρόνου, δημιουργώντας ένα βίντεο που σύντομα έγινε μια από τις πιο διάσημες εικόνες του συγκροτήματος. Το «Enjoy The Silence» έλαβε τεράστια ώθηση χάρη στο κομψό βίντεο του Anton Corbijn, που τράβηξε τη γενική προσοχή με την πρωτοτυπία του και για τη βασική ιδέα ότι ένας βασιλιάς, στο τέλος της ημέρας, είναι απλά κάποιος που ψάχνει ένα μέρος να καθίσει και ν’ απολαύσει τη θέα. Οι περισσότεροι τηλεθεατές εξακολουθούν να δυσκολεύονται ν’ ακούσουν το τραγούδι χωρίς ν’ απεικονίσουν τον David Gahan να περπατά στην ύπαιθρο με βασιλικό στέμμα και μανδύα. Το παρακλητικό ρεφρέν «All I ever wanted / All I ever needed / is here in my arms» αντήχησε στα νυχτερινά clubs σ’ όλο τον κόσμο και, στο τέλος, το «Enjoy The Silence» αγγίζει τους ανθρώπους καθώς αναγνωρίζει τις βαθύτερες ανθρώπινες ανάγκες -με τον Dave Gahan να τραγουδά όχι μόνο για τα συναισθήματά του αλλά και για την αγάπη συνολικά. Το μουσικό βίντεο φέρνει στο νου πόσες υψηλές επιδιώξεις μπορεί να έχουν απορριφθεί προς όφελος ενός αγαπημένου προσώπου και, μ’ αυτόν τον τρόπο, περνάει ένα μήνυμα σε πολλούς. Η αφοπλιστική απλότητα του βίντεο ήθελε να στείλει το μήνυμα ότι, όσο πλούσιος και δυνατός κι αν είσαι, η αναζήτηση της εσωτερικής γαλήνης και σιωπής είναι πάντα μια εύλογη πρόκληση, ακόμη και για έναν βασιλιά.  

Στα Brit Awards του 1991, το «Enjoy The Silence» ψηφίστηκε ως το καλύτερο single της χρονιάς -το πρώτο και το μοναδικό Brit Award που κέρδισαν οι Depeche Mode, καθώς τα τραγούδια του συγκροτήματος συναντούσαν συνήθως χλιαρή αποδοχή από το κοινό της πατρίδας τους. Για να δείξουν τον αμοιβαίο χλιαρό ενθουσιασμό τους για τα μουσικά μέσα ενημέρωσης, οι Depeche Mode μποϊκόταραν την απονομή του βραβείου. 

Alan Wilder: Όλοι είχαμε την ίδια άποψη σχετικά με το να μποϊκοτάρουμε τις τελετές απονομής βραβείων που βασίζονται στη βιομηχανία. Καλύτερα να τ’ αφήσουμε στον Sting και τον Elton.

Το τραγούδι επανακυκλοφόρησε σε single στις 18 Οκτωβρίου 2004 για το άλμπουμ των Depeche Mode «Remixes 81-04» και έφερε τον τίτλο «Enjoy The Silence (Reinterpreted)» ή, πιο απλά, «Enjoy The Silence 04». Πρόκειται για μία nu metal/electronic rock εκδοχή, το remix της οποίας έκανε ο Mike Shinoda των Linkin Park, ο οποίος έπαιξε και τα περισσότερα όργανα (πιάνο, κιθάρες, πλήκτρα, μπάσο, synthesizers). Στη βασική φωνή είναι φυσικά ο Dave Gahan, στα φωνητικά ο Martin Gore και στα drums ο Rob Bourdon των Linkin Park. Η εκτέλεση αυτή κυκλοφόρησε επιπλέον σε διαφορετικές εκδοχές (Ewan Pearson Remix, Richard X Extended Mix, Timo Maas Extended Remix). Χαρακτηριστικό της είναι η παραμορφωτική κιθάρα, η οποία αποτυπώνει τον χαρακτηριστικό nu metal ήχο των Linkin Park. 

Το «Enjoy The Silence 04» έφτασε στο No 7 του Ηνωμένου Βασιλείου. Επίσης έφτασε στο No 4 της Ισπανίας, No 5 στη Γερμανία, No 10 στην Ιταλία, No 13 στη Φινλανδία, No 25 στο Βέλγιο, No 31 στη Σουηδία, No 40 στην Ιρλανδία, No 44 στην Ελβετία, No 46 στην Ολλανδία και No 48 στην Αυστρία.

Το μουσικό βίντεο κινουμένων σχεδίων σκηνοθέτησε ο Uwe Flade. Οι οθόνες στα κινούμενα σχέδια δείχνουν αποσπάσματα από ζωντανές αποδόσεις του «Enjoy The Silence» που προέρχονται από τα βίντεο «Devotional» (1993) και «One Night In Paris» (2001) καθώς και πλάνα από μία συναυλία στο πλαίσιο της περιοδείας The Singles Tour που μαγνητοσκοπήθηκε στην Κολωνία το 1998 για το MTV. 

Για τις ζωντανές αποδόσεις του «Enjoy The Silence», χρησιμοποιήθηκαν χορωδιακά μέρη από την πρώτη φορά που παίχτηκε το τραγούδι έως το 2009, οπότε και αντικαταστάθηκαν από νέα χορωδιακά μέρη για να χρησιμοποιηθούν στην περιοδεία Tour Of The Universe και σε μεταγενέστερες περιοδείες (με μια εξαίρεση το 2013, όταν τα πρώτα χορωδιακά μέρη χρησιμοποιήθηκαν για μια ζωντανή εμφάνιση στο πλαίσιο μιας τηλεοπτικής προώθησης).   

Το τραγούδι ακούγεται στην ταινία «Laurence Anyways» (2012). Επίσης, ακούστηκε στην τηλεοπτική σειρά «Τα Ημερολόγια Ενός Βρικόλακα» (The Vampire Diaries, 2009). Το 1990, ένα διαφημιστικό βίντεο για το «Enjoy The Silence» γυρίστηκε από τη γαλλική τηλεόραση (για την τηλεοπτική εκπομπή «Champs-Élysées» του Michel Drucker) με τους Depeche Mode να παίζουν play back ενώ στέκονται στην κορυφή του νότιου από τους δίδυμους πύργους του World Trade Center. Το «Enjoy The Silence» χρησιμοποιήθηκε επιπλέον σε διαφήμιση της H&M (2021) ενώ συμπεριλήφθηκε και στο video game Rock Band 4. 

Αναφορά στο τραγούδι περιλαμβάνεται στα βιβλία «Hipper Than Our Kids: A Rock & Roll Journal Of The Baby Boom Generation» (1993) του Bruce Pollock και «Depeche Mode: A Biography» (2000) του Steve Malins.

Το «Enjoy The Silence» έγινε ένα από τα ορόσημα της καριέρας των Depeche Mode και μέχρι σήμερα είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια των μουσικόφιλων σε όλο τον κόσμο, γι’ αυτό και κατάφερε ν’ αντέξει τόσο καλά στη δοκιμασία του χρόνου. 

Η Ανδριάννα Μπάμπαλη είπε ότι το «Enjoy The Silence» είναι ένα από τα αγαπημένα της τραγούδια.

Η Pitchfork Media κατέταξε το «Enjoy The Silence» στο No 15 των 200 καλύτερων τραγουδιών της δεκαετίας του 1990, ενώ το Rolling Stone το κατέταξε στο No 415 των 500 καλύτερων τραγουδιών όλων των εποχών. 

Η ιστοσελίδα Synthtopia το συμπεριέλαβε στα 25 καλύτερα synthpop κομμάτια όλων των εποχών. Η ιστοσελίδα Consequence κατέταξε το «Enjoy The Silence» στο No 11 των καλύτερων τραγουδιών εναλλακτικού rock γράφοντας: «Το κεντρικό κομμάτι του Violator, του καλύτερου άλμπουμ των Depeche Mode μέχρι τότε, το Enjoy The Silence, έγινε σύντομα και κεντρικό στοιχείο για τους εναλλακτικούς σταθμούς παντού -και, σε πολλές περιπτώσεις, εξακολουθεί να είναι. Σήμερα ακούγεται σαν το τέλειο τραγούδι για το τέλος της δεκαετίας του 1980, ένα κορυφαίο υβρίδιο χορευτικής μουσικής και καθαρού γένους και με μια καθόλα ταιριαστή κλιμάκωση. Ήταν επίσης η πρώτη No 1 εναλλακτική επιτυχία που σημείωσαν οι Depeche Mode, αλλά ούτε καν η τελευταία τους για εκείνη τη χρονιά -η άλλη έτυχε να είναι το Policy Of Truth, το αμέσως επόμενο κομμάτι στο Violator».  

Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πόσο σημαντικό ήταν το «Enjoy The Silence» για την καριέρα των Depeche Mode. Σίγουρα είναι ένα από τα καλύτερα τραγούδια τους, μ’ ένα παρθένο και πλούσιο μουσικό περιβάλλον για το οποίο αξίζει πολλά εύσημα ο Άγγλος συμπαραγωγός Flood (ψευδώνυμο του Mark Ellis). 

Το περιοδικό Slant έγραψε ότι κάτω από το μεγαλειώδες synth-pop περιτύλιγμα του «Enjoy The Silence» κρύβεται μια ζοφερή απαισιοδοξία που κυριαρχεί σε ολόκληρο το άλμπουμ «Violator». 

Στο άλμπουμ αυτό υπάρχει μία αντιπαράθεση μεταξύ του «Enjoy The Silence» (όπου ο αφηγητής επιθυμεί από τον κόσμο σιωπή καθώς οι λέξεις είναι «σαν βία») και του επόμενου τραγουδιού, «Policy Of Truth» (το οποίο υποστηρίζει ότι μια επιτυχημένη σχέση μπορεί να βασιστεί μόνο στα ψέματα). Αν δεν υπήρχαν τα χαρακτηριστικά synthesizer και οι τόνοι των keyboards των Depeche Mode, το δυνατό beat και ο γρήγορος ρυθμός της μουσικής θα ακούγονταν στο σπίτι περισσότερο σαν τραγούδι των New Order.  

Συγκινητικό και μελαγχολικό και ταυτόχρονα μνημειωδώς πιασάρικο και διασκεδαστικό, το «Enjoy The Silence» είναι ο ήχος των Depeche Mode που φτάνει στο απόγειο της τέχνης τους. Τόσο το τραγούδι όσο και το άλμπουμ «Violator», που κυκλοφόρησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, διεκδικούν τον ρόλο τους ως μία καθοριστική στιγμή για την ηλεκτρονική pop μουσική της δεκαετίας. Με το «Enjoy The Silence» οι Depeche Mode απέδειξαν ότι το στυλ και η ουσία θα μπορούσαν να τρέξουν χέρι-χέρι στα πεδία της pop μουσικής. Αναμφισβήτητα το πιο γνωστό τραγούδι των Depeche Mode είναι ένα εκπληκτικό κομμάτι που συλλαμβάνει όχι μόνο την ικανότητα του Martin Gore να γράψει μελωδία και στίχο και την ικανότητα του David Gahan να τραγουδά, αλλά και την επιτυχία των Alan Wilder και Flood ως ομάδα ενορχηστρωτών, οι οποίοι πήραν μία γαλήνια μπαλάντα και την έντυσαν με ένα χορευτικό disco περιτύλιγμα, ξεκινώντας τη δεκαετία του 1990 με ένα νέο κύμα αυτο-αντανακλαστικής σύνθεσης τραγουδιών που ασπάστηκε τους μεταδοτικούς ήχους της pop.  

Άλλες εκτελέσεις:

  • Bartrek (1992, στο άλμπουμ «L’ Ivresse Des Sons»).
  • PSB & The Ravers (1992, στο άλμπουμ «Techno Rave Hits»).
  • Saint Etienne (1993, ως sample στο τραγούδι «Duke Duvet»).
  • Sorcerer (1993, ως sample στο «The Silence»).
  • Greenfield (1995, ως sample στο «No Silence»).
  • The Johns Hopkins University Octopodes (1995, a cappella εκτέλεση στο άλμπουμ «Stacked Like Pez»).
  • Norton’s (1995, σε single).
  • SYZYGY (1995, στο άλμπουμ «MODEified – The Strangest Devotion»).
  • Fletch Lives (Ιανουάριος 1996, στο άλμπουμ «MODEified – Music From The Masses»).
  • The Escape (1996, στη συλλογή «Depeche Mode Reconstruction Time – A Tribute Compilation»).
  • Re-Charge (1996, ως sample στο «Response Test»).
  • Speak Of The Devil (1996, a cappella εκτέλεση στο άλμπουμ «Speak No Evil»).
  • Bo Heart (1997, στο άλμπουμ «In My Arms»).
  • Bonehead (1997, στο άλμπουμ «Trancemode Express 2.01 – A Trance Tribute To Depeche Mode»).
  • Y Front (1997, στο άλμπουμ «Patchwork Of A Happier Place»).
  • Failure (1998, στο άλμπουμ «For The Masses»).
  • The Class Notes (1998, a cappella εκτέλεση στο άλμπουμ «Break The Silence»).
  • Tammo Koehler (1998, στο άλμπουμ «M3 – MODEified 3»).
  • Mike Koglin (1998, ως «The Silence» σε single. Έφτασε στο No 20 του Ηνωμένου Βασιλείου). 
  • Matthew Good Band (1998, στο EP «Lo-Fi B-Sides»).
  • Apoptygma Berzerk (Μάιος 1999, ζωντανή ηχογράφηση στο άλμπουμ «APBL98»).
  • Entwine (1999, στο άλμπουμ «The Treasure Within Hearts»).
  • The Fork (1999, στο άλμπουμ «Tecno New Wave – La Fiebre De Los 80»).
  • De Heideroosjes (1999, στο single «Time Is Ticking Away»).
  • Moon Under Water (1999, στο άλμπουμ «Moon Under Water»).
  • Moonlight (1999, στο άλμπουμ «Master Of Celebration – Polish Artists Present Depeche Mode’s Songs»).
  • Noxious Emotion (1999, στο άλμπουμ «We Came From Future – Electro-Industrial Assault For A New Millenium»).
  • Squealer (1999, στο άλμπουμ «The Prophecy»).
  • Swift (1999, στο άλμπουμ «Thoughts Are Thought»).
  • Smitten (Δεκέμβριος 2000, στο άλμπουμ «Rare Love Traxx»).
  • Affront (2000, στο άλμπουμ «People Who Live In Glass Houses»).
  • Margret Heater (2000, στο άλμπουμ «Manifest»).
  • Hotter Skank feat. David Florio (2000, στο άλμπουμ «Reggae Attitudes»).
  • Studio 99 (2000, στο άλμπουμ «I Feel You – A Tribute To Depeche Mode By Studio»).
  • Flesh Field (Μάιος 2001, στο άλμπουμ «Sweetest Temptation – A Tribute To Depeche Mode»).
  • Tori Amos (Σεπτέμβριος 2001, στο άλμπουμ «Strange Little Girls». Το Stereogum κατέταξε την εκτέλεση της Amos στις 8 πιο αξιομνημόνευτες εκτελέσεις τραγουδιών των Depeche Mode. Εδώ οι δύο μεγαλύτερες ανατροπές είναι η ενορχήστρωση -το σόλο πιάνο ακούγεται απίστευτα πένθιμο- και η απόφαση της Amos να αφήσει ανέγγιχτο τον στίχο «oh my little girl» συσκοτίζοντας τη σχέση του τραγουδιστή και του θέματος. Είναι δύο ερωμένες; Είναι μάνα και κόρη; Παρά το αλλοιωμένο νόημα, εξακολουθεί να υπάρχει δύναμη σ’ αυτή την αοριστία). 
  • Bad Company UK (2001, ως sample στο «The Voice»).
  • Phillip Boa and The Voodooclub (2001, στο single «Eugene»).
  • Klauss y María Castel (2001, στο άλμπουμ «Tributo A Depeche Mode»).
  • Demonio (2001, στο άλμπουμ «Within The Shadows»).
  • DJ Demand (2001, ως sample στο «The Silence»).
  • Halfgain (2001, στο άλμπουμ «Techniques»).
  • No Use For A Name (2001, στο άλμπουμ «Warped Tour – 2001 Compilation»).
  • Ágnes Vanilla (2001, στο άλμπουμ «A Tribute To Depeche Mode – Thank U»).
  • Spiral (Ιούνιος 2002, στο άλμπουμ «The Electronic Tribute To Depeche Mode»).
  • Evergreen Terrace (Νοέμβριος 2002, στο άλμπουμ «Burned Alive By Time»).
  • Caater (2002, στο άλμπουμ «Club Space – Estonian Edition»).
  • Covent Garden (2002, σε singles).
  • The Dartmouth Cords (2002, a cappella εκτέλεση στο άλμπουμ «Elements Of Style»).
  • Dave Gold (2002, στο άλμπουμ «Freestyle Coverhits»).
  • No Iron (2002, σε single).
  • Nullsleep (2002, ως μέρος του «Depeche Mode Megamix»).
  • The Spirit That Guided Us (2002, στο άλμπουμ «Hits Of The 80’s»).
  • Talla 2XLC (2002, ως «Can You Feel The Silence» σε single).
  • Tommy and the Moondogs (2002, στο άλμπουμ « Kawerwö’schens»).
  • Easyworld (Ιανουάριος 2003, στο single «Junkies»).
  • Jazzhole (Ιανουάριος 2003, στο άλμπουμ «Circle Of The Sun»).
  • Dead Souls Rising (Μάιος 2003, στο άλμπουμ «Children Of Depeche Mode – Le French Tribute»).
  • Pat MacDonald (Ιούνιος 2003, στο άλμπουμ «Strange Love – PM Does DM»).
  • G & S Project (2003, σε single).
  • Inscape (2003, στο άλμπουμ «Devotion: A Tribute To Depeche Mode»).
  • ISI & Andrew Gräser (2003, στο άλμπουμ «People Are People – The Best Of Depeche Mode Coverversions»).
  • Magnetik Vs Timmy T (2003, στο άλμπουμ «Mezmerise»).
  • Pampas Electricas (2003, στο άλμπουμ «South Celebration – Un Tributo A Depeche Mode»).
  • Project For The Masses (2003, στο άλμπουμ «Just Can’t Get Enough – A Tribute To Depeche Mode»).
  • Seafoam Green (2003, στο άλμπουμ «Songs From A Beautiful Sad Summer»).
  • Smashing Potatoes (2003, στο single «Grüezi Wohl Frau Stirnimaa…»).
  • Vanten feat. Luca (2003, σε single).
  • Vitamin String Quartet (2003, στο άλμπουμ «VSQ Performs Depeche Mode»).
  • Blake Baxter (2004, στο single «Poetry And Rhythm – Session Two»).
  • Da Mode (2004, ως sample στο «All I Ever Wanted»).
  • Ikonoklast (2004, στο άλμπουμ «The Suffering»).
  • Joint State (2004, στο άλμπουμ «Nothing Works Like Water»).
  • Purple Sex Heads (2004, στο άλμπουμ «Eccentric Lazyland»).
  • Sound Tribe Sector Nine & Audio Angel (2004, στο άλμπουμ «Irving Plaza – New York, NY»).
  • Oberon (Μάρτιος 2005, στο άλμπουμ «A Greek Tribute To Depeche Mode – Around The World And Back»).
  • It Dies Today (Ιούνιος 2005, στο άλμπουμ «Trustkill Takeover»).
  • F… Etc (Αύγουστος 2005, στο άλμπουμ «Mode Of Obscurity»).
  • Sylvain Chauveau & Ensemble Nocturne (Νοέμβριος 2005, στο άλμπουμ «Down To The Bone – An Acoustic Tribute To Depeche Mode»).
  • Arkus P (2005, στο άλμπουμ «Dance Megamix By Island»).
  • Tanghetto (2005, στο άλμπουμ «Buenos Aires Remixed»).
  • Lacuna Coil (Μάρτιος 2006, gothic metal εκτέλεση στο άλμπουμ «Karmacode». Ηχογραφήθηκε το 2005 με παραγωγό τον Waldemar Sorychta. Κυκλοφόρησε και σε single στις 11 Ιουλίου 2006, φτάνοντας στο No 41 του Ηνωμένου Βασιλείου. Έφτασε επίσης στο No 13 της Τσεχίας. Η εφημερίδα New York Post κατέταξε την εκτέλεση αυτή στις 100 καλύτερες διασκευές όλων των εποχών σημειώνοντας ότι «μία ονειρική Ιταλίδα γκόμενα με στενό μαύρο κορσέ κάνει οποιοδήποτε τραγούδι καλύτερο» [σ.σ. αναφέρεται στην Cristina Scabbia, τραγουδίστρια των Lacuna Coil]. Υπάρχουν δύο εκδοχές του βίντεο: μία βρετανική και μία διεθνής. Και τα δύο βίντεο, που γυρίστηκαν στις 12 Μαρτίου 2006  και κυκλοφόρησαν τον Ιούνιο του 2006, δείχνουν το συγκρότημα να παίζει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, αλλά εκτός απ’ αυτό η βρετανική εκδοχή δείχνει και εικόνες από ζωντανή εμφάνιση στο Λονδίνο, ενώ η διεθνής εκδοχή δείχνει εικόνες του Portland, της εξοχής και ενός όρμου).
  • Anberlin (Μάιος 2006, στο άλμπουμ «Punk Goes 90’s»).
  • Susanna and The Magical Orchestra (Αύγουστος 2006, στο άλμπουμ «Melody Mountain»).
  • Scala & Kolacny Brothers (Σεπτέμβριος 2006, στο άλμπουμ «It All Leads To This»).
  • Ryan Star (Σεπτέμβριος 2006, στο άλμπουμ «Dark Horse – A Live Collection»).
  • Texas Lightning (Οκτώβριος 2006, στο άλμπουμ «Meanwhile, Back At The Golden Ranch…»).
  • Dolapdere Big Gang (2006, στο άλμπουμ «Local Strangers»).
  • Janita (2006, στο άλμπουμ «Seasons Of Life»).
  • Keane (Ιανουάριος 2007, στο άλμπουμ «A Bad Dream»).
  • Star Industry (Μάιος 2007, στη limited edition του άλμπουμ «Last Crusades»).
  • Yvan & Dan Daniel (2007, ως sample στο «Enjoy The Silence»). 
  • Morphology (2007, στο άλμπουμ «Morphology»).
  • Orleya (2007, στο άλμπουμ «Orleya Sings»).
  • Cluster (Ιούνιος 2008, a cappella εκτέλεση στο EP «Enjoy The Silence»).
  • Coldplay (2008, ως εναλλακτικό κομμάτι στο «Viva La Vida». Μάλιστα, ο πολύς Chris Martin δεν δίστασε να ντυθεί David Gahan για τις ανάγκες του video clip, αποτίνοντας φόρο τιμής στον μεγάλο μουσικό).
  • Exilio (2008, ασυνήθιστη εκτέλεση στο άλμπουμ «Versión & Tango»).
  • Fragmentos Industriales (2008, στο άλμπουμ «Tributo Synthpop Latinoamericano A Depeche Mode»).
  • Graham Blvd (2008, στο άλμπουμ «New Wave 90s»).
  • Kyle Lucas (2008, ως sample στο «Silence»).
  • Sub-Level 03 (2008, στο άλμπουμ «Undercover»).
  • Sweet Little Band (2008, στο άλμπουμ «Babies Go Depeche Mode»).
  • Gregorian (Σεπτέμβριος 2009, στο άλμπουμ «Masters Of Chant Chapter VII»).
  • Sue Ellen (Δεκέμβριος 2009, στο άλμπουμ «Sunday Hangover»).
  • DJ Ino feat. Silent Djazz (2009, στο άλμπουμ «For The Love Of You»).
  • Gracias X La Música (2009, στο άλμπουμ «Pop Rock Hits 1»).
  • MoriArty (2009, στο άλμπουμ «Gee Whiz But This Is A Lonesome Town»).
  • Red Blooded Women (2009, σε single).
  • Marco Rochowski (2009, στο άλμπουμ «Synthesizer Tribute To Depeche Mode»).
  • Sonos (2009, στο άλμπουμ «Sonosings»).
  • Maritime (Απρίλιος 2010).
  • Lisa Wahlandt (Απρίλιος 2010, στο άλμπουμ «Stay A While»).
  • The Brains (Μάιος 2010, στο άλμπουμ «Zombie Nation»).
  • Nada Surf (Ιούνιος 2010, στο άλμπουμ «If I Had A Hi-Fi»).
  • Bebo Best & Evelins feat. Mr. Lova (2010, στο άλμπουμ «Depeche A La Mode – Unplugged Tribute To Depeche Mode»).
  • DJ Maxwell (2010, ως sample στο «Love Is The Power»).
  • Memento feat. Ken Spector (2010, στο άλμπουμ «Moonbeam Presents: Space Odyssey»).
  • Morgan, G. & Machines (2010, στο άλμπουμ «Nü Chill Out»). 
  • Alessandro Deledda (Φεβρουάριος 2011, ορχηστρική εκτέλεση στο άλμπουμ «Conception And Contamination»).
  • Patti Austin (Μάιος 2011, στο άλμπουμ «Sound Advice»).
  • Breaking Benjamin (Αύγουστος 2011, στην deluxe edition του άλμπουμ «Shallow Bay: The Best Of Breaking Benjamin»).
  • Susan Boyle (Νοέμβριος 2011, στο άλμπουμ «Someone To Watch Over Me»).
  • Cinnamon Chasers (2011, ως sample στο «Cuts Like Fire»).
  • DJ Dion (2011, ως μέρος του SRB Remix του «Silence Is Loud»). 
  • Radiottanta (2011, στο άλμπουμ «Ten Years Live – Vol. 1»).
  • Twinkle Twinkle Little Rock Star (2011, στο άλμπουμ «Lullaby Versions Of Depeche Mode»).
  • Mademoizelle Fizz (Απρίλιος 2012, στο άλμπουμ «Plaisir Coupable»).
  • Los Auténticos Decadentes (Αύγουστος 2012, στο άλμπουμ «La 100 Vivo! – 2da Edición»).
  • Valerio Rinaldi (Αύγουστος 2012, στο άλμπουμ «La 100 Vivo! – 2da Edición»).
  • Jammy Jams (2012, στο άλμπουμ «Good Night Crawlers: Classic Alternative Goes Lullaby»).
  • Rockabye Baby (2012, στο άλμπουμ «Lullaby Renditions Of Depeche Mode»).
  • Eric Whitacre (Νοέμβριος 2013, σε E.P.).
  • Erdinc Erdogdu feat. Kivanch K (2013, στο άλμπουμ «Enjoy The Silence»).
  • Parralox (2013, σε ψηφιακή μορφή).
  • Denmark + Winter (2014, σε single).
  • Music Box Mania (2014, στο άλμπουμ «Music Box Tribute To Depeche Mode»).
  • Space March (2014, στο άλμπουμ «It Must Be Obvious»).
  • Trevor Something (2014, στο άλμπουμ «Trevor Something Does Not Exist»). 
  • Herbert Weixelbaum (2014, στο άλμπουμ «Tribute To Depeche Mode: Enjoy The Silence»).
  • Acousticman Chillout (2015, στο άλμπουμ «The Best Songs 80 & 90, Vol. 1»).
  • Daniel Dobbs & Weebl (2015, στο άλμπουμ «Enjoy The Silence»).
  • Eggshell Boy (2015, στο άλμπουμ «80’s Hits»).
  • Veer Glider (2015, στο άλμπουμ «Stripped & Acoustic Radio Songs Vol. 8»).
  • Lotte Kestner (2015, στο άλμπουμ «Covering Depeche Mode»).
  • Music Legends (2015, στο άλμπουμ «The Best 8 Bit From The Past»).
  • Pacifico Corp (2015, ως μέρος του «あなたの約束Silence»).
  • White Noon (2015, στο άλμπουμ «Café Ibiza. Acoustic Lounge Session»).
  • Damian Bermudez (2016, στο άλμπουμ «Smooth Jazz Covers»).
  • DJ NB (2016, ως sample στο «Digital Graveyard»).
  • Fahrenhaidt feat. Amanda Pedersen (2016, στο άλμπουμ «Home Under The Sky»).
  • Midnite String Quartet (2016, στο άλμπουμ «MSQ Performs Depeche Mode»).
  • Joseph William Morgan (2016, στο άλμπουμ «Recover»).
  • One-Eyed Doll & Eyes Set To Kill (2016, στο άλμπουμ «Enjoy The Silence»).
  • Pentium 2 feat. Hypernova (2016, ως μέρος του «Hexa»).
  • Carla Bruni (Οκτώβριος 2017, σε single και στο άλμπουμ «French Touch»).

Carla Bruni: Αυτό που μου αρέσει πολύ στο τραγούδι είναι οι στίχοι. Είναι αρκετά σκοτεινοί, αλλά έχουν γίνει πιο δυνατοί γιατί στις μέρες μας ο θόρυβος είναι παντού. Χρειαζόμαστε σιωπή. Η σιωπή είναι θεραπευτική.

  • 8-Bit Misfits (2017, στο άλμπουμ «8-Bit Versions Of Depeche Mode»).
  • Acoustic Chillman & Seba Gaido (2017, στο άλμπουμ «The Best Songs Of The 80 In Acoustic Version»).
  • Chateau Pop (2017, στο άλμπουμ «A Tribute To Depeche Mode»).
  • Seba Gaido & Martin Roman (2017, στο άλμπουμ «Personal Jesus In Acoustic Version»).
  • Jazzblaster (2017, στο άλμπουμ «Jazzblaster Plays Depeche Mode»).
  • Ki:Theory (2017, στο άλμπουμ «Ghost In The Shell»).
  • Were I Blind (2017, στο άλμπουμ «Metal Hammer Goes 90’s»).
  • Luca Debonaire & DJ Marlon (2018, ως μέρος του «The Silence»).
  • Marie Digby (2018, στο άλμπουμ «Pop Covers»).
  • Tulia (2018, στην ειδική έκδοση του άλμπουμ «Tulia»).
  • Studio-X (2019, στο άλμπουμ «Alfa Matrix Re:Covered Vol. 3»).
  • The Hood Internet (2020, ως sample στο «1990»).
  • Kaiak (2020, σε single).
  • Joseph C. Phaze (2020, στο άλμπουμ «Bardcore»).
  • Piano Rock (2020, στο άλμπουμ «80’»).
  • Pulsedriver & Ole Van Dansk (2020, σε single).
  • The Blue Darlings (2021, στο άλμπουμ «Mode – PRF 80»).
  • Brokenstra feat. Brisa Roché (2021, σε single).
  • Juan Carlos Cano (2021, στο άλμπουμ «100 + Cover Songs»).
  • Deuxpeche Mode (2021, στο άλμπουμ «Mode – PRF 80»).
  • Fousheé (2021, σε single).
  • Lullaby Rock! (2021, στο άλμπουμ «Lullaby Versions Of 80s Hits»). 
  • Pavilion (2021, στο άλμπουμ «Mode – PRF 80»).
  • Pearlsnap Jesus (2021, στο άλμπουμ «Mode – PRF 80»).
  • Alok, Sigala & Ellie Goulding (2022, ως sample στο «All By Myself»).
  • Astrophysics feat. Hatsune Miku (2022, στο άλμπουμ «The First Sound Of The Future Past»).
  • Derivative (2022, ως sample στο «楽​し​い​!​沈​黙»).
  • Gavin Mikhail (2022, σε single).
  • Kidcrusher (2023, στο άλμπουμ «Metal Murder 4K»).
  • Oneil feat. KANVISE & Favia (2023, σε single).

Οι στίχοι:

Words like violence

Break the silence

Come crashing in

Into my little world

Painful to me

Pierce right through me

Can’t you understand?

Oh, my little girl

All I ever wanted

All I ever needed

Is here in my arms

Words are very unnecessary

They can only do harm

Vows are spoken

To be broken

Feelings are intense

Words are trivial

Pleasures remain

So does the pain

Words are meaningless

And forgettable

(Chorus) x3