Όταν ο Γιώργος Κωνσταντίνου άκουσε: «Σας ευχαριστούμε γι’ αυτή τη συνέντευξη», έσκυψε το κεφάλι. Ήταν λες και ήθελε ν’ αποφύγει τις ευχαριστίες, ήταν λες και θα προτιμούσε να μην είχαν ακουστεί. «Νιώθω μια συστολή στις εκφράσεις θαυμασμού», θα μας πει λίγο αργότερα.
Φωτογραφίες Γιώργου Κωνσταντίνου – Ιπποκράτης «Ippo» Ναυρίδης
Ο ηθοποιός με τη βαριά καριέρα, ο άνθρωπος με τα 64 χρόνια παρουσίας στο θέατρο κοιτά ακόμα με λαχτάρα το παρόν αναμένοντας το νέο, το προκλητικά ρηξικέλευθο που μπορεί να έρθει.
Η συνέντευξη μαζί του έγινε στη σκηνή του Θεάτρου Αργώ, εκεί που ο ηθοποιός ερμηνεύει τον Κύριο Γκρην -έναν σκληρό, ταγμένο στις παραδόσεις, Εβραίο που απαρνήθηκε για χάρη τους , ακόμα και την κόρη του – στην παράσταση «Κάθε Πέμπτη κύριε Γκρην».
Έχει ηλικία η ελπίδα;
Η ελπίδα δεν έχει ηλικία. Είμαι 89 ετών. Υπηρετώ το θέατρο 64 χρόνια. Ακόμα περιμένω το καλύτερο που θα έρθει.
Σε όλους έχω να πω αυτό: Το όνειρό μου πραγματοποιήθηκε. Το έργο «Κάθε Πέμπτη Κύριε Γκρην» του Τζεφ Μπάρον το αγαπούσα πάντα.
Το έφερε η συγκυρία της τύχης και βρέθηκα να το παίξω πρώτη φορά.
Είμαι ένα παράδειγμα για τους ηθοποιούς που λένε: Μεγάλωσα, άραγε τι μπορώ να περιμένω από τη ζωή; Είμαι ένα παράδειγμα και για τους νέους όταν αναρωτιούνται: θα φτάσει ποτέ η στιγμή που θα παίξω τον ρόλο που επιθυμώ; Σε όλους αυτούς μπορώ να πω: «τα κατάφερα», γιατί όχι και εσείς;
Το παρόν
Ξέρετε πώς νιώθω αυτό το διάστημα; Σαν να μίλησε το σύμπαν στον σκηνοθέτη Κώστα Γάκη, ένα νεότατο παιδί, και να του είπε βάλε τον Κωνσταντίνου να παίξει τον Κύριο Γκρην. Στο έργο παρτενέρ μου είναι ο Αποστολής Τότσικας. Ένας ταλαντούχος νέος ηθοποιός που θα έχει μεγάλο μέλλον.
Κάναμε πρεμιέρα πριν τρεις Τετάρτες. Απίστευτο. Τελειώνουμε την παράσταση και το χειροκρότημα του κοινού γίνεται ολοένα και πιο έντονο. Θα βγούμε για να το τιμήσουμε και δύο, τρεις και τέσσερις φορές.
Το έργο μας δεν είχε διαφημιστεί, όμως το θέατρο όταν παίζουμε είναι ασφυκτικά γεμάτο. Η «βρώμα», αυτό που λέμε εμείς οι ηθοποιοί δηλαδή όταν η είδηση, η φήμη για μια παράσταση διακινείται από στόμα σε στόμα, δουλεύει.
Κανονικά τη σκηνή έπρεπε να την είχα εγκαταλείψει εδώ και είκοσι χρόνια.
Λογικά τότε θα έπρεπε να είχα πει: “Είμαι κουρασμένος, φεύγω”. Συνέβη το αντίθετο. Το θέατρο είναι ό,τι καλύτερο έχω στη ζωή μου.
Όλα αυτά τα χρόνια της ενεργούς παρουσίας μου πέρασα μέσα από επιθεωρήσεις, φάρσες, κωμωδίες, δράματα, τραγωδίες.
Τα έργα που στηρίχτηκαν πάνω μου ήταν και εκείνα που αγάπησα περισσότερο. Αγάπησα πολύ τον «Αμπιγέρ», το «Art», τον Γιάννη Αγιάννη που έπαιξα στους «Άθλιους» και τώρα υπάρχω σε ένα έργο που το θεωρώ θαυμάσιο.
Οι παραγωγοί και το κέρδος – η τηλεόραση και οι «followers»
Ορισμένες φορές έκανα αποτυχίες και πάντα υπήρχε λόγος που κάτι δεν πήγαινε καλά.
Αυτό όμως που με πληγώνει είναι οι παραγωγοί των θεάτρων και η απόσταση που κρατούν από τον υπόλοιπο κόσμο. Γνώμονάς τους είναι το κέρδος. Για εκείνο πολλές φορές μπορούν να σε απορρίψουν ανεξαρτήτως το βάθος του ταλέντου σου.
Λένε πως αν είσαι αναγνωρίσιμος στην τηλεόραση ο κόσμος θα έρθει να σε δει και στο θέατρο. Αυτό είναι λάθος. Όσο αναγνωρίσιμος και αν είσαι, αν δεν μπορείς να αποδώσεις αυτό που πρέπει και εφ’ όσον το έργο δεν είναι καλό, η παράσταση θ’ αποτύχει. Επίσης η τηλεόραση είναι ένα εφήμερο πράγμα. Η φήμη κάποιου έρχεται και φεύγει μόλις τελειώσει το σίριαλ που έπαιξε.
Τελευταία οι παραγωγοί πιστεύουν και κάτι πολύ χειρότερο. Στέκονται στους φόλοουερς που έχει ένας ηθοποιός. Τι σημασία έχουν όλα αυτά; Το θέμα ήταν και είναι να κάνεις τον κόσμο να σηκώνεται χειροκροτώντας την ερμηνεία σου. Αυτό είναι το θέμα.
«Αυτή τη στιγμή στην Αθήνα παίζονται 164 παραστάσεις και οι άνθρωποι που δηλώνουν ηθοποιοί είναι κάπου 10.000. Πώς θ’ απορροφηθεί όλος αυτός ο κόσμος; Με ποιους όρους; Θα πάρει 1000 η τηλεόραση και άλλους 1000 το θέατρο. Οι Υπόλοιποι 8.000 πού θα πάνε;»
Πολλά θέατρα, πολλοί ηθοποιοί – Πάρα πολλά θέατρα, πάρα πολλοί ηθοποιοί
Υπήρξε η εποχή που το θέατρο τροφοδοτούσε τον κινηματογράφο. Ο Φίνος είχε ερωτευτεί την Αλίκη γιατί του τα έφερνε. Μιλάμε για εκατομμύρια. Το ίδιο και οι Παπαμιχαήλ και ο Χατζηχρήστος.
Παλιότερα ο κινηματογράφος έβγαζε τα αστέρια και ο κύκλος των σταρ ήταν πιο στενός. Ο Κωνσταντάρας, ο Χατζηχρήστος, η Αλίκη, ο Δημήτρης, ο Ηλιόπουλος, ο Φωτόπουλος. Όλοι κι όλοι ήταν δέκα άτομα, σήμερα είναι πεντακόσια.
Όλοι παίζουν από ‘δω και από ‘κει και αναρωτιέμαι πώς μπορεί να αναπτυχθεί αυτό που λέμε «πετυχημένη παράσταση». Βλέπω θέατρα που μου είναι εντελώς άγνωστα. Θέατρο τάδε εδώ, θέατρο τάδε εκεί.
Αυτή τη στιγμή στην Αθήνα παίζονται 164 παραστάσεις και οι άνθρωποι που δηλώνουν ηθοποιοί είναι κάπου 10.000. Πώς θ’ απορροφηθεί όλος αυτός ο κόσμος; Με ποιους όρους; Θα πάρει 1000 η τηλεόραση και άλλους 1000 το θέατρο. Οι Υπόλοιποι 8.000 πού θα πάνε;
Κάποτε υπήρχε η άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος. Καλώς ή κακώς με αυτό τον τρόπο υπήρχε έλεγχος. Έδινες εξετάσεις και σου έλεγαν αν κάνεις για ηθοποιός ή όχι. Με αυτόν τον τρόπο υπήρχε μια κατοχύρωση του επαγγέλματος που έβαζε φρένο στην υπερπληθώρα των ηθοποιών.
Στο πέρασμα του χρόνου οι δραματικές σχολές τριπλασιάστηκαν και καθεμία κάθε χρόνο βγάζει δεκάδες ηθοποιούς. Ένας ηθοποιός με ταλέντο ή χωρίς παίρνει ένα χαρτί και μετά; Μετά δεν βρίσκει δουλειά. Οι περισσότεροι ηθοποιοί είναι άνεργοι.
Πτυχίο ηθοποιού – Δεν είναι απλά ενδεικτικό σπουδών
Η κυβέρνηση μάς αδίκησε και έκανε λάθος με τα πτυχία των ηθοποιών. Δεν είναι απλά ενδεικτικά σπουδών.
Υπήρξαν σχολές της εποχής μου που έκαναν επιστημονική εργασία. Εκείνη -που σπούδασα- του Καρόλου Κουν, του Ροντήρη ή του Εθνικού Θεάτρου δεν σου μάθαιναν απλά την τέχνη της υποκριτικής, σου μάθαιναν γράμματα. Δεν υπήρχε περίπτωση να τελειώσεις σχολή χωρίς να μην μπορείς ν’ αναλύσεις το έργο του Τσέχοφ ή του Τολστόι.
Εκείνες οι σχολές ήταν πανεπιστήμια, είναι άδικο να λες «ωραία, παρ’ όλα αυτά εσείς είστε του Λυκείου και όλα καλά».
«Ως μαθητής μπήκα στο Θέατρο τέχνης το 1955 και βγήκα το 1958. Όταν με ρωτούν αν ο Κουν ήταν αυστηρός απορώ. Δεν έχω απάντηση στην ερώτηση. Ήταν όμως μέντορας και αυτό είναι κάτι που μπορώ να πω με σιγουριά. Μας μάθαινε πώς να σκεφτόμαστε, πώς να ενεργούμε, πώς να αισθανόμαστε όταν παίζουμε.»
Στο θέατρο τέχνης με τον Κουν
Ως μαθητής μπήκα στο Θέατρο τέχνης το 1955 και βγήκα το 1958. Όταν με ρωτούν αν ο Κουν ήταν αυστηρός απορώ. Δεν έχω απάντηση στην ερώτηση. Αυτό που μπορώ, όμως, να πω με σιγουριά ήταν πως ήταν μέντορας. Μας μάθαινε πώς να σκεφτόμαστε, πώς να ενεργούμε, πώς να αισθανόμαστε όταν παίζουμε.
Όταν παίζεις πρέπει να μετουσιώνεσαι, να γίνεσαι ο άνθρωπος που ερμηνεύεις, να νιώθεις μες στην ψυχή σου αυτό που κάνεις. Ο Κουν θύμωνε αν αισθάνονταν πως δεν ένιωθες αυτό που σου είχε δώσει να παίξεις. Μπορούσε να πετάξει τασάκι αν κάποιος δεν έδινε το 100% του εαυτού του γιατί ο ίδιος πόναγε τον ρόλο.
Το άγχος της παράστασης
Δεν έχω φοβηθεί ποτέ τη σκηνή, έχω τρακαριστεί πολλές φορές όμως. Έχω έναν μόνιμο εφιάλτη γύρω από το θέμα. Βλέπω στον ύπνο μου πως είμαι στο κέντρο της σκηνής δίχως να ξέρω τι θα πω, έχοντας ξεχάσει τα λόγια μου. Στο πέρασμα του χρόνου το τρακ έφυγε.
Οι παλιοί έλεγαν πως όσο τρακ έχεις πριν βγεις στη σκηνή τόσο μεγαλύτερος ηθοποιός είσαι. Δεν το πιστεύω αυτό.
Όταν κατέχεις αυτό που πρέπει να κάνεις, όταν το έχεις καταπιεί, τότε δεν υπάρχει κάτι να σε σταματήσει.
Για θέατρο στο Λονδίνο
Το Λονδίνο ήταν ένα μέρος που αγάπησα πολύ. Πήγαινα επί 25 χρόνια. Μόλις τελείωνε η σεζόν έφευγα για 15 μέρες εκεί. Έβλεπα όσες παραστάσεις μπορούσα.
Θα μου μείνει αξέχαστη η πρώτη που φορά που είδα θέατρο στην πόλη. Σε σχέση με μας, που ήμασταν σε πρωτόγονη κατάσταση, δεν μπορούσα να πιστέψω όσα έβλεπα. Έπαθα τρέλα.
Την πρώτη φορά που πήγα για να δω θέατρο στο Λονδίνο ήμασταν μαζί με τον Φίνο και το Δαλιανίδη. Είδαμε τον Βιολιστή στη στέγη. Μαγεία. Καθόμασταν σε ξύλινες καρέκλες, στην κορύφωση του έργου πονούσαν τα δάχτυλά μου. Έσφιγγα τα χέρια τόσο έντονα που τα νύχια μου είχαν μπει μες στα ξύλα.
Οι ελληνικές ταινίες και η συμβουλή του Κώστα Βουτσά
Τον καιρό των ταινιών όπως «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα», «Γάμος αλά Ελληνικά»,«Καλώς ήρθε το δολάριο» πολλοί ηθοποιοί, ειδικά οι κωμικοί ηθοποιοί, είχαν ένα στυλ.
Θα έβλεπες τον Χατζηχρήστο και θα έλεγε: “Αμ πώς, αμ πώς, αμ πώς”. Ήξερες ότι θα δεις τον Βέγγο να τρέχει σαν τρελός. Τον Βουτσά να κάνει τα δικά του. Είχαν τυποποιηθεί. Έμενα δεν μου πήγαινε αυτό. Ήμουν από το Θέατρο Τέχνης.
Κάποτε με βρήκε ο Βουτσάς και μου είπε: «Κωνσταντίνου αν δεν τυποποιηθείς δεν σε βλέπω καλά». Να τυποποιηθώ; Γιατί; «Να κάνεις τον κουτό ψηλό και ο κόσμος θα λέει: Να ο Κουτό -Ψηλός που τον είδα στην ταινία. Πάμε να τον δούμε γιατί θα κάνει το ίδιο πράγμα και στο θέατρο». Αν το έκανα αυτό καλύτερα να σταματούσα το θέατρο. Όποτε εγώ τι έκανα; Παρουσίασα τρεις διαφορετικούς τύπους συζύγων, ανδρών.
Διαφορετικά ερμήνευσα τον σύζυγο στο «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα» και διαφορετικά στο «Γάμος αλά ελληνικά», έπαιξα «αλλιώς» τον Βασίλη στο «Ξύπνα Βασίλη» και ήμουν άλλος στο «Καλώς ήρθε το δολάριο». Μπέρδεψα τον κόσμο. Δεν μπορούσε να ταυτιστεί, παρουσίαζα έναν διαφορετικό τύπο κάθε φορά. Σταμάτησαν να μου κάνουν ταινίες γιατί θεωρήθηκα αντιεμπορικός.
Ήταν έργα που έμειναν κλασικά αλλά έπρεπε να περάσουν χρόνια για να εκτιμηθούν. Ο Βουτσάς έκανε 180 ταινίες εγώ μόνο 15, δεν ήμουν τυποποιημένος. Άρα, είχε δίκιο εκείνος τότε και όχι εγώ.
«Δεν μου αρέσει ο βεντετισμός. Δεν μου αρέσει η υπεροψία. Δεν είπα ποτέ: “Εγώ είμαι πάνω απ’ όλους”»
Τα συγχαρητήρια, η αναγνώριση, ο βεντετισμός
Κάποτε, τώρα, πάντα ντρέπομαι όταν μου λένε: «Συγχαρητήρια». Δεν ξέρω γιατί μου συμβαίνει αυτό. Νιώθω μια συστολή στις εκφράσεις θαυμασμού. Έτσι ήμουν, έτσι είμαι. Θυμάμαι παλιότερα, όταν με περίμενε ο κόσμος στο φουαγέ για να πει «συγχαρητήρια», εγώ απλά ήθελα να εξαφανιστώ.
Τα τελευταία χρόνια έχω πολύ κόσμο που με πλησιάζει εκφράζοντας την αγάπη του. Και λόγω ταινιών που έπαιξα και τις προβάλλει η τηλεόραση συχνά μου λένε πως είναι σαν να είσαι μες στο σπίτι μας, σαν να είσαι μέλος της οικογένειας μας.
Δεν μου αρέσει ο βεντετισμός. Δεν μου αρέσει η υπεροψία. Δεν είπα ποτέ: «Εγώ είμαι πάνω απ’ όλους». Πρέπει να έχω αυτό που είχε ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Ενώ ήταν μεγάλη φυσιογνωμία είχε μια λεπτή σεμνότητα, μια ντροπή, δεν προέβαλλε τον εαυτό του. Απλότητα, η λέξη που συνοψίζει την αγάπη του κόσμου στο πρόσωπό μου. Μπορώ να πάω στη λαϊκή αγορά και να έχω σχέση με όλους. Το απολαμβάνω αυτό.
Θεωρώ πως όλοι εκείνοι που διεκδικούν διακαώς την προσοχή του κόσμου τελικά δεν έχουν την καλλιτεχνική αξία που πιστεύουν.
Πιστεύω ότι ένας άνθρωπος που είναι άξιος και πιστεύει στον εαυτό του παραμένει σεμνός.
Κάθε Πέμπτη κύριε Γκρήν – Η παράσταση
Η Θεατρική διαδρομή θα παρουσιάσει για την χειμερινή περίοδο 2023-2024 το πολυβραβευμένο αριστούργημα του Τζεφ Μπάρον «Κάθε Πέμπτη κύριε Γκρην» που ανεβαίνει στο ανακαινισμένο Θέατρο Αργώ με τον Γιώργο Κωνσταντίνου στο ρόλο του κυρίου Γκρην. Δίπλα του άξιος συμπρωταγωνιστής ο Αποστόλης Τότσικας αναλαμβάνει το ρόλο του Ρος Γκάρντινερ.
Τη σκηνοθεσία και τη μουσική σύνθεση της παράστασης έχει αναλάβει ο ταλαντούχος Κώστας Γάκης, ο οποίος μεταφράζει το έργο σε συνεργασία με τον συγγραφέα, μεταφέροντας το στις ανάγκες του σήμερα.
Ένα θεατρικό έργο – ύμνος στη διαφορετικότητα που έχει παιχτεί σε περισσότερες από 50 χώρες, αποσπώντας πολλαπλά θεατρικά βραβεία. Μια σύγχρονη ιστορία που προτείνει την ανθρώπινη τρυφερότητα ως βασικό όπλο αντίστασης στις θηριωδίες του παρελθόντος αλλά και τις αγκυλώσεις του παρόντος. Δυο μοναξιές που συναντιούνται για να βγουν μαζί έξω από το καβούκι, προς το φως.
Συντελεστές:
Κείμενο: Τζεφ Μπάρον
Μετάφραση: Τζεφ Μπάρον & Κώστας Γάκης
Σκηνοθεσία – Μουσική σύνθεση: Κώστας Γάκης
Σκηνογραφία: Αντώνη Χαλκιάς
Ενδυματολογία: Μάριος Ράμμος
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα-Φαίη Κοσμίδου
Γραφιστική Επιμέλεια: Truly.gr
Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφιδάς
Μάρκετινγκ και Διαφήμιση: Γιάννης Βαλτινός
Υπεύθυνος επικοινωνίας: Αντώνιος Κοκολάκης
Ερμηνεύουν: Γιώργος Κωνσταντίνου, Αποστόλης Τότσικας
Εταιρεία Παραγωγής: Θεατρική Διαδρομή
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη στις 20:00
Πέμπτη στις 21:00
Παρασκευή στις 21:00
Σάββατο στις 21:00
Κυριακή στις 19:00
Προπώληση Viva / More: ΕΔΩ
Διάρκεια: 90 λεπτά
Θέατρο Αργώ – Κεντρική Σκηνή | Ελευσινίων 13-15 – Μεταξουργείο, Αττική
Πηγή:fragilemag.gr