Κωνσταντίνος Δεσποτάκης
Η «Bugonia» του Γιώργου Λάνθιμου, με τους Emma Stone και Jesse Plemons σε ερμηνείες καριέρας, είναι ένα έργο για την ανθρώπινη παρακμή, ειπωμένο με οργή και σαρκασμό.
Ο κόσμος μας όπως είναι σήμερα είναι αρκετά σκοτεινός με πολιτικά, κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα να βρίσκονται στην αρχική σελίδα των sites κάθε ημέρα. Σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, ο Γιώργος Λάνθιμος και η «Bugonia» του θέλουν να σηκώσουν έναν καθρέφτη στην κοινωνία και να μας κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου για το τι μπορεί να ακολουθήσει αν δεν καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας.
Η νέα ταινία βρίσκει τον Γιώργο Λάνθιμο να σκηνοθετεί πρώτη φορά ένα σενάριο με το οποίο δεν έχει ασχοληθεί ο ίδιος. Ο Will Tracy μεταφέρει στο σήμερα την καλτ κωμωδία φαντασίας «Save the Green Planet» του 2003 από τον Νοτιοκορεάτη Τζανγκ Τζουν-ουάν και εναρμονίζεται πλήρως με τις θεματικές της Λανθιμικής φιλμογραφίας. Ο Έλληνας σκηνοθέτης, βλέπεις, όπως φαίνεται και μέσα από το έργο του, δεν έχει ιδιαίτερη πίστη στην ανθρωπότητα και έχει βρει τους κατάλληλους σεναριογράφους για να μεταφέρουν το όραμά του.
Από τον Ευθύμη Φιλίππου, τον Tony McNamara και, τώρα, τον ίδιο τον Tracy, ο Λάνθιμος έχει βρει τους συνεργάτες που του επιτρέπουν να μιλήσει για τη μισαλοδοξία, τον ατομικισμό, τα βίαια ξεπάσματα, αλλά και την αυτοκαταστροφικότητα του είδους μας. Η νέα του ταινία πάει αυτές τις θεματικές σε ένα πιο βαθύ επίπεδο, τεχνικά άρτιο, με δύο εξαιρετικές ερμηνείες στο κέντρο του από την Emma Stone και τον Jesse Plemons, αλλά αισθάνεσαι πως κάτι απουσιάζει από το να ολοκληρώσει το όλο εγχείρημα. Ή απλά νιώθεις πως μας τα έχει ξαναπει κάπου λίγο καλύτερα.

Το μυστικό της ιστορίας που θέλει να μας διηγηθεί κρύβεται στον τίτλο του. Το «Bugonia» -ή «Βουγονία»- προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη και δεν σημαίνει το γνωστό φυτό βιγόνια. Είναι σύνθετη λέξη αποτελούμενη από τον «βου» και τη «γονή» και αποτελεί μία μεταγραφή από ένα ποιητικό έπος του Βιργιλίου. Ο όρος πραγματεύεται την ανεφάρμοστη θεωρία πως οι μέλισσες μπορούν να αναγεννηθούν από το πτώμα ενός ταύρου ή βοδιού, από μόνες τους! Θα μπορούσε, ίσως, και η ανθρωπότητα να κάνει το ίδιο;
Στην μακροχόνια ιστορία του είδους μας, οι πόλεμοι, η βία, αλλά και η ίδια η τάση μας για να καταστρέφουμε ό,τι αγγίζουμε μας έχουν οδηγήσει συνεχώς σε τέλματα μέσα από τα οποία καταφέρνουμε να βγαίνουμε ξανά και ξανά. Σαν ανά κάποια εκατοντάδες χρόνια να πατάμε ένα restart. Κρίνοντας από το σημερινό κλίμα όπου ζούμε μετά την πανδημία της COVID-19, την αποξένωση των ανθρώπων και την επιδημία μοναξιάς, τα πράγματα οδεύουν προς το χειρότερο. Μήπως, αυτή είναι η στιγμή να πατήσουμε το restart;

Το «Bugonia» φέρνει τον Γιώργο Λάνθιμο στο σήμερα, μετά από ένα πολυετές ταξίδι στον χρόνο. Στο επίκεντρο της ιστορίας του είναι ένας ερασιτέχνης μελισσοκόμος, ο Τέντι, που εργάζεται στην αποθήκη μίας μεγάλης φαρμακευτικής εταιρείας και έχει πληγεί προσωπικά από την αναισθησία και πολλές φορές απανθρωπιά που έχουν επιδείξει οι μεγάλες πολυεθνικές για τον μέσο πολίτη. Με τη βοήθεια του πιστού και αργόστροφου ξαδέρφου του Ντον (ο Aidan Delbis είναι ηθοποιός που βρίσκεται στο φάσμα του αυτισμού και μας χαρίζει μία εκπληκτική και πιο υπόγεια ερμηνεία στο κινηματογραφικό του ντεμπούτο), βάζει ως στόχο να απαγάγει την CEO της εταιρείας στην οποία εργάζεται. Ο ίδιος έχει πιστεί μέσα από την διαδικτυακή του έρευνα πως η Μισέλ δεν είναι άνθρωπος, αλλά εξωγήινος από την Ανδρομέδα που έχει έρθει στη Γη για να την κατακτήση.
Η θεωρία του Τέντι έρχεται μέσα από τα διαδικτυακά podcasts, τις μη-έγκυρες διαδικτυακές πηγές, καθώς και την ίδια του την έρευνα για να σχολιάσει την σημερινή υπόσταση των κλασικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, αλλά και τις διαδικτυακές φούσκες που δημιουργεί ο καθένας μας στα social media.
Ο Plemons είναι σαρωτικός σε έναν ρόλο που απαιτεί πολλά. Ακροβατεί μέσα στον συνομωσιολόγο που έχεις πετύχει σίγουρα σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και σε έναν βαθιά τραυματισμένο από την ίδια τη ζωή άνθρωπο. Είναι σαν να δίνει σάρκα και οστά σε ανθρώπους που συχνά υποτιμάμε και έχουμε φτάσει να περιθωριοποιούμε. Θα είναι κρίμα να μην βρεθεί ανάμεσα στις υποψηφιότητες στα Όσκαρ 2026.

Από την άλλη, η απόλυτα πειθαρχημένη, με μία δόση αυτοκρατορικής αυταρχικότητας και που νομίζει πως όλα της ανήκουν Μισέλ. Η Emma Stone αποδεικνύει πως είναι η καλύτερη ηθοποιός της γενιάς της σε μία ακόμα χαμαιλεοντική ερμηνεία.
Παρουσιάζεται ως η φωνή της λογικής στην ακραία ρητορική που έχει αποφασίσει να ενστερνιστεί ο Τέντι, ενώ ενσαρκώνει την απανθρωπιά και τον απρόσωπο χαρακτήρα των πολυεθνικών. Χαρακτηριστικοί οι διάλογοι στην αρχή της «Bugonia», όπου η Μισέλ επιμένει πως οι υπάλληλοι είναι ελεύθεροι να φύγουν από το γραφείο στις 5:30 αν θεωρούν πως έχουν τελειώσει τη δουλειά τους και πως έχουν πετύχει τους στόχους της ημέρας. Έχουν την κρίση για να κάνουν τη σωστή επιλογή!

Ο Γιώργος Λάνθιμος αποφάσισε να γυρίσει την ταινία σε Vista Vision που βοηθάει στην καλύτερη ανάλυση, αλλά και στα πιο έντοντα χρώματα που έχει η ταινία, όμως, το βάρος της κάμερας αυτής δυσκολεύει την κινητικότητα που είχαμε δει σε προηγούμενες δουλειές του. Ο Έλληνας δημιουργός και ο κινηματογραφιστής του, Robbie Ryan, αποφάσισαν από την αρχή το πώς θα δώσουν ένταση στις σκηνές μετά την απαγωγή και η επιλογή λήψης των σκηνών της Stone με την κάμερα από ψηλά και εκείνες του Plemons με την κάμερα να τραβάει από κάτω δείχνει τη δυναμική ανάμεσα στους κεντρικούς χαρακτήρες ανά πάσα στιγμή.
Ταυτόχρονα, το μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη κρατάει σφιχτοδεμένο το όλο εγχείρημα χωρίς να δημιουργείται κοιλιά σε κανένα σημείο, ακόμα και όταν η ταινία γίνεται δράμα δωματίου και διαλόγων μεταξύ δύο χαρακτήρων. Σε αυτό βέβαια συμβάλλει και η μουσική του Jerskin Fendrix που δίνει ένταση και προκαλεί δέος όταν το απαιτεί η κατάσταση.

Το «Bugonia» είναι μία ταινία που κρύβει μέσα της θυμό. Θυμό για την σημερινή κοινωνία, την κατάσταση της ανθρωπότητας και το πού έχουμε φτάσει. Συνδυάζοντας είδη όπως το sci-fi μυστήριο, το ταξικό θρίλερ και την μαύρη κωμωδία, ο Λάνθιμος θέλει να μας κάνει να νιώσουμε, να εκνευριστούμε, να βγούμε από τη βολή μας και, τελικά, να κινηθούμε. Η ασάφεια της μεγάλης ανατροπής της τρίτης πράξης είναι ανοιχτή να ερμηνευθεί από τον καθένα ξεχωριστά και να μας γυρίσει ξανά στη σημασία του τίτλου.
Ο Γιώργος Λάνθιμος μέσα από τη νέα του ταινία στοχεύει ψηλά και θέτει δύσκολες ερωτήσεις για το σήμερα. Ο δημιουργός δεν τις αφήνει απαραίτητα αναπάντητες, αλλά αφήνει τον χώρο για να ερμηνεύσει ο καθένας τα όσα είδα υπό το δικό του πρίσμα.

Ίσως, όλα να περιστρέφονται γύρω από τη φράση που λέει ο χαρακτήρας της Emma Stone για τους «ψυχικούς καταναγκασμούς», με τον Έλληνα σκηνοθέτη να μας ζητάει να προσπαθήσουμε να τους αποφύγουμε.
Η φράση αποτελεί ένα κομβικό κομμάτι της ρητορικής της ταινίας και έχει φροϋδικές ψυχοσεξουαλικές αποχρώσεις. Είναι μία φράση που απαιτεί να μην ενδίδουμε σε εύκολες παρορμήσεις και φαίνεται πως αυτό μας ζητάει να κάνουμε και η ταινία. Αν δεν μπορούμε να βάλουμε στην άκρη τον εγωϊσμό μας σαν είδος, ίσως, να μην μπορέσουμε και να επιβιώσουμε!
Πηγή:neolaia.gr
