Η συναρπαστική ιστορία του Ελληνικού Rock από τη δεκαετία του 60 έως σήμερα βρίσκει την θέση της σ’ ένα πρωτότυπο βιβλίο, απόσταγμα δουλειάς ετών, μελέτης και αφοσίωσης.
Μιλάμε για πέντε δεκαετίες γεμάτες ηλεκτρισμό, με τους πρωτοπόρους του Ελληνικού Rock ν’ αφηγούνται, χωρίς περικοπές, την εποποιία του Rock’n’Roll στην Ελλάδα, στον έμπειρο και με βαρύ βιογραφικό δημοσιογράφο Γιάννη Αλεξίου.
Πενήντα πρωταγωνιστές και συγκροτήματα αφηγούνται πρόσωπο με πρόσωπο και με το χέρι στην καρδιά τι συμβαίνει εδώ και μισό αιώνα χωρίς να μασάνε τα λόγια τους. Η rock συμπεριφορά, η rock σκέψη, οι ιστορικές συναυλίες και ηχογραφήσεις, τα μεγαλύτερα μουσικά γεγονότα, τα στέκια, τα clubs…μια ολόκληρη εποχή ζωντανεύει σε 360 σελίδες γεμάτες αλήθειες και μυστικά του Ελληνικού Rock που έρχονται στο φως για πρώτη φορά!
Προσωπικότητες που άφησαν ανεξίτηλα το σημάδι τους στο Ελληνικό Rock και αφιέρωσαν τη ζωή τους σ’ αυτό χωρίς να «λοξοδρομήσουν» όπως οι Δημήτρης Πολύτιμος, Αλέκος Καρακαντάς, Δημήτρης Πουλικάκος, Λουκάς Σιδεράς, Γιάννης Δρόλοπας, Socrates Drank The Conium, Πελόμα Μποκιού, Σταύρος Λογαρίδης, Κώστας Τουρνάς, Δέσποινα Γλέζου, Ηρακλής Τριανταφυλλίδης, Τάσος Φωτοδήμος, Θοδωρής Τρύφωνας, Ηλίας Ασβεστόπουλος, Τζόνι Βαβούρας, Λήτης, Γιώργος Βανάκος, Magic de Spell, Παρθενογένεσις, Κυριάκος Δαρίβας, Θοδωρής Δημητρίου, Παύλος Παυλίδης, Θάνος Ανεστόπουλος, Γιάννης Αγγελάκας, Ενδελέχεια, The Earthbound κ.α. αποτυπώνουν την ιστορία του Ελληνικού Rock, όπως την έζησαν οι ίδιοι.
Η έκδοση συνοδεύεται από σπάνιο φωτογραφικό υλικό από το αρχείο των Ελλήνων rockers, αλλά και του συγγραφέα που ερευνά επί σειρά ετών το Ελληνικό Rock ως μουσικός δημοσιογράφος και συλλέκτης δίσκων.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης ένα αδημοσίευτο συγκλονιστικό κείμενο του Δημήτρη Πολύτιμου γραμμένο σε δύσκολες συνθήκες το καλοκαίρι του ’68 για το pop-rock, επιπλέον υλικό με μαρτυρίες από μορφές της Ελληνικής Rock για σημαντικά γεγονότα και πρόσωπα της ελληνικής και διεθνούς σκηνής, καθώς και ένα κατάλογων δίσκων που προτείνει ο συγγραφέας για Ελληνική Rock Δισκοθήκη.
Η συλλεκτική έκδοση «Οι Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock» αποκαλύπτει μεταξύ άλλων :
-Για ποιον έγραψε το «Που Να Γυρίζεις» ο Παύλος Σιδηρόπουλος
-Πώς έγινε τραγουδιστής ο Δημήτρης Πουλικάκος
-Τι συνέβη με την κόντρα του Βλάσση Μπονάτσου με τους Πελόμα Μποκιού
-Ποιο συγκρότημα έμεινε για δύο μήνες φυλακή στο εξωτερικό
-Πώς συνέβη ακριβώς το δυστύχημα των Juniors
-Τι είδε στο “τριπάρισμά” του γνωστός rocker
-Ποιος τραγουδιστής δεν μπήκε ποτέ στο αεροπλάνο στερώντας έτσι την καριέρα του συγκροτήματός του στην Αμερική
-Η πραγματική ιστορία του θρυλικού κομματιού «Mountains»
-Ποιος έπαιξε πινγκ πονγκ με τους Rolling Stones
-Ποιος έπαιζε με δανεικές κιθάρες στα 70ς
-Ποιοι ήταν οι «νονοί» των συγκροτημάτων
-Ποια πολιτική νεολαία απείλησε τους Socrates
-Ποιο συγκρότημα έγινε επερώτηση στη βουλή
-Ποιος rocker υπήρξε ραδιοπειρατής
-Τι συνέβη πραγματικά στην πρώτη συναυλία των Μουσικών Ταξιαρχιών
-Ποιος ξεκίνησε την καριέρα του από κακόφημο καμπαρέ
-Εξαιτίας ποιού rocker παραιτήθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου
-Πώς ο Παύλος Παυλίδης παραλίγο να γίνει μέλος των Απροσάρμοστων
-Πώς βιώσαν τον Παύλο οι «συμπαίκτες» του
-Ποιο συγκρότημα πέταγε πιπίλες στο κοινό του…
και πολλά, πολλά, πολλά ακόμη…
Ο συγγραφέας και το βιβλίο του
Ο Γιάννης Αλεξίου γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε δημοσιογραφία στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας και είναι δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ από το 2000. Εργάστηκε αρχικά ως αθλητικός ρεπόρτερ και στην συνέχεια ως ρεπόρτερ με πεδίο το ελεύθερο και οικονομικό ρεπορτάζ σε πολιτικές εφημερίδες.
Η πολύπλευρη γνώση του πάνω στην μουσική και η αγάπη του γι’ αυτήν τον οδήγησαν σταδιακά στην εξειδίκευσή του ως μουσικού δημοσιογράφου. Επιπλέον, δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ηλεκτρονικής ενημέρωσης. Παράλληλα έχει συνεργαστεί με ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς.
Την περίοδο 1992-2004 υπήρξε μάνατζερ των blues συγκροτημάτων Blues Family και Drifting Around. Την σεζόν 2004-5 παρουσίασε με μεγάλη επιτυχία την μουσική παραγωγή του «Magic Bus» με την συμμετοχή των : Socrates Drank The Conium, Δημήτρης Πουλικάκος και οι Άσσοι του Καράτε Νο2, Σταύρος Λογαρίδης στο «Club 22» του Μάκη Σαλιάρη.
Είναι φανατικός συλλέκτης δίσκων βινυλίου. Ξεκίνησε την συλλογή του το Δεκέμβριο του ’78 και σήμερα διαθέτει μια από τις πιο πλούσιες και ολοκληρωμένες συλλογές.
Τον Οκτώβριο του 2014 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο «Βινύλιο, τα καλύτερά μας χρόνια!» (εκδόσεις Φαρφουλάς), εξαντλημένο σήμερα. Είναι υπεύθυνος επικοινωνίας και προβολής του Vinyl is Βack, της κορυφαίας εκδήλωσης για το βινύλιο, από τον Μάρτιο του ’13.
Του απηύθυνα ορισμένες ερωτήσεις. Μια μέρα πριν την επίσημη κυκλοφορία των Πρωτοπόρων του ελληνικού rock στα βιβλιοπωλεία και ανήμερα των γενεθλίων του (6/6), μου έκανε την τιμή:
Πώς σου ήρθε η ιδέα και η επιθυμία για ένα τέτοιο βιβλίο;
Ήθελα να αποτίσω ένα φόρο τιμής σε όλους όσους αφιέρωσαν τη ζωή τους στο rock χωρίς εκπτώσεις. Άνθρωποι που προσπάθησαν να εκφραστούν με τον τρόπο αυτό, την rock μουσική δηλαδή σε μια χώρα που ουδέποτε η μουσική αυτή κυριάρχησε, αντίθετα πολεμήθηκε ή θάφτηκε. Για μένα αυτοί είναι οι ήρωες. Θυμάμαι όταν αρχίσαμε να κάνουμε και παρέα με τον Γιάννη Σπάθα του είπα ότι οι Socrates για μένα ήταν τόσο ψηλά όσο οι Rolling Stones, οι Doors, οι Who και όλα τα ινδάλματά μου στο rock. Τότε σταμάτησε να παίζει την κιθάρα του, πού την κρατούσε ζεστή πριν μια συναυλία και με κοίταξε με σημασία.
Ήταν ένα βλέμμα γεμάτο πίκρα και περηφάνια μαζί. Δεν μπορώ να περιγράψω ακριβώς αλλά όσο πιο βαθιά έμπαινα στην υπόθεση Ελληνικό Rock τόσο πιο κατανοητή ήταν η ματιά του στα δικά μου μάτια. Θυμάμαι όταν δούλευα στη «Βραδυνή» έκανα σαλονάτες συνεντεύξεις προσωπικοτήτων από την Ελλάδα και το εξωτερικό για το κυριακάτικο φύλλο της που εκτείνονταν σε όλο τον καλλιτεχνικό φάσμα με έμφαση φυσικά στην μουσική. Η καρδούλα μου όμως το ήξερε πως ένοιωθα όταν συναντούσα κάποιον Έλληνα rocker. Κάποια στιγμή είχα μιλήσει με το Θάνο Ανεστόπουλο. Όταν αντικαταστάθηκε ο διευθυντής του κυριακάτικου φύλλου και ανέλαβε ο Γιάννης Λοβέρδος, η διευθύντρια του καθημερινού φύλλου Γιώτα Αντωνοπούλου αντί να του δώσει μια συνέντευξη ας πούμε του Καζαντζίδη, ή του Μίκη Θεοδωράκη ή του Αντώνη Σαμαράκη ή του Νίκου Κούνδουρου του έδωσε του Θάνου Ανεστόπουλου προφανώς για να φανερώσει την rock ταυτότητά μου στο νέο διευθυντή.
Με ρώτησε λοιπόν εκείνος : “Ποιος είναι ο Θάνος Ανεστόπουλος ; Είναι τόσο σπουδαίος ;”. Του εξήγησα ότι είναι ο “Jim Morrison της Ελλάδας. Γράφει εκπληκτικά ποιήματα και εξαιρετική μουσική”. “Μα αυτός ήταν ο υπάλληλος που με εξυπηρετούσε στο Metropolis όταν αγόραζα cd”.
Ναι για μένα αυτοί είναι ήρωες. Οι άνθρωποι της καθημερινότητας που έπαιξαν rock στην Ελλάδα και οι περισσότεροι μένουν σήμερα στο νοίκι μετά από τόσα χρόνια. Ναι, αυτούς θέλω να τιμήσω με το βιβλίο μου. Να σκεφτείς ότι ποτέ καμιά δισκογραφική εταιρία δεν μου πρότεινε καμία συνέντευξη κανενός rocker από όσους έχω στο βιβλίο μου. Όλες έγιναν με δική μου πρωτοβουλία, οι εταιρίες είχαν σε άλλους στο μυαλό να διαφημίσουν.
Ένας άλλος λόγος, όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, τις περισσότερες δουλειές και άρθρα μου τις πυροδοτεί η φωτογραφία. Έτσι κι αυτό το βιβλίο. Είχε συγκεντρωθεί πολύ σπάνιο φωτογραφικό υλικό όλα αυτά τα χρόνια και ένοιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ με τον κόσμο. Είμαι παιδί που μεγάλωσε με πόστερ στο δωμάτιό του, με φωτογραφίες ποδοσφαιριστών σε χαρτάκια, με τη φωτογραφία γενικά να ανοίγει το μυαλό και τους ορίζοντές μου σε μια εποχή χωρίς ίντερνετ που τα έχεις όλα στο πιάτο. Έτσι ξεκινώ κι ένα άρθρο μου ή μια έρευνα, αν έχω βρει καλό φωτογραφικό υλικό αρχίζω να το «χτίζω» στο μυαλό μου.
Τα παρασκήνια της παραγωγής του βιβλίου «Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock»: η πρώτη συνέντευξη, μερικά βροντερά όχι που εισέπραξες, κάποιες δυσκολίες που δεν μπορούμε εμείς οι αναγνώστες να φανταστούμε, κάποιο ευτράπελο;
Η πρώτη μεγάλη συνέντευξη επωνύμου που πήρα στη δημοσιογραφική μου πορεία ήταν σε ηλικία 20 ετών, το 1987, από τον Χουάν Ραμόν Ρότσα στο σπίτι του την επομένη που ανατρίχιασε όλη η Ελλάδα στις οθόνες στη θέα του γονάτου του που άνοιξε στη μέση στη διάρκεια του αγώνα με τη Γιουβέντους.
Αυτό χάρη στον Διονύση Βραϊμάκη, διευθυντή τότε τη “Φλόγα των Σπορ”, που με εμπιστεύτηκε παρά τις αντιρρήσεις των εμπειρότερων συναδέλφων που τον πίεζαν να πάνε αυτοί στο σπίτι του Ρότσα στου Παπάγου. Εκεί μου άνοιξε η γυναίκα του και με οδήγησε στην κρεβατοκάμαρα όπου ήταν ο Ρότσα. Όση ώρα μιλούσαμε του τηλεφωνούσαν παράλληλα οι συμπαίκτες του και ο πρόεδρος Γιώργος Βαρδινογιάννης να μάθουν πώς είναι η υγεία του. Ο ίδιος είχε το πόδι στο γύψο. Είχα αισθανθεί δέος, αν και Πανιώνιος. Όλοι θαύμασαν τον Ρότσα. Ήταν το δημοσιογραφικό μου ξεκίνημα ως αθλητικογράφος. Μετά από τέσσερα χρόνια όταν απολύθηκα από το στρατό, το 1991, έμεινα ρομαντικός φίλαθλος της ομάδας μου και ακολούθησα κατ’ επιλογή την μουσική δημοσιογραφία έως σήμερα.
Η πρώτη μεγάλη μουσική συνέντευξη που έκανα και συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο μου έγινε το Νοέμβριο του 1997 για το περιοδικό Ήχος Hi-Fi. Ήταν και η πρώτη μου στο ιστορικό αυτό περιοδικό, όπου είχα προσληφθεί το ίδιο καλοκαίρι. Είχα συναντήσει τον Μιχάλη Πούγουνα με αφορμή το άλμπουμ των Flowers of Romance “Brilliant Mistakes”. Αισθάνθηκα υπέροχα.
Τα βροντερά «όχι» δεν υπάρχουν όταν πλησιάσεις ένα γνήσιο rocker που έχει περάσει τόσα και του ζητάς να σου μιλήσει και φυσικά γνωρίζει ποιος είσαι και ποιες είναι οι προθέσεις σου. Το σκοτεινό παρασκήνιο υπάρχει σε άλλους χώρους, όχι στο ελληνικό rock.
Οι μουσικοί και τα συγκροτήματα που κατέληξα να περιληφθούν σε αυτή την έκδοση κάτι τους ενώνει. Αυτό είναι η αλήθεια. Είναι άνθρωποι που δεν έχουν να κρύψουν τίποτα, δεν φοβήθηκαν ποτέ τίποτα, μιλούν ανοιχτά και δεν κρατούν ισορροπίες μην παρεξηγηθεί κάποιος από το star system. Τα λόγια τους έχουν περιληφθεί χωρίς περικοπές ώστε να φωτιστεί όσο γίνεται περισσότερο η ιστορία του rock’n’roll στην Ελλάδα από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές του. Για τις ελάχιστες απουσίες που για κάποιους λόγους δεν είναι στην έκδοση αυτή και θα μπορούσαν να είναι αναφέρομαι στην εισαγωγή του βιβλίου και δεν θέλω να επεκταθώ γιατί δεν έχω κανένα λόγο γι’ αυτό.
Από την στιγμή που άρχισε να με τρώει η ιδέα να γίνει πάση θυσία βιβλίο το υλικό που είχε συγκεντρωθεί, καθώς και η αξιοποίηση του φωτογραφικού υλικού πέρασαν τέσσερα χρόνια. Ήθελα, όπως και το πρώτο βιβλίο μου, να πάρει σάρκα και οστά από ανθρώπους που με γνωρίζουν και με εμπιστεύονται.
Ουδέποτε θα πήγαινα σε ένα εκδοτικό οίκο άγνωστό μου να χτυπήσω την πόρτα, δεν το συνηθίζω γενικότερα. Έτσι λοιπόν υπήρξαν τέσσερις οίκοι που ενδιαφέρθηκαν και δικαίως κατέληξε να κυκλοφορήσει από το Ogdoo Music Group με το οποίο συνεργάζομαι σε άλλο κομμάτι, το δημοσιογραφικό, και τους ευχαριστώ που έκαναν ένα όνειρο μου ζωής πραγματικότητα. Ένα από τα καλύτερα δώρα της ζωής μου.
Ποιες είναι οι δικές σου, πολύ προσωπικές, προτιμήσεις σε μπάντες και σε προσωπικότητες του ελληνικού ροκ;
Είχα την ευκαιρία να συναναστραφώ και να κάνω παρέα με αρκετούς από τους ανθρώπους που φιλοξενώ στην έκδοση αυτή. Θα αναφέρω ενδεικτικά τον μεγάλο σεβασμό και την εκτίμησή μου στον Δημήτρη Πολύτιμο, με τον οποίο ίσως έχω κάνει την περισσότερη και μακροχρόνια παρέα, ο οποίος είναι ανεκτίμητη αξία.
Την πιο στενή παρέα έχω κάνει με τον Σταύρο Λογαρίδη που λατρεύω, όπως και τους Αντώνη Τουρκογιώργη, Γιάννη Σπάθα, Γιώργο Τρανταλίδη, Ηρακλή Τριανταφυλλίδη, Λήτη, Γιώργο Βανάκο, Ανδρέα Γκομόζια, Μιχζάλη Πούγουνα που τόσα καλά και αγνά παιδιά είναι σπάνιο να συναντήσει κανείς στη ζωή του. Αναλυτικότερα, αναφέρω και άλλους στο βιβλίο μου.
Όσον αναφορά για τις προτιμήσεις μου, σίγουρα έχω αδυναμία στους Socrates Drank The Conium που είναι και στη δεκάδα των αγαπημένων μου ξένων συγκροτημάτων και τις Μουσικές Ταξιαρχίες και στον Τζιμάκο φυσικά που είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου και της ιδιοσυγκρασίας μου.
Από τα πιο σύγχρονα συγκροτήματα λατρεύω τους Ενδελέχεια και από μουσικούς τον Παύλο Παυλίδη και ό,τι έχει κάνει στην πορεία του. Ο επιδραστικότερος μουσικός των παιδικών χρόνων μου ήταν ο Δημήτρης Πουλικάκος κατά πρώτο λόγο και μάλιστα υπήρχε το σλόγκαν μου στην παρέα στα σχολικά μας χρόνια στη Νέα Σμύρνη «μαλάκα έχω και Πουλικάκο».
Αργότερα, όταν εμφανίστηκε ο Τζίμης Πανούσης και οι Μουσικές Ταξιαρχίες η παρουσία τους στις καρδιές μας ήταν καταλυτική για πάντα. Φυσικά και ο Παύλος Σιδηρόπουλος, αλλά και ο Διονύσης Σαββόπουλος που το rock των πρώτων δίσκων του ήταν διαφορετικό όλων και είναι κρίμα που δεν αναφέρεται τις περισσότερες φορές σε σχετικά αφιερώματα λόγω της στροφής μάλλον που είχε στην συνέχεια της πορείας του.
Νομίζω ότι αποκαθιστώ σε ένα βαθμό αυτή την αδικία κατά κάποιον τρόπο με την παρουσία του στην έκδοση αυτή αναφορικά με την rock σκέψη ενός ιδιοφυούς ανθρώπου και ολοκληρωμένου μουσικού.
Ο Σταύρος Λογαρίδης είναι μια κατηγορία μόνος του και όπως μου έχει πει ο ίδιος ότι αν ο Keith Richards είχε γεννηθεί στην Ελλάδα μπορεί να ήταν ταξιτζής κατά αυτή την έννοια αν είχε γεννηθεί εκείνος στην Αγγλία ή στην Αμερική μπορεί να ήταν rock σταρ σήμερα με τέτοιο ταλέντο.
Υπαρχει συνέχεια στο ελληνικό ροκ; Στην τελευταία ενότητα περιλαμβάνονται κάποιοι συνεχιστές, αλλά πιστεύεις αρκούν; Τα ροκάδικα κλείνουν, η φάση πια είναι τραπ…ούτε καν σκυλάδικο!
Η τέταρτη και τελευταία ενότητα με τους Συνεχιστές του Ελληνικού Rock είναι η μικρότερη, καθώς η ιστορία συνεχίζει να γράφεται και ,όπως μου έχουν πει οι εκδότες των δύο βιβλίων μου με την πείρα τους, πρέπει στο τέλος να αφήνουμε ένα ανοιχτό κεφάλαιο που να προμηνύει μια μελλοντική έκδοση. Φυσικά και υπάρχει συνέχεια στο Ελληνικό Rock και πάντα θα υπάρχει γιατί είναι κι αυτό μέσα στο Rock’n’Roll που νομοτελειακά δεν σταματά να εξελίσσεται.
Όσο για την φάση με το μουσικό διαδικτυακό κατακλυσμό, μού φαίνεται ειλικρινά πισωγύρισμα στην σχέση του ανθρώπου με την μουσική γι’ αυτό συνεχίζω να κάνω αυτό που έκανα από πιτσιρικάς να ακούω βινύλια και γενικά μουσική σε φυσική μορφή.
Στην Ελλάδα όσο κι αν πάρουν άσχημη τροπή τα πράγματα για το rock πάντα θα υπάρχουν κάποιοι «τρελοί» που θα το υποστηρίζουν και θα είναι το αντίβαρο στην σκληρή πραγματικότητα.
Η συνεργασία με το ogdoo πώς προέκυψε; Ετοιμάζετε κάποια παρουσίαση;
Ο Κώστας Μπαλαχούτης είναι ο άνθρωπος στον οποίο οφείλω της συνεργασία μου από το 2013 με το Ogdoo με τον οποίο ήμασταν συνάδελφοι στο περιοδικό Δίφωνο. Αναφορικά με την παρουσίαση του βιβλίου μου θα γίνει κατά πάσα πιθανότητα το φθινόπωρο εν είδει πάρτι με live εμφανίσεις και πολλές εκπλήξεις και φυσικά ισχυρή δόση Ελληνικού Rock. Για την ώρα, οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν να γίνει κάτι όπως πρέπει, αλλά ελπίζουμε ότι μετά το καλοκαίρι θα αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο.
Ποια είναι μια μαγική συναυλιακή στιγμή για σένα; Κάτι που θα θυμάσαι πάντα;
Έχουν δει πολλά τα μάτια μου όλα αυτά τα χρόνια, αλλά κρατώ το συγκλονιστικό live του Θάνου Ανεστόπουλου στο υπόγειο της Στοάς του Βιβλίου όπου για πρώτη φορά έδειξε το νέο του πρόσωπο μετά τη διάλυση των Διάφανων Κρίνων τραγουδώντας με εξωπραγματικό πάθος τραγούδια δικά του, αλλά και των Bob Dylan, Nick Cave και country μεταξύ άλλων που έκαναν σε όλους αίσθηση για το πάθος που τα ερμήνευε εκτός από κάποιους ανθρώπους δισκογραφικών εταιριών που είχαν το νου τους να φύγουν και το έκαναν πριν ολοκληρώσει μια ανεπανάληπτη παράσταση.
Ποια η θέση του ελληνικού ροκ στο παγκόσμιο ρεύμα αυτού του μουσικού είδους; Κάποιοι ψαγμένοι πολίτες του κόσμου υπάρχει πιθανότητα να ξέρουν και να αγαπούν δικά μας, ροκ συγκροτήματα;
Φυσικά και υπάρχουν μουσικόφιλοι σε όλο τον πλανήτη που γνωρίζουν και συλλέγουν δίσκους ελληνικών συγκροτημάτων και μουσικών όπως οι Ακρίτας του Σταύρου Λογαρίδη, Τα 4 Επίπεδα Της Ύπαρξης, οι Poll, οι Socrates Drank The Conium, o Παύλος Παυλίδης, Last Drive και αρκετά ελληνικά γκρουπ της τελευταίας 15ετίας όπως οι Ciccada που έχουν ένα κοινό στην Αγγλία, όπως και κάποια γκρουπ του σκληρού rock.
Και από παλιά φυσικά οι Aphrodite’s Child που οι δίσκοι τους υπάρχουν στα ράφια των δισκάδικων όλης της Ευρώπης. Νομίζω ότι η θέση του Ελληνικού Rock στο παγκόσμιο στερέωμα είναι αρκετά ευυπόληπτη.
Γιατί δεν κατάφερε η ελληνική βιομηχανία της μουσικής να παραγάγει έναν ροκ σταρ;
Γιατί δεν πήρε ποτέ σοβαρά το ελληνικό rock. Ενδιαφέρθηκε περιστασιακά μόνο για κάποια σχήματα ή μουσικούς που έκαναν ξαφνικά τρελές πωλήσεις όπως ας πούμε οι Sharp Ties. Το ενδιαφέρον των μεγάλων δισκογραφικών εταιριών ήταν πολύ περιορισμένο σε γενικές γραμμές εκτός κι αν μυρίζονταν χρήμα.
Φυσικά, ό, τι καλό έγινε οφείλεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις ανθρώπων που δούλευαν στις δισκογραφικές εταιρίες που είχαν μεράκι και μουσικό αυτί και επέβαλαν κάποια πράγματα σε μια γενικότερα εχθρική πολιτική των μεγάλων δισκογραφικών απέναντι στο Ελληνικό Rock. Επίσης ηρωική ήταν η προσπάθεια των ανεξάρτητων εταιριών που ύψωσαν το ανάστημά τους όσο μπορούσαν στη δισκογραφία.
Από κοντά και οι μουσικοκριτικοί που στην εποχή τους και στην εποχή της άνθισης του Ελληνικού Rock το μόνο που ήξεραν ήταν να γράφουν κακές κριτικές και να θάβουν τις δουλειές τους. Φωτεινή εξαίρεση ο εκδότης του περιοδικού Μουσικού Εξπρές, Τάσος Ψαλτάκης, που υποστήριξε όσο λίγοι το Ελληνικό Rock.
Πού οφείλεται κατά την άποψή σου η σχεδόν εκκωφαντική απουσία του γυναίκειου φύλου από την ροκ σκηνή; Αυτό θεωρείς άλλαξε/πάει να αλλάξει;
Ο χώρος του Ελληνικού Rock ήταν ανδροκρατούμενος τουλάχιστον στις δεκαετίες του ’70 και ’80, γιατί έπρεπε να είχε πολύ μεγάλα κότσια μια γυναίκα να φύγει από το σπίτι για να παίξει rock’n’roll όπως η Δέσποινα Γλέζου που κρατά και τη σημαία των χρόνων εκείνων.
Ήταν άλλη εποχή, πιο αυστηρή και κάτι τέτοιες κλίσεις δεν τις σήκωναν οι γονείς. Από τη δεκαετία του ’90 έως σήμερα η κοινωνία άλλαξε και οι γυναίκες πια είναι στο προσκήνιο του ελληνικού Rock. Αυτό είναι μια μεγάλη νίκη των γυναικών, γιατί επιβλήθηκαν σε μια βαθύτατα συντηρητική κοινωνία όπως η ελληνική, ιδιαίτερα των δεκαετιών ’60,’70, ’80. Όχι πως δεν είναι τώρα, αλλά σίγουρα αλλάξανε πολλά πράγματα προς το καλύτερο ευτυχώς.
Διάλεξε από ένα τραγούδι καθενός από τους τρεις…απόντες σου, όπως γράφεις στον πρόλογο, για τους αναγνώστες του in.gr: ένα του Άσιμου, ένα του Σιδηρόπουλου, ένα του Πανούση και πες μας και δυο λόγια για τονκαθένα, αν θες.
Είχε πλάκα η γνωριμία μου με τον Παυλάρα ως απόφοιτος Λυκείου σε μια συναυλία που οργάνωσα στην Πλατεία Ν. Σμύρνης γιατί οι τηλεφωνικές συνεννοήσεις μας για την συναυλία ήταν μυστικές λόγω αυστηρότητας του πατέρα μου. Έτσι ήμουν αναγκασμένος να μιλάμε τηλεφωνικά από την κρεβατοκάμαρα των γονιών μου από ένα τηλέφωνο που ήταν μισοχαλασμένο εκείνο τον καιρό και ενώ ήμουν εκστασιασμένος κάθε φορά που μιλούσα με τον Παύλο που θαύμαζα όσο κανέναν άλλο δεν ακουγόταν καλά ! Τελικά όλα πήγαν κατ’ ευχήν και η συναυλία έγινε. Περισσότερα στο εισαγωγή του βιβλίου μου. Κρίμα που δεν ήμουν πιο μεγάλος, αλλά και καλύτερα που έμεινε έτσι, μια όμορφη ανάμνηση.
Ο Τζιμάκος ήταν ένα φαινόμενο που όπως είναι άδικη η ζωή τον πήρε μακριά μας και αυτό μάλλον δεν θα το ξεπεράσω ποτέ. Τέτοιο δέσιμο είχα μαζί του. Επί σειρά ετών ήταν το ετήσιο reunion των κολλητών συμμαθητών που θα παραμείνουμε πάντα «αδέρφια» και πηγαίναμε να τον δούμε στην πρεμιέρα όπου εμφανιζόταν, έως το τέλος. Ανέτειλε στην εφηβεία μου και αυτός είναι ας πούμε ο πιο δικός μου rocker. Τελευταία που κανονίζαμε να βρεθούμε για την έκδοση, αλλά δεν ήταν γραφτό…
Ο Νικόλας ο Άσιμος ήταν η αλογόμυγα του συστήματος και αυτό μου άρεσε τόσο πολύ που τον χάζευα μικρός στα Προπύλαια όπου βρισκόμουν συνήθως λόγω κάποιας συναυλίας. Τον παρατηρούσα και μου άρεσε γιατί ήταν περίεργος στα μάτια των περισσότερων.
Ετοιμάζεις κάτι επόμενο εκδοτικά, Γιάννη;
Λειτουργώ αυθόρμητα και δεν προγραμματίζω τέτοιες κινήσεις. Η συγγραφή ενός βιβλίου βγαίνει μέσα από την ψυχή σου και εκεί δεν χωρά προγραμματισμός.
Πηγή:in.gr
+ There are no comments
Add yours