Πέντε λεπτά μακριά από την κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας. Κοντά σε σημαντικά μουσεία και χώρους πολιτισμού. Στην είσοδο του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Το ξενοδοχείο Τιτάνια δεν πιάνει απλά τον παλμό της πόλης, αποτελεί μέρος της αθηναϊκής κουλτούρας.
Πριν λίγους μήνες, στα μέσα του καλοκαιριού, το ξενοδοχείο άλλαξε χέρια. Ανήκει πλέον στο επενδυτικό σχήμα London + Regional Properties, μια εταιρεία που ελέγχει 800 δωμάτια στη χώρα μας και περίπου 17.000 χιλιάδες στον κόσμο. Η νέα γενική διευθύντρια του Τιτάνια, Αφροδίτη Αρβανίτη, μάς είπε πως ο βρετανικός επενδυτικός όμιλος δούλευε καιρό τη συγκεκριμένη αγορά. «Οι επενδυτές ξεχώρισαν αυτό το κομμάτι της πόλης. Και το είδαν πριν από πολλούς καθώς η διαπραγμάτευση είχε ξεκινήσει εδώ και χρόνια».
Συναντήσαμε την κυρία Αρβανίτη στον 11ο όροφο του ιστορικού κτιρίου της Πανεπιστημίου, στην καρδιά της πόλης. Βρεθήκαμε στο βραβευμένο ρεστοράν Olive Garden και, με φόντο την πανοραμική θέα σε ολόκληρη την Αθήνα, μάς ανέλυσε το όραμα του νέου Τιτάνια. Γυρίσαμε μέχρι και δύο δεκαετίες πίσω. Συζητήσαμε για τα δύσκολα χρόνια που βίωσε η πρωτεύουσα, οριοθετήσαμε το σήμερα και μιλήσαμε για τα σχέδια που έρχονται.
Ενα ξενοδοχείο όπως το Τιτάνια ανοίγει αρκετά μέτωπα. Και με τους τουρίστες-επισκέπτες του αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό. Ενδεχομένως το μεγαλύτερο στοίχημα έχει να κάνει με τους Αθηναίους. «Θέλουμε να θυμίσουμε στους Αθηναίους σε ποια πόλη ζουν. Πολλές φορές το ξεχνάμε. Να ζωντανέψουμε ξανά την αγάπη μας για την Αθήνα», λέει στο newsbeast.gr η κυρία Αρβανίτη.
– Το Τιτάνια άλλαξε χέρια πριν λίγο καιρό και ανήκει στη London & Regional Properties. Ποιο είναι το όραμα του μεγάλου βρετανικού ομίλου για το ιστορικό ξενοδοχείο που βρίσκεται στην καρδιά της πρωτεύουσας;
«Η London & Regional Properties είναι μια μεγάλη αγγλική εταιρεία, η οποία επενδύει σε ακίνητα και ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεών της είναι στα ξενοδοχεία. Πιστεύει στον τουρισμό και τα ξενοδοχεία. Έχει περίπου 90 ξενοδοχεία ανά τον κόσμο. Όσον αφορά το Τιτάνια, ξεχώρισε από την αρχή. Μιλάμε για ένα εμβληματικό ξενοδοχείο. Ένα πραγματικό ξενοδοχείο στην καρδιά της πόλης. Θεώρησαν ότι είναι μια πολύ καλή βάση για να ξεκινήσουν τις επενδύσεις τους.
Συγχρόνως, βρισκόμαστε σε μια περιοχή της Αθήνας που μετά το 2010 πέρασε κάποιες δύσκολες στιγμές. Οι επενδυτές ξεχώρισαν αυτό το κομμάτι της πόλης. Και το είδαν πριν από πολλούς καθώς η διαπραγμάτευση είχε ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Το ιστορικό Τιτάνια μπορεί να έχει μια πολλή θετική εξέλιξη και πλέον είναι και οι ίδιοι μέρος αυτής της εξέλιξης.
Πιστεύουν σε αυτό, επένδυσαν αρκετά χρήματα και έχουν και ένα πλάνο επιπλέον επένδυσης στο ξενοδοχείο ώστε να αναβαθμίσουν τους χώρους που χρειάζεται. Άρα, αυτό από μόνο του, δίνει μια μεγάλη δύναμη στην περιοχή, γιατί ένα ξενοδοχείο είναι κομμάτι της πόλης. Πιστεύουν στη δυναμική και της Αθήνας και του συγκεκριμένου σημείου, γιατί είναι στοχευμένη αυτή η αγορά. Θέλουν να επενδύσουν σε αυτό το κομμάτι της πόλης, στο ιστορικό κέντρο της πόλης».
– Τι διαφορετικό θα βιώσει ένας επισκέπτης που είχε έρθει πριν έξι μήνες στο ξενοδοχείο και θα το επισκεφθεί ξανά σε μισό ή ένα χρόνο από σήμερα;
«Ήδη ένα μεγάλο μέρος των δωματίων του ξενοδοχείου είναι ανακαινισμένο. Τους επόμενους μήνες θα ανακαινιστούν και οι τρεις όροφοι που δεν έχουν ανακαινιστεί. Θα γίνουν παρεμβάσεις στο εστιατόριο, στο λόμπι του ξενοδοχείου, στο συνεδριακό χώρο. Η διαφορά θα είναι και στην αισθητική. Θέλουμε το ξενοδοχείο να αντιπροσωπεύει τις τάσεις της εποχής. Να είναι δηλαδή, μέσω της αισθητικής που θα έχει και τους τρόπους που θα χρησιμοποιεί τους χώρους του, μπροστά από την εποχή του. Να προσαρμοστεί στην αλλαγή της πόλης και του κόσμου αλλά να βλέπει και μπροστά. Να καινοτομεί στα σημεία που μπορεί. Άρα οι επισκέπτες θα δουν ένα περιβάλλον πολύ φιλικό προς τους Αθηναίους, ένα ξενοδοχείο που θέλουμε να είναι σε επαφή με την πόλη. Το Τιτάνια είναι κομμάτι της πόλης».
– Το Τιτάνια έχει πράγματι έναν εντυπωσιακό χώρο υποδοχής. Έχει ένα βραβευμένο εστιατόριο και πιάτα υψηλής αισθητικής. Βρίσκεται στην καρδιά της πόλης, δυο βήματα από όλες τις ομορφιές της Αθήνας. Κάποια από αυτά αποτελούν την κληρονομιά δεκαετιών, κάποια δημιουργήματα των προηγούμενων ετών. Πάμε στο σήμερα… Πώς αντιλαμβάνεται ένα ξενοδοχείο την επένδυση στην τεχνολογία;
«Οτιδήποτε προσφέρει η τεχνολογία και μπορούμε να το αξιοποιήσουμε στο ξενοδοχείο μας, θα το κάνουμε. Και δε μιλάμε μόνο για το Wi-Fi, τις χρήσεις του Διαδικτύου, τις τηλεοράσεις ή τις εφαρμογές που θα έχουμε στο κινητό. Σκεπτόμαστε και την εταιρική και κοινωνική ευθύνη. Οτιδήποτε κάνουμε, θέλουμε να έχει θετικό αντίκτυπο και στο εξωτερικό περιβάλλον. Τον τρόπο που χειριζόμαστε τα απόβλητα, τον τρόπο που χειριζόμαστε την ενέργεια. Μπορούμε να κάνουμε εξοικονόμηση ενέργειας. Έχουμε πλάνο και θέλουμε να είμαστε ένα από τα πιο υποστηρικτικά ξενοδοχεία της πόλης, ίσως περισσότερο από όλα. Σεβόμαστε τους ανθρώπους και το περιβάλλον».
– Η κουζίνα του Olive Garden, σε συνδυασμό με την τοποθεσία του, είναι ένα ατού για το Τιτάνια. Η ελληνική ταυτότητα των πιάτων, με τις πρώτες ύλες και τα προϊόντα να προέρχονται από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, αποτελεί μια στρατηγική κίνηση. Εχετε σκοπό να αλλάξετε κάτι στο ταξίδι γεύσεων που προσφέρετε;
– Συνεδριακός τουρισμός και κοινωνικές εκδηλώσεις. Σε ποια σημεία πιστεύετε ότι υπερτερεί το Τιτάνια σε σχέση με τον ανταγωνισμό;
«Η τοποθεσία του είναι πολύ σημαντική. Είναι μέσα στο κέντρο της πρωτεύουσας. Άρα, για μια εκδήλωση είναι ένα από τα καλύτερα σημεία που μπορούν να έρθουν οι επισκέπτες του. Το Μετρό είναι δίπλα. Διαθέτουμε πάρκινγκ 200 θέσεων, κάτι πολύ σημαντικό. Αν πρόκειται για ξένους, το ιστορικό κέντρο είναι εδώ. Και αυτό αποτελεί ένα επιπλέον κίνητρο. Υπάρχει ένα μεγάλος συνεδριακός χώρος στον 1ο όροφο του ξενοδοχείου, στον οποίο ετοιμάζουμε αλλαγές στην αναδιάταξη του χώρου, ώστε να μπορεί να είναι πιο λειτουργικός και τεχνολογικά πιο σύγχρονος, με σκοπό να εξυπηρετήσει και πιο απλές ημερίδες αλλά και πιο πολύπλοκα συνέδρια. Και έχουμε και το εστιατόριό μας, το Olive Garden, στον 11ο όροφο, το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μετά από ένα συνέδριο ή μια εκδήλωση, μπορείς να δειπνήσεις με τους καλεσμένους σου, σε μια τόσο όμορφη θέα, με πολύ καλό φαγητό και σέρβις. Είναι και αυτό ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα».
– Έχετε μεγάλη εμπειρία στο χώρο, τόσο στην ελληνική ταξιδιωτική βιομηχανία όσο και στην ξένη. Η Αθήνα μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα city break;
«Η Αθήνα είναι city break. Ο ορισμός του city break, 100%. Έχοντας δουλέψει τα τελευταία πολλά χρόνια σε μεγάλα ξενοδοχεία στην πρωτεύουσα, γνωρίζω τη δυναμική που έχει. Αυτό που χρειάζεται είναι διαμόρφωση στο ωράριο των καταστημάτων. Όταν έχεις ένα city break, δεν μπορεί τα καταστήματα να κλείνουν στις 5 το απόγευμα και τις Κυριακές να μην ανοίγουν καθόλου. Ίσως αγγίζουμε κι άλλα θέματα εκεί, αλλά το θέμα των καταστημάτων στο κέντρο, δεν αναφέρομαι σε όλη την Αθήνα, πιστεύω πρέπει να είναι ανοικτά, γιατί φέρνουν περισσότερη δουλειά σε όλους. Και ως city break πελάτης, το θέλω αυτό. Επίσης, μέσα στους city break πελάτες θα περιλάμβανα και κάποια business meetings, ή σε ταξίδια κινήτρων που θα γίνονται από Παρασκευή μέχρι Κυριακή και μπορούν να γίνουν στην Αθήνα. Επιπλέον, χρειαζόμαστε ένα μεγαλύτερο συνεδριακό κέντρο. Θα πρέπει να γίνει μια επένδυση σε αυτό το κομμάτι. Χρόνια λέγεται, αλλά δεν έχει γίνει. Υστερούμε σε αυτό σαν πόλη, ενώ έχουμε όλη τη δυναμική και την τεχνογνωσία στα ξενοδοχεία. Ένα άλλο κομμάτι που θα βοηθήσει είναι ο τρόπος που διαφημίζεται πόλη μέσα από τα γεγονότα της. Διοργανώνεται ένα μεγάλο γεγονός στην Αθήνα, ξοδεύονται χρήματα γι’ αυτό. Ενώ θα μπορούσε να φέρει κόσμο, αν το μάθαιναν όλοι εγκαίρως, υπάρχει καθυστερημένη πληροφόρηση και τελικά δεν αξιοποιείται όσο θα μπορούσε».
– Είναι εύκολο να γίνεις τουρίστας στην πόλη σου; Ποιο ρόλο θα μπορούσε να παίξει το Τιτάνια στην καλλιέργεια αυτής της νοοτροπίας;
– Υπάρχει ουσιαστική επικοινωνία των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων της πρωτεύουσας με το δήμο της Αθήνας; Ιδέες, προβληματισμοί, ανταλλαγή απόψεων συζητούνται στο ίδιο τραπέζι;
«Με την προηγούμενη ηγεσία του δήμου η επικοινωνία ήταν λίγη και δύσκολη θα έλεγα. Γίνονταν πράγματα και δεν υπήρχε ενημέρωση. Και μιλάμε για κεντρικά ξενοδοχεία. Δε βρισκόμαστε σε ένα απομονωμένο μέρος. Είμαστε στο κέντρο της πόλης. Δεν ήταν καλή η επικοινωνία, ούτε στο να εκθέσουμε τα αιτήματά μας. Γινόταν με αρκετή πίεση όλο αυτό. Άλλες φορές έφερε αποτέλεσμα, άλλες όχι. Πιστεύω ότι θα μπορούσε να υπήρχε ένα κομμάτι της δημοτικής Αρχής που θα μπορούσε να συγκεντρώνει με μια συχνότητα -δεν λέω συνέχεια- τα μεγάλα ξενοδοχεία που βρίσκονται μέσα στο κέντρο της πόλης και να υπάρχει ένα follow up, μια παρακολούθηση ότι αυτό έγινε, ότι αυτό θα γίνει. Στα μεγάλα ζητήματα, όχι στα επιμέρους προβλήματα. Αυτά τα λύνει ο καθένας μόνος του ή πολλές φορές συζητάμε και τα λύνουμε μεταξύ μας. Είναι, όμως, κάποια μεγάλα θέματα, καθαριότητα, φωτισμός, εκδηλώσεις μεγάλες που πρόκειται να γίνουν και επηρεάζουν με πολλούς τρόπος και θετικά και αρνητικά την πόλη που έπρεπε να τα ξέρουμε. Η επικοινωνία δεν ήταν καλή».
– Τώρα…
«Τώρα, αν και είναι πολύ νωρίς βέβαια, αισθάνομαι με μια πρώτη συζήτηση και επικοινωνία που υπήρχε ότι είναι πιο θετική η δημοτική Αρχή. Πιο ανοικτή και με διάθεση ειδικά στο κέντρο της πόλης να δώσει μεγάλη έμφαση και να λύσει και κάποια θέματα τα οποία -καταλαβαίνω, άλλα λύνονται και άλλα δε λύνονται ή θέλουν πάρα πολύ χρόνο. Και θεωρώ πως σημαντικά θέματα είναι ο φωτισμός και η καθαριότητα. Είναι δύο πράγματα που έχει ανάγκη ολόκληρη η πόλη, όχι μόνο εδώ που είμαστε εμείς. Πραγματικά, αν υπάρχει θέληση, αυτά τα θέματα λύνονται. Έχω την αίσθηση ότι τώρα υπάρχει μεγαλύτερη θέληση να γίνουν».
– Κάθε σεζόν τα στοιχεία δείχνουν πως ο τουρισμός επιτυγχάνει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Το 2018 ήταν η καλύτερη χρονιά με τις διεθνείς αφίξεις να αγγίζουν τα 33 εκατ. τουρίστες. Πόσοι από αυτούς παραμένουν στην Αθήνα;
«Στην Αθήνα ο μέσος όρος διαμονής είναι μικρότερος από ό,τι στα νησιά. Μιάμιση με δύο ημέρες. Συνήθως θα έρθει ο επισκέπτης πριν πάει στα νησιά ή την ενδοχώρα, ή στη επιστροφή του, ή και πριν και μετά. Από την άλλη, οι city break πελάτης θα έρθουν τους μήνες εκτός καλοκαιριού. Θα ήθελα σε αυτό το σημείο να “κλέψω” μια κουβέντα που είπε ο κ. Ρέτσος, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, στο συνέδριο. Eίχαμε 33 εκατομμύρια επισκέπτες, δε θέλουμε άλλους. Θέλουμε να ανεβάσουμε την ποιότητα. Το να έχεις πολύ κόσμο είναι σημαντικό. Στην Ελλάδα αξίζει να υπάρχει μια ποιότητα τουριστών που θα αφήσουν και τα ανάλογα έσοδα. Ο τουρισμός για τη χώρα είναι μια πηγή εσόδων. Άρα, θέλουμε να δουλέψουμε, και πιστεύω ότι είναι η κατεύθυνση όλων των φορέων, στην ποιότητα και των τουριστών και του προϊόντος. Για να μπορέσουμε να έχουμε μια υψηλότερη γκάμα πελατών, που θα έχουν τη δυνατότητα να ξοδέψουν και περισσότερα χρήματα, πρέπει να προσφέρουμε για να αναβαθμίσουμε το προϊόν μας. Είναι αυτό που λέγαμε πριν, ότι θες να του προσφέρεις ένα πολύ καλό ξενοδοχείο, ένα πολύ καλό εστιατόριο, να πάει σε μια έκθεση, όλα να είναι πολύ ωραία, δεν μπορεί να περπατάει σε βρώμικα πεζοδρόμια. Πρέπει να συμβαδίσει αυτό. Άρα, να φέρουμε κι εμείς το προϊόν μας, από την ώρα που θα έρθει μέχρι την ώρα που θα φύγει στο επίπεδο αυτό, γιατί αυτός θα μας φέρει κι άλλους μετά».
– Είναι λογικό οι επιχειρηματικοί όμιλοι και τα μεγάλα ξενοδοχεία να παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις πολιτικές εξελίξεις της Ελλάδας. Ποια είναι η αίσθηση που είχατε την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και ποια σήμερα;
«Αυτό που πολύ σημαντικό τώρα είναι η άρση των capital controls. Είναι σημαντικό και από τη μεριά του ξενοδόχου και από τη μεριά αυτού που θέλει να έρθει και να επενδύσει. Πιστεύω ότι υπάρχει ένα πιο θετικό κλίμα αυτήν τη στιγμή και μια μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Βέβαια, αυτήν την εμπιστοσύνη πρέπει να την κερδίσει και η κυβέρνηση που είναι τώρα, κάνοντας πράγματα. Έχω μια αίσθηση ότι τα πράγματα κινούνται πιο γρήγορα. Η ακινησία δε βοηθάει, απλά συσσωρεύει θέματα. Δεν τα λύνει. Κάποια στιγμή πρέπει να κινηθεί η οικονομία. Να κινηθούν οι διαδικασίες. Κάτι ή θα γίνει, ή δεν θα γίνει. Δεν μπορεί να βρίσκεται σε μια ενδιάμεση κατάσταση, γιατί δεν βολεύει πολιτικά. Αυτό είναι κακό. Φαίνεται ότι τα πράγματα έχουν γίνει πιο ευκίνητα. Η φορολογία, από τις εξαγγελίες που έχουν γίνει, για το 2020, για τις επιχειρήσεις είναι πιο χαμηλά, που είναι πολύ σημαντικό. Νομίζω, η εξαγγελία που δεν έχει γίνει, που εγώ θα περίμενα και σαν επαγγελματίας πιστεύω ότι θα έπρεπε να γίνει, είναι και το θέμα της φορολογίας στη μισθοδοσία των εργαζομένων. Γιατί αυτό είναι ένα βαρύ κομμάτι. Ένας εργοδότης θέλει να ενισχύσει τους εργαζόμενους που είναι καλύτεροι, που δουλεύουν πραγματικά σωστά και δεν μπορεί, γιατί είναι υπέρογκη η φορολογία σε όλα τα επίπεδα».
– Πότε ένας επισκέπτης νιώθει ότι δεν πέταξε τα λεφτά του στο ξενοδοχείο;
«Όταν είσαι ειλικρινής στην προσδοκία που του είχες δημιουργήσει. Το Τιτάνια πρώτα απ’ όλα έχει ένα πολύ καλό σέρβις και ένα πολύ ζεστό “welcome” για τους πελάτες που έρχονται. Δηλαδή, έχουμε στάνταρ στα οποία λειτουργούμε, αλλά δεν έχουμε μια τυποποιημένη συμπεριφορά. Θεωρώ ότι σε μια επιχείρηση, όπως συμπεριφέρεσαι στους ανθρώπους που δουλεύουν, έτσι θα συμπεριφερθούν αντίστοιχα και αυτοί στους πελάτες. Αυτή, λοιπόν, τη συνέχεια προσπαθούμε -όσο μπορούμε, με τον καλύτερο τρόπο- να τη διατηρήσουμε, γιατί είναι κάτι που κάνει μεγάλη διαφορά. Ωραίο ξενοδοχείο θα βρει κάποιος, σε πολλές πόλεις, σε πολλά μέρη. Δεν είναι το κτίριο μόνο του, αλλά το σημαντικό είναι να αισθανθεί καλά.
Να αισθανθεί ότι τον περιμένουν, ότι χαίρονται που βρίσκεται εκεί, ότι εκτιμούν ότι έρχεται και θα αφήσει τα χρήματά του σε αυτό το ξενοδοχείο, που ήταν επιλογή του. Άρα, να προσπαθήσουμε όλοι να είμαστε και πιο πάνω από την προσδοκία που έχει. Το ένα είναι η φιλοξενία, το άλλο είναι τα χαρακτηριστικά του ξενοδοχείου. Δεν θέλουμε να ωραιοποιήσουμε κάτι, πρέπει να δείχνουμε αυτό που είμαστε. Εάν εμείς είμαστε ένα καλό ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων, πρέπει να είμαστε ένα καλό ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων. Δεν πρέπει να λέμε ότι είμαστε έξι αστέρων και να είμαστε τεσσάρων. Πρέπει να είμαστε στην κατηγορία μας, η οποία έχει να κάνει με τα στάνταρ και με το σέρβις που τους προσφέρουμε. Δηλαδή με το μέγεθος των δωματίων, με διάφορα χαρακτηριστικά.
Η τιμή, επίσης, πρέπει να έχει μια ανταπόκριση με αυτό που θα πάρει ο πελάτης. Δηλαδή, να του έχεις δώσει τα χαρακτηριστικά του δωματίου, αν έχεις room service, πρέπει να έχεις πραγματικά καλό room service. Να τον κάνεις να περιμένει αυτό που θα βρει και να βρει και κάτι ακόμη καλύτερο.
– Αφού μιλάμε για προσδοκίες, δε γίνεται να μην έρθει ξανά στη συζήτηση το Olive Garden. Έντεκα ορόφους πάνω από το πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου, στο νούμερο 52, υπάρχει ένα εστιατόριο-μπαρ που ανεβάζει ακόμη ψηλότερα τον πήχη. Η Αθήνα δείχνει ομορφότερη, ενώ δεν έχει κάνει κάτι για ν’ αλλάξει. Είναι η ίδια πόλη που περπατούσαμε πριν λίγο…
– Θυμάστε κάποια μεγάλη αλλαγή που έχει γίνει στον ελληνικό τουρισμό τα τελευταία χρόνια; Κάτι που πραγματικά ν’ άλλαξε τα δεδομένα…
«Θυμάμαι δύο πράγματα. Το ένα είναι η αλλαγή που έγινε στην Αθήνα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, επειδή ήμουν και πριν το 2000 στο χώρο των ξενοδοχείων και στον τομέα των πωλήσεων και του μάρκετινγκ έχω πολλές παραστάσεις και εμπειρία από εκείνα τα χρόνια. Πηγαίνοντας εκτός Ελλάδας, όταν έλεγες “Αθήνα” ξίνιζαν τα μούτρα τους. Αυτό άλλαξε όσο πηγαίναμε προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες και κρατήσαμε αυτήν την έκφραση ψηλά μέχρι το 2008. Όλη αυτήν την περίοδο, η Αθήνα πραγματικά είχε αλλάξει, θετικά, την εικόνα της. Το brand name της είχε μπει πάρα ψηλά. Από το 2008, 2009, αυτό άρχισε να γυρίζει για την Αθήνα. Τα επεισόδια, όλα αυτά που έγιναν, μέχρι το 2012, ίσως το 2013, ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδος. Δεν ήμασταν μια πόλη που είχε μείνει στο παρελθόν. Ήμασταν μια ωραία πόλη που καταστρέφεται. Αυτή ήταν η αίσθηση. Σα να έχει βάλει κάποιος σκοπό να καταστρέψει αυτήν την ωραία εικόνα.
Μέσα σε αυτό το “κατεστραμμένο περιβάλλον”, από το τέλος του ’12 στις αρχές του ’13, άρχισε να μπαίνει μια νέα γενιά και να φτιάχνει μια καινούρια ταυτότητα. Έθνικ εστιατόρια, μπαρ, νυχτερινή ζωή σε ένα κομμάτι του κέντρου που δεν το είχε μέχρι τότε. Αυτό ήταν μια μεγάλη αλλαγή. Όλοι αυτοί οι δρόμοι, η Κολοκοτρώνη, η Καραγιώργη Σερβίας, ήταν για δύο με δυόμισι χρόνια εγκαταλελειμμένα τοπία. Σα να έχει γίνει πόλεμος. Άρχισε να μπαίνει εκεί ένα νέο αίμα και επιχειρηματίας που υπήρχαν και πιο νέοι επιχειρηματίες και να λένε “τι έχω να χάσω; Μέσα στην καταστροφή θα κάνω κάτι καλό”. Και πολλοί το πέτυχαν. Και το πέτυχαν και συνεχίζεται όλο αυτό. Αυτό άρχισε να φέρνει μια στροφή στην πόλη και μετά ηρέμησαν τα πράγματα και πολιτικά, άρχισε η κοινωνία να βρίσκει μια άλλη ισορροπία και βοήθησε να επαναφέρουμε αυτήν την εικόνα.
Σε αυτό οι φορείς και οι πολιτικοί δεν βοήθησαν καθόλου. Δηλαδή, την αλλαγή την έφεραν οι απλοί άνθρωποι, την φέραμε όλοι όσοι είμαστε στον τουρισμό. Μια Πολιτεία που παίρνει τόσο μεγάλο κομμάτι του χρήματος που παράγουμε την ώρα που δεν κάνει αυτά που πρέπει για να βοηθήσει. Τι να τα κάνω εγώ όλα αυτά που λέμε στα χαρτιά; Δε με ενδιαφέρει. Θα έρθει ο ξένος και θα δει στη Σταδίου τα κτίρια σε αυτήν την κατάσταση. Η απαξίωση δεν αρχίζει ούτε από το εξωτερικό, ούτε από εμάς τους ανθρώπους. Από το κράτος. Εισπράττουμε απαξίωση, βγάζουμε κι εμείς απαξίωση…
– Αν μπορούσατε, ως δια μαγείας, να υιοθετούσατε κάτι από το εξωτερικό και να το φέρνατε στο Τιτάνια, ποιο ή τι θα ήταν αυτό;
«Δεν ξέρω. Γιατί το κάνουμε καθημερινά αυτό. Αυτήν την “κατασκοπία” την κάνουμε καθημερινά. Στην Ελλάδα ξέρουμε καλά τα πράγματα, αλλά δεν τα έχουμε βάλει σε ένα πλαίσιο για να μπορούμε να μεταφέρουμε αυτήν τη γνώση. Έχουμε και δώσουμε αλλά και να πάρουμε. Είναι πιο εύκολο να την πάρουμε, γιατί είναι πιο καθορισμένη και τυποποιημένη. Εμείς δεν το έχουμε τόσο πολύ αυτό. Άρα, εάν μπορέσουμε να φτιάξουμε αυτό το πλαίσιο, και στο δικό μας ξενοδοχείο, θα μπορούμε να λάνουμε τεχνογνωσία πιο εύκολα. Ο τουριστικός τομέας στην Ελλάδα έχει εξελιχθεί αλλά χρειαζόμαστε μια πιο καλή δομή. Λάβουμε υπόψη τα διεθνή πρότυπα και να επικοινωνήσουμε καλύτερα τις ιδέες και τις καινοτομίες που έχουμε. Τουριστικά ίσως έχουμε να δώσουμε πιο πολλά πράγματα από ό,τι να πάρουμε…».
+ There are no comments
Add yours