Η ιστορία του «DON’T YOU WANT ME» των Human League [vid]

Το «Don’t You Want Me» περιλαμβάνεται στον τρίτο στούντιο δίσκο των Human League «Dare», που κυκλοφόρησε το 1981.

του Κωνσταντίνου Παυλικιάνη

Οι Human League σχηματίστηκαν το 1977 στο Sheffield της Αγγλίας από τους Philip Oakey, Martyn Ware και Ian Craig Marsh. Ο Philip Adrian Wright, που δεν ήταν μουσικός, ήταν υπεύθυνος για τα οπτικά εφέ και δημιουργούσε περίτεχνες διαφάνειες που προβάλλονταν στη σκηνή κατά τη διάρκεια των τραγουδιών τους. Το 1980, λόγω καλλιτεχνικών διαφορών που προέκυψαν από την έλλειψη κάποιας mainstream επιτυχίας, ο Ware και ο Marsh έφυγαν από το συγκρότημα για να σχηματίσουν τους Heaven 17, αφήνοντας τον πρώην νοσοκόμο Philip Oakey σε μία πολύ δύσκολη θέση. Έτσι, μερικές εβδομάδες πριν την έναρξη της βρετανικής και ευρωπαϊκής περιοδείας, ο Oakey έμεινε όχι μόνο με τα δικαιώματα στο όνομα των Human League αλλά και με τα χρέη και τις συμβατικές υποχρεώσεις του συγκροτήματος, τόσο απέναντι στη Virgin Records όσο και στον διοργανωτή των συναυλιών που απειλούσε με μηνύσεις σε περίπτωση που δεν γινόταν η περιοδεία. Έχοντας τη δυνατότητα να βασιστεί στην αφοσίωση  του φίλου του, Philip Adrian Wright, ο οποίος άρχισε να παίζει πλήκτρα ενώ παράλληλα φρόντιζε για τον φωτισμό των ζωντανών εμφανίσεων του συγκροτήματος και την προβολή διαφανειών, ο Oakey δεν έχασε τον χρόνο του. Προσέλαβε στο συγκρότημα τον Ian Burden, ο οποίος έπαιζε synthesizer, και άρχισε να αναζητά μία τραγουδίστρια στα στέκια του Sheffield. Κάποια στιγμή το βλέμμα του έπεσε σε δύο μαθήτριες που χορεύανε στο νυχτερινό club Crazy Daisy και τις στρατολόγησε επειδή σκέφτηκε ότι έδειχναν ωραίες, παρά το γεγονός ότι δεν είχαν απολύτως καμία εμπειρία στο επαγγελματικό τραγούδι ή στον χορό -αντανακλώντας έτσι τη δική του πρόσληψη από τους Ware και Marsh, οι οποίοι τον είχαν διαλέξει περισσότερο για τη φλογώδη και σεξουαλικά διφορούμενη εμφάνισή του παρά για τις μη δοκιμασμένες φωνητικές του δυνατότητες. Η Susan Ann Sulley ήταν μόλις 17 ετών και η Joanne Catherall ήταν 18 κι έτσι μετά την ολοκλήρωση της περιοδείας επέστρεψαν στο σχολείο.

Είναι σαφές ότι απαιτούνταν κάποια βοήθεια κι αυτή ήρθε με τη μορφή του ορισμένου από τη Virgin Records παραγωγού/μηχανικού Martin Rushent, ο οποίος άρχισε να δουλεύει με το συγκρότημα στα δικά του στούντιο, τα Generic Sound Studios, στο Reading, Berkshire. Τον Μάρτιο του 1981, η Sulley και η Catherall μετακινούνταν μεταξύ του στούντιο και του Sheffield ώστε να μπορέσουν να λάβουν μέρος στις τελικές σχολικές εξετάσεις. Μέχρι τότε, η σύνθεση του συγκροτήματος είχε ολοκληρωθεί με την προσθήκη του πρώην κιθαρίστα/τραγουδοποιού των Rezillos, Jo Callis, ο οποίος έμαθε γρήγορα να παίζει και synths. Το συγκρότημα δούλευε τότε τον τρίτο του δίσκο, με τίτλο «Dare».  Ο Wright συνέβαλε στο γράψιμο των τραγουδιών και ο Oakey ήταν ο βασικός τραγουδιστής.

Το «Don’t You Want Me» είναι ένα new wave/synthpop τραγούδι, το οποίο έγραψαν οι Philip Oakey, Philip Adrian Wright και ο Jo Callis. Το εμπνεύστηκε ο Philip Oakey από μία φωτογραφική ιστορία σε γυναικείο εφηβικό περιοδικό. Το θέμα είναι κλασικό: boy meets girl. Οι στίχοι μιλάνε για έναν τύπο που έχει γνωρίσει μία σερβιτόρα, την οποία μετέτρεψε σε αστέρι, αλλά η αγάπη τους έχει πια χαθεί. 

Το τραγούδι μας ταξιδεύει πίσω στον χρόνο, σ’ ένα σημείο στην παιδική ηλικία όλων, όπου πριν ακόμα δημιουργήσουμε τους αμυντικούς μας μηχανισμούς αντιμετωπίζαμε την απόρριψη με την αθώα έκφραση του πληγωμένου: «Δεν με θέλεις;». Είναι, λοιπόν, μία υπέροχη και καθαρή δήλωση αγάπης χωρίς ανταπόδοση. Αυτό το καταστροφικό και λυπηρό χρονικό ενός φθαρμένου ρομάντζου με βαθύ ερωτισμό τυλίχτηκε με την πιο πιασάρικη παραγωγή της χρονιάς με αποτέλεσμα το ευρύ κοινό να εκλαμβάνει τον δυσοίωνο απόηχο του τραγουδιού ως κομμάτι που γιορτάζει τον έρωτα. Ο ίδιος ο Phil Oakey επισήμανε ότι υπάρχει παρανόηση, ισχυριζόμενος ότι δεν είναι ερωτικό τραγούδι αλλά ένα δυσάρεστο τραγούδι για την πολιτική εξουσίας μεταξύ των φύλων. 

Ο στίχος «you’d better change it back or we will both be sorry» (κάτι σαν «καλύτερα ν’ αλλάξεις στάση αλλιώς θα το μετανιώσουμε κι οι δύο») αποτελεί αντικείμενο συζήτησης στο κατά πόσο πρόκειται για ψυχολογικό εκφοβισμό. Το τραγούδι δεν υποστηρίζει, ούτε κατηγορεί κανέναν από τους δύο, αλλά δεικνύει μόνο τη διαφωνία τους (και το κάνει εξαιρετικά, δεδομένου του pop πλαισίου στο οποίο λειτουργεί).  Ίσως την εποχή που γράφτηκε το τραγούδι, οι άνθρωποι να το εκλάμβαναν πιο «χαριτωμένο» απ’ ό,τι θα το έκαναν τώρα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, είναι ένα είδος γλυκόπικρης τραγωδίας που κάτι βασικά καλό διαταράσσεται από τις κοινωνικές αλλαγές. Θα μπορούσε, λοιπόν, κάποιον να συμπάσχει με την απογοήτευση του άνδρα έπειτα από την απόρριψη της γυναίκας, ακόμα κι αν δεν συμφωνεί μαζί του. Στη σημερινή εποχή, όμως, η κοινωνία είναι πιο επικριτική σε τέτοιου είδους συμπεριφορές. Δίνοντας έμφαση στις σαφείς απειλές του άνδρα, τα λόγια του συνδέονται μ’ ένα ευρύτερο μοτίβο κακοποίησης και η στάση του ακροατή απέναντί του είναι πιο σκληρή. Ωστόσο, το τραγούδι παραμένει να είναι εξαιρετικό και με την ικανότητα να μιλάει για τόσα πολλά και να δημιουργεί τόση σκέψη, σ’ ένα τόσο περιορισμένο χρόνο. 

Το «Don’t You Want Me» ηχογραφήθηκε το 1981 στο Genetic Sound στο Reading, με παραγωγό τον Martin Rushent. 

Martin Rushent: Νομίζω ότι το μοναδικό σχέδιο που υπήρχε ήταν για το πώς θα έπρεπε να φαίνεται το συγκρότημα. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για τον Phil, ο οποίος προσπαθούσε να κάνει τους νέους ηλεκτρονικούς ABBA. Πιθανόν να πίστευε ότι θα ακουγόταν λίγο πιο σκοτεινό απ’ ό,τι κατέληξε και το καλύτερο παράδειγμα ήταν το «Don’t You Want Me». Όταν το άκουσα για πρώτη φορά, είχε γραφτεί μόνο το μισό τραγούδι και ήταν πολύ υποτυπώδες. Αυτό συνέβαινε με τα περισσότερα τραγούδια -ήταν μισογραμμένα ή είχαν απλά ένα riff. Ξέρεις, «Ναι, αυτό είναι σπουδαίο riff, ας το κάνουμε τραγούδι» και όλοι τότε τραγουδούσαν τις ιδέες τους. Στην περίπτωση του «Don’t You Want Me», τα φωνητικά μπήκαν σχετικά νωρίς. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα drums και τα μπάσα είχαν τελειώσει και είχαμε επίσης έναν πολύ καλό οδηγό στο synthesizer, αλλά είχαμε προβλήματα στη διαθεσιμότητα του Phil και των κοριτσιών. Έτσι είπα «ας κάνουμε τώρα τα φωνητικά. Στη συνέχεια, όταν θα λείπετε, ο Jo [Callis] κι εγώ μπορούμε να ολοκληρώσουμε το κομμάτι». Και αυτό συνέβη. Μόλις ο Phil και τα κορίτσια την έκαναν, ο Jo κι εγώ τα δώσαμε όλα και το κάναμε πολύ πιο εμπορικό. Ο Phil είναι ένας σπουδαίος τραγουδιστής. Η φωνή του είναι τόσο ξεχωριστή και φιλική στα μικρόφωνα που ήταν εύκολο να δουλέψεις τα φωνητικά του. Τον έβαζα να κάνει τρεις λήψεις, τις συνδύαζα και πάντα δούλευε. Το μικρόφωνο που χρησιμοποίησα ήταν ένα Neumann U77 και περιστασιακά τον ηχογραφούσαμε στην τουαλέτα. Αυτό ακριβώς κάναμε για το «Don’t You Want Me». Για κάποιο λόγο, η φωνή του Phil ακουγόταν πραγματικά καλή εκεί και θυμάμαι να λέω στον Jo:

  • Το παράθυρο είναι ανοιχτό. Όταν τραγουδάει, γιατί δεν σκύβεις να τραβήξεις το καζανάκι;

Λοιπόν, αυτό συνέβη περίπου τρεις φορές πριν πει τελικά ο Phil:

  • Martin, κάτι πραγματικά περίεργο συμβαίνει εδώ. Η τουαλέτα συνεχίζει να ξεπλένει. Δεν την ακούς στο μικρόφωνο;
  • Όχι. Εσύ την ακούς Jo;
  • Όχι!

Για λίγη ώρα ο Phil πιθανόν να πίστευε ότι ήταν στη Ζώνη του Λυκόφωτος αλλά στο τέλος τού το είπαμε. Οι τουαλέτες τείνουν να είναι αρκετά ζωντανές επειδή υπάρχουν τα πλακάκια, οι καθρέφτες και οι πορσελάνες και, επίσης, συνήθως είναι αρκετά μικρές. Έτσι παίρνεις ένα είδος ζωντανής αντήχησης, η οποία με τα παλαμάκια και τα περιστασιακά φωνητικά μπορεί να ακούγεται πολύ καλά. Σίγουρα ταίριαξε στη φωνή του Phil και ήταν επίσης διασκεδαστικό να τον ηχογραφούμε εκεί. Δηλαδή ξοδεύεις όλα αυτά τα λεφτά για το φανταχτερό ακουστικό υλικό και στη συνέχεια καταλήγεις να κάνεις τα φωνητικά για μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην τουαλέτα! Λατρεύω αυτή την ειρωνεία. Τα κορίτσια λάτρευαν τα βαμβακερά καλτσάκια τους. Ήταν πολύ μικρές, πολύ άπειρες, κι ενώ αμφότερες θα ωρίμαζαν σε πολύ καλές τραγουδίστριες, τότε μετά βίας μπορούσαν να τραγουδήσουν. Για προφανείς λόγους, ήταν επίσης απελπιστικά αγχωμένες -έχοντας αποσπαστεί από μια ντισκοτέκ και από το σχολείο για να εμφανιστούν στο «Top Of The Pops», όλα αυτά ήταν μία παράξενη εμπειρία γι’ αυτές. Η Susan ήταν η καλύτερη τραγουδίστρια από τις δύο, αλλά χρειάστηκαν ώρες και ώρες για να πάρει τη βασική φωνή στο «Don’t You Want Me» και έπρεπε επίσης να καταγράψω την Jo Catherall πάμπολλες φορές. Ένα πράγμα ακόμα που πρέπει να πω γι’ αυτές είναι ότι ήταν αποφασιστικές. Η Sue πρέπει να έχει κάνει περίπου 60 λήψεις του κουπλέ στο «Don’t You Want Me» αλλά ούτε μια φορά δεν παραπονέθηκε. Προς το τέλος, ήμασταν τόσο κοντά σε αυτό που θέλαμε, και η Sue άρχισε να κουράζεται και να εκνευρίζεται, κι εκείνη τη στιγμή άνοιξε η πόρτα του στούντιο και μπήκε ο 4χρονος γιος μου εντελώς γυμνός, εκτός από ένα ζευγάρι πράσινες μπότες Wellington με φάτσα βατράχου στα δάχτυλα των ποδιών, και είπε «Γειά!». Η Sue λύθηκε στα γέλια, έσπασε ο πάγος, και στην επόμενη λήψη πήραμε τον χαμένο στίχο που ήθελα: «I was working as a waitress in a cocktail bar, that much is true». Σ’ ευχαριστώ, λοιπόν, James. Ήταν παραγωγός ήδη από τότε.    

Σίγουρα η τουαλέτα δεν αποτελεί το πιο ρομαντικό σκηνικό για ένα τραγούδι στο οποίο ο Oakey, ως πρωταγωνιστής τύπου Σβεγκάλη, προσπαθεί ανεπιτυχώς να ξανακερδίσει την αγάπη της προστατευόμενής του. Ο Σβεγκάλη είναι ένας φανταστικός χαρακτήρας στο μυθιστόρημα «Τρίλμπη» (1895) του George Du Maurier. Αυτός ο χαρακτήρας αποπλανεί, κυριαρχεί και εκμεταλλεύεται τη νεαρή Τρίλμπη και την κάνει διάσημη τραγουδίστρια. Η λέξη «Svengali» έχει περάσει και στα αγγλόφωνα λεξικά ως χαρακτηρισμός που αναφέρεται σε άτομο που με κακό σκοπό κυριαρχεί, χειρίζεται και ελέγχει ένα άλλο. Αντίστοιχα, λοιπόν, μετά την εισαγωγή του τραγουδιού, ο Philip Oakey μας λέει ότι διάλεξε τυχαία μία σερβιτόρα σ’ ένα μπαρ, την οποία οδήγησε στο δρόμο της επιτυχίας. Στη συνέχεια εκφράζει τη δυσπιστία του ως προς τη στάση της και γίνεται απειλητικός ενώ ταυτόχρονα την εκλιπαρεί. 

Κι ενώ στο δεύτερο κουπλέ ο τραγουδιστής θα μπορούσε να τραγουδήσει για το πόσο ευτυχισμένοι ήταν κάποτε μαζί και να την παροτρύνει να επιστρέψει σ’ αυτόν, και να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα, αντ’ αυτού -κι εδώ είναι που το «Don’t You Want Me» διασχίζει τη γέφυρα από το καλό pop τραγούδι προς το ιδιοφυές αριστούργημα- εμφανίζεται η πρώην σερβιτόρα κι ανατρέπει το σκηνικό αντιμετωπίζοντας την κηδεμονική στάση του άνδρα, αφήνοντάς τον στο τέλος να ικετεύει, να εκλιπαρεί και να απειλεί, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αυτή η είσοδος είναι μία από τις πιο εκπληκτικές και συναρπαστικές στιγμές στην pop μουσική. Ενώ, λοιπόν, ο άνδρας λέει «εγώ σ’ έκανα επιτυχημένη κι εσύ είσαι αχάριστη», η γυναίκα του απαντά «θα γνώριζα επιτυχία και χωρίς εσένα».   

Το «Don’t You Want Me» αρχικά σχεδιάστηκε και ηχογραφήθηκε ως σόλο με ανδρική φωνή αλλά ο Philip Oakey εμπνευσμένος από την ταινία «Ένα Αστέρι Γεννιέται» (A Star Is Born, 1976) αποφάσισε να μετατρέψει το τραγούδι σ’ ένα συγκρουσιακό ντουέτο με μία από τις δύο νεαρές τραγουδίστριες του συγκροτήματος. 

Ήταν ασυνήθιστο το γεγονός ότι μία από τις δεύτερες φωνές πήρε ηγετικό ρόλο. Εν προκειμένω, το χρίσμα της «αχάριστης» προστατευόμενης πήρε η Sulley, που στην πραγματική ζωή δεν ήταν ποτέ «σερβιτόρα σε μπαρ» («a waitress in a cocktail bar») πριν μπει σε ταχεία τροχιά προς τη δόξα και τα πλούτη. Μέχρι τότε, αυτή και η Joanne Catherall είχαν κάνει μόνο δεύτερες φωνές. Σε πολλούς ακροατές που γνώρισαν το συγκρότημα από αυτό το τραγούδι, η Sulley φάνηκε να είναι περισσότερο σημαντική από μία εφεδρική τραγουδίστρια. Μάλιστα τότε ο Philip Oakey έβγαινε με την άλλη τραγουδίστρια, την Joanne Catherall. Η Susan Ann Sulley είπε ότι απλά στάθηκε τυχερή στην κλήρωση. Χωρίς αμφιβολία, μεταξύ των πολλών ελκυστικών πτυχών του τραγουδιού είναι η εντελώς φυσική και ανεπηρέαστη ποιότητα των φωνητικών της Sulley. Η αθώα φωνή της είναι γοητευτικά ερασιτεχνική και ταιριάζει απόλυτα στο στιχουργικό και μουσικό πλαίσιο του τραγουδιού. Ακόμα κι αν ένας ακροατής δεν είναι φαν του συγκεκριμένου είδους μουσικής, μπορεί να διακρίνει πόση δύναμη και δράμα ξεχειλίζει το τραγούδι και ειδικά όταν αρχίζει να τραγουδάει η Susan Ann Sulley.

Το «Don’t You Want Me», γραμμένο σε Ντο μείζονα (C major), έχει ρυθμό 118 bpm και είναι το πρώτο τραγούδι στο οποίο χρησιμοποιήθηκε το drum machine LM-1. Το LM-1 παρουσιάστηκε το 1980 και ήταν το πρώτο προγραμματιζόμενο μηχάνημα που περιείχε δείγματα πραγματικών τυμπάνων αντί να τα συνθέτει. Το μηχάνημα αυτό έγινε η βάση για πολλές επιτυχίες της εποχής, αφού χρησιμοποιήθηκε από καλλιτέχνες όπως ο Michael Jackson, ο Peter Gabriel και ο Gary Numan. Ο πιο παραγωγικός υποστηρικτής του ήταν ο Prince, ο οποίος το χρησιμοποίησε σε τραγούδια όπως το «When Doves Cry».  

Αρχικά το τραγούδι ήταν πολύ σκληρότερο από την εκτέλεση που κυκλοφόρησε τελικά. Οι πρώτες εκδοχές του τραγουδιού δεν άφησαν ικανοποιημένο τον Martin Rushent. Με τα τύμπανα, το μπάσο και τα φωνητικά μέρη να έχουν ολοκληρωθεί, η αποστολή για τον Martin Rushent και τον Jo Callis ήταν να κάνουν νέα μίξη, δίνοντας έναν πιο μαλακό ήχο στη μελωδία που θα συνόδευε τους στίχους του «Don’t You Want Me». Αποφάσισαν, λοιπόν, να προσθέσουν «γλυκαντικά» ή, όπως το αποκαλεί ο Rushent, «το ζαχαρωτό του αυτιού», τη στιγμή που ο Philip Oakey και τα κορίτσια απουσίαζαν σε άλλες υποχρεώσεις. Αυτό σήμαινε στην πράξη τη δημιουργία απλής ηλεκτρονικής μελωδίας με διάφορα μέρη από synthesizer, συμπεριλαμβανομένου και ενός που ακούγεται σαν κιθάρα, πνευστά στο ρεφρέν και έγχορδα. Η μελωδία κιθάρας-synthesizer που συνοδεύει το ρεφρέν ήταν αποτέλεσμα ενός ατυχήματος στο στούντιο. 

Martin Rushent: Στο «Don’t You Want Me» υπάρχει μία κινούμενη γραμμή κάτω από το ρεφρέν που ακούγεται χαμηλά, ένας συνθετικός ήχος σαν κιθάρα, προγραμματισμένος σε ένα Roland 800. Αυτό συνέβη επειδή ο υπολογιστής τα έκανε μαντάρα και έπαιξε τη γραμμή με μισό beat εκτός χρόνου. Τη στιγμή που το ακούσαμε, ο Jo (Callis) κι εγώ είπαμε:

  • Ουάου! Αυτό είναι εκπληκτικό! Τι διάολο συνέβη; 

Την επόμενη φορά, λοιπόν, το έπαιξα όπως είχε προβλεφθεί αρχικά και είπα:  

  • Γαμώτο, νομίζω ότι το χάσαμε Jo!

Τότε ο Jo το έκανε ξανά και είπα:

  • Το επεξεργάστηκα, είναι μισό beat πίσω. Οπότε αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να μετακινήσουμε όλο το κομμάτι μισό beat πίσω κι αυτό είναι. 

Αυτό συμβαίνει περιστασιακά στο στούντιο -ακούς κάτι και σκέφτεσαι «Αυτό ακούγεται πολύ καλό. Ποτέ δεν θα το σκεφτόμουν αυτό». Ώσπου ο Jo κι εγώ να τελειώσουμε, είχαμε μία ξεσηκωτική pop ηχογράφηση. Το αρχικό όραμα του Phil για το «Don’t You Want Me» ήταν να είναι πιο σκοτεινό, κρύο και μοναχικό, αλλά εγώ δεν το ήξερα αυτό, και όταν αυτός και τα κορίτσια επέστρεψαν και τους το έπαιξα, το μίσησαν εντελώς.

  • Πρέπει να κάνουμε μία συνάντηση του συγκροτήματος, Martin. Είναι φρικτό! Έχεις καταστρέψει εντελώς το τραγούδι!

Ο Jo [Callis] κι εγώ καθόμασταν εκεί λέγοντας:

  • Ναι, αλλά ακούγεται σαν επιτυχία.

Εγώ είπα:

  • Νομίζω ότι είναι το πιο ισχυρό κομμάτι που έχουμε κάνει.

Δεν πείστηκαν και τότε είπα:

  • Κοιτάξτε, ας το στείλουμε στον Simon Draper [executive της δισκογραφικής] και στ’ αγόρια της Virgin και να δούμε την άποψή τους.  

Αυτό ακριβώς κάναμε και όταν το άκουσε ο Simon ήρθε σε οργασμούς έκστασης λέγοντας:

  • Είναι εκπληκτικό! Αυτό είναι! Αυτό είναι που θέλουμε!

Όμως αυτή η νέα εκδοχή δεν άρεσε καθόλου στον Philip Oakey, ο οποίος πίστευε ότι το «Don’t You Want Me» θα ήταν το πιο αδύναμο κομμάτι του «Dare», γεγονός που οδήγησε σε έναν από τους πιο περιβόητους καβγάδες με τον Rushent. Με τον Oakey να… μισεί το τραγούδι, το «Don’t You Want Me» υποβιβάστηκε και μπήκε τελευταίο στη δεύτερη πλευρά του δίσκου!  

Οι Human League θεωρούσαν τους εαυτούς τους ότι είναι πρωτοποριακοί. Βασίστηκαν σε ηλεκτρονικούς ήχους και θεωρούσαν τις κιθάρες «αρχαϊκές και αντίκες». Στην αρχή δεν ήθελαν να κυκλοφορήσουν σε single το «Don’t You Want Me» επειδή σκέφτηκαν ότι είναι πολύ συνηθισμένο. 

Πριν από την κυκλοφορία του δίσκου «Dare», τρία από τα κομμάτια που συμπεριλήφθηκαν στον δίσκο -το «The Sound Of The Crowd», το «Love Action (I Believe In Love)» και το «Open Your Heart»- είχαν ήδη κυκλοφορήσει και γνωρίσει επιτυχία. Μ’ έναν επιτυχημένο δίσκο και τρία επιτυχημένα singles στη σειρά, ο Simon Draper αποφάσισε χαρούμενος να κυκλοφορήσει ένα ακόμα single από τον δίσκο πριν το τέλος του 1981 πιστεύοντας ότι το «Don’t You Want Me» θα γινόταν σίγουρα το χριστουγεννιάτικο No 1. Η επιλογή του προκάλεσε αμέσως την έντονη διαφωνία του Oakey, ο οποίος δεν ήθελε να κυκλοφορήσει άλλο single καθώς ήταν πεπεισμένος ότι το κοινό θα βαριόταν ν’ ακούει Human League κι επειδή αυτό το «φτηνής ποιότητας κομμάτι που μπήκε για να γεμίσει τον δίσκο» θα αποδεικνυόταν σχεδόν σίγουρα καταστροφή οδηγώντας τη δημοτικότητα του συγκροτήματος σε ναυάγιο. Ωστόσο, ο Simon Draper ήταν ανένδοτος στην απόφασή του να κυκλοφορήσει τέταρτο single και ο Oakey τελικά συμφώνησε με την προϋπόθεση ότι μία μεγάλη έγχρωμη αφίσα θα συνόδευε το single, επειδή πίστευε ότι το τραγούδι δεν θα πουλούσε από μόνο του και ότι οι θαυμαστές του συγκροτήματος θα ένιωθαν εξαπατημένοι αν αγόραζαν μόνο το «κατώτερης ποιότητας» τραγούδι.

The Human League – Don't You Want Me (1981, Vinyl) - Discogs

Το «Don’t You Want Me» κυκλοφόρησε σε single στις 27 Νοεμβρίου του 1981 και ήταν το τέταρτο single που βγήκε από τον δίσκο «Dare» (συχνά τα μέσα ενημέρωσης αναφέρουν λανθασμένα το τραγούδι ως «Don’t You Want Me Baby»). Το τραγούδι κυκλοφόρησε επίσης σε maxi single, το οποίο περιείχε την εκδοχή του single (διάρκειας 3:57) αλλά και μία μεγαλύτερη σε διάρκεια εκδοχή (Extended Dance Mix), διάρκειας 7:30. 

Οι Human League προσέθεταν συχνά στις παραγωγές τους κρυφές αναφορές και το «Don’t You Want Me» δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Στο εξώφυλλο του δίσκου συμπεριέλαβαν τον αριθμό 100, παραπέμποντας στο 100 Club, ένα εστιατόριο/μπαρ στο Sheffield.

Προς έκπληξη του συγκροτήματος (και ιδιαίτερα του Philip Oakey), το τραγούδι μπήκε στα βρετανικά charts και στις 12 Δεκεμβρίου του 1981 ανέβηκε στο No 1 για πέντε εβδομάδες -οπότε ήταν το χριστουγεννιάτικο No 1 του 1981. Μέχρι σήμερα παραμένει ένα από τα πιο επιτυχημένα singles στη Μεγάλη Βρετανία αφού είναι το πέμπτο σε πωλήσεις single ολόκληρης της δεκαετίας του 1980 αλλά και το μοναδικό No 1 των Human League.

Martin Rushent: Η άποψη της δισκογραφικής εταιρίας ήταν ότι είχε μία ευκαιρία να γίνει το χριστουγεννιάτικο No 1. Αυτό έλεγε κι ο manager του Phil, αυτό έλεγε και ο παραγωγός του και οι υπόλοιποι από το συγκρότημα -εκτός απ’ τα κορίτσια- και νομίζω ότι σ’ αυτό το σημείο ο Phil παραδόθηκε. Απλά έκανε πίσω κάτω από το βάρος της γνώμης και φυσικά το τραγούδι έγινε No 1 για τα Χριστούγεννα, το οποίο ήταν καλό. Θέλω να πω ότι όλοι οι παραγωγοί έχουν τη φιλοδοξία να κάνουν την παραγωγή σ’ ένα χριστουγεννιάτικο No 1 -ξέρω ότι είναι κλισέ αλλά έπρεπε να γίνει.

Στις Η.Π.Α., οι Human League απέρριψαν μία εμφάνιση στο μουσικό show Solid Gold επειδή τους ζητήθηκε να παίξουν το τραγούδι συνοδεία των περίφημων Solid Gold Dancers. Το συγκρότημα αρνήθηκε, δεδομένου ότι είχε τις δικές του χορεύτριες -τη Sulley και την Catherall- αλλά παρόλο που το Solid Gold ήταν ένα πολύ επιδραστικό μουσικό show, το «Don’t You Want Me» κατάφερε να συνεχίσει την ανοδική πορεία του στους πίνακες επιτυχιών. Με τη βοήθεια του MTV, το οποίο είχε ξεκινήσει να εκπέμπει την 1η Αυγούστου του 1981, το τραγούδι αυτό ηγήθηκε της δεύτερης βρετανικής εισβολής στις Η.Π.Α. Υπήρχαν πολλά τηλεοπτικά shows στην Ευρώπη, οπότε όταν το MTV βγήκε στον αέρα αναγκάστηκε να παίζει βίντεο από πολλά βρετανικά συγκροτήματα επειδή αυτό ήταν το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιοθήκης τους. Στις 3 Ιουλίου του 1982, και χάρη στην προβολή του από το MTV, το «Don’t You Want Me» έριξε από την κορυφή των αμερικανικών charts το «Ebony And Ivory» των Paul McCartney και Stevie Wonder και έγινε No 1 στις Η.Π.Α. για τρεις εβδομάδες. Η άνοδος του τραγουδιού αντικατόπτριζε εκείνη του MTV, το οποίο βαθμιαία κέρδιζε την προσοχή και είχε τεράστια πολιτιστική επίδραση από το καλοκαίρι του 1982. Το «Don’t You Want Me» αναδείχθηκε το έκτο πιο επιτυχημένο εμπορικά single στις Η.Π.Α. το 1982, ενώ το 1986 οι Human League ανέβηκαν και πάλι στο No 1 με το τραγούδι «Human». 

Το «Don’t You Want Me» έγινε επίσης No 1 στο Βέλγιο, Ιρλανδία, Καναδά, Νέα Ζηλανδία και Νορβηγία, No 2 στην Ισπανία και Νότιο Αφρική, No 3 στη Σουηδία, No 4 στην Αυστραλία και Ελβετία, No 5 στη Γερμανία, No 6 στην Ολλανδία, No 13 στη Γαλλία και No 15 στην Ιταλία. 

Ο δίσκος «Dare» ηχογραφήθηκε χωρίς παραδοσιακά όργανα. Η επιτυχία του προκάλεσε ένα κάλεσμα της Ένωσης Μουσικών του Κεντρικού Λονδίνου να μην χρησιμοποιούνται synthesizers και drum machines στις ηχογραφήσεις και τις ζωντανές εμφανίσεις, φοβούμενη ότι οι μουσικοί θα έμεναν χωρίς δουλειά. Βέβαια η προτεινόμενη απαγόρευση ηττήθηκε. 

Εν κατακλείδι, αντίθετα με την κακή κριτική και τις δυσοίωνες προβλέψεις του Philip Oakey, το «Don’t You Want Me» έγινε τεράστια επιτυχία, τόσο μεγάλη που το λαμπερό του αστέρι επισκίασε τον δίσκο -έναν από τους πιο καθοριστικούς δίσκους εκείνης της εποχής- στο μυαλό των περισσότερων ακροατών και εξελίχθηκε στο πιο γνωστό και εμπορικά επιτυχημένο τραγούδι του συγκροτήματος. Σήμερα θεωρείται ευρέως ως κλασικό κομμάτι της δεκαετίας του 1980. Ήταν και πολύ διαφορετικό από τα υπόλοιπα new wave τραγούδια: ήταν απολιτικό, δεν υπήρχαν κιθάρες, ήταν pop, up-tempo και χορευτικό -τόσο πολύ ώστε να ταιριάζει άνετα στις απανταχού disco όπου σύχναζαν οι λευκοκουστουμάτοι αλά John Travolta τύποι.

Το 1981, τη χρονιά που το MTV εξέπεμψε για πρώτη φορά, η δισκογραφική εταιρεία Virgin αντιλήφθηκε ότι τα μουσικά βίντεο εξελίσσονταν σε σημαντικό εργαλείο marketing. Καθώς το βίντεο του «Open Your Heart» είχε φανεί «φθηνό και άσχημο», η Virgin αποφάσισε να επενδύσει σε ένα πολύ πιο περίτεχνο και ακριβό βίντεο για το «Don’t You Want Me», το οποίο προβλήθηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1981 ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τις πωλήσεις του single.

Το συναρπαστικό βίντεο του τραγουδιού σχεδιάστηκε και σκηνοθετήθηκε από τον Steve Barron, ο οποίος έκανε πολλά από τα πιο αξέχαστα μουσικά βίντεο των πρώτων χρόνων του MTV, συμπεριλαμβανομένου του «Money For Nothing» των Dire Straits και του «Take On Me» των A-ha. Ο Barron γύρισε το «Don’t You Want Me» στις παρυφές της πόλης Slough στο Berkshire, ένα κρύο και υγρό βράδυ του Νοεμβρίου του 1981. Μάλιστα χρησιμοποίησε φιλμ των 35 χιλιοστών αντί για τη φθηνότερη βιντεοκασέτα που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή. Το φιλμ ήταν ακριβό αλλά του έδωσε μία πολύ κινηματογραφική και στιλιστική εικόνα υπαγορεύοντας έτσι το πώς θα έπρεπε να γυρίζονται τα μουσικά βίντεο. Σύμφωνα με τη Susan Sulley, ο Steve Barron επηρεάστηκε έντονα από την κινηματογράφηση του «Vienna» των Ultravox, που είχε σκηνοθετήσει ο Russell Mulcahy νωρίτερα εκείνη τη χρονιά. 

Ο Barron επηρεάστηκε επίσης από τον Francois Truffaut και την ταινία του «Αμερικανική Νύχτα» (La Nuit Americaine, 1973) και γι’ αυτό το λόγο η κλακέτα που βλέπουμε στο βίντεο του «Don’t You Want Me» φέρει την επιγραφή «Le League Humaine» ως φόρο τιμής στον Truffaut (αν και ορθογραφικά είναι λανθασμένη). Η «Αμερικανική Νύχτα», με πρωταγωνίστρια τη Jacqueline Bisset, έχει ως θέμα έναν σκηνοθέτη που αγωνίζεται να κάνει μία ταινία. Παρομοίως, το βίντεο του «Don’t You Want Me» έχει ως θέμα το γύρισμα και την επεξεργασία μίας ταινίας μυστηρίου και δολοφονίας, όπου ως χαρακτήρες συμμετέχουν τα μέλη του συγκροτήματος και το προσωπικό της παραγωγής. Λόγω αυτού του θέματος, εμφανίζονται σ’ όλο το βίντεο τόσο το πραγματικό προσωπικό όσο και οι κάμερες. Στο επίκεντρο βρίσκεται η αλληλεπίδραση μεταξύ μίας επιτυχημένης ηθοποιού, που υποδύεται η Susan Ann Sulley, η οποία παρατάει τον «σκηνοθέτη» Philip Oakey κατά τα γυρίσματα μιας ταινίας. Προς το τέλος του βίντεο, ο Wright, ο οποίος παίζει επίσης έναν ρόλο, έχει μία έκφραση στο πρόσωπό του, ενώ η κάμερα που τραβιέται προς τα πίσω αποκαλύπτει ότι το δωμάτιο όπου εργάζονταν ο Oakey, ο Wright και η Sulley είναι μέρος άλλου σκηνικού (μάλιστα η κάμερα φαίνεται στην αντανάκλαση του καθρέφτη).

Το βίντεο περιλαμβάνει μία σκηνή όπου ο Jo Callis εμφανίζεται να πυροβολεί μ’ ένα πιστόλι την Catherall (και αργότερα η σκηνή επαναλαμβάνεται με τον Oakey να πυροβολεί τη Sulley), από το παράθυρο ενός αυτοκινήτου Saab 99 Turbo. Η σκηνή κόπηκε από την έκδοση του DVD και συνήθως κόβεται και από τα μουσικά τηλεοπτικά κανάλια και στη θέση της προβάλλεται ένα μοντάζ σε αργή κίνηση από άλλες σκηνές του βίντεο. Το άλλο αυτοκίνητο που χρησιμοποιήθηκε στο βίντεο είναι ένα χρυσό W-Reg Rover SD-1. Σε μία συνέντευξη που έδωσε η Catherall το 1995, ανέφερε ότι το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Callis έπρεπε να το σπρώχνουν στο γύρισμα καθώς ο Callis δεν ήξερε να οδηγεί τότε, για να συμπληρώσει η Sulley: «ακόμα δεν ξέρει!».  

Γεγονός είναι ότι το μουσικό βίντεο του «Don’t You Want Me» δημιούργησε ένα ολόκληρο κύμα ανδρικής εκτίμησης για την Joanne και τη Susan, ενώ το ίδιο το τραγούδι με τη φωνητική αλληλεπίδραση του Phil και των κοριτσιών βοήθησε το συγκρότημα να ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα συγκροτήματα ηλεκτρονικής μουσικής που εμφανίστηκαν αργότερα.

Το «Don’t You Want Me» έγινε ένα σταθερά αγαπημένο τραγούδι και πλέον θεωρείται από τις πιο καθοριστικές στιγμές της pop μουσικής με καθολική αποδοχή από τους κριτικούς και τους ιστορικούς της pop.

Ωστόσο, πίσω στο 1983, η Susan Sulley είπε: Κερδίζαμε 35 λίρες την εβδομάδα όταν το «Don’t You Want Me» ήταν στο No 1 της Βρετανίας. Και τώρα δεν κολυμπάμε στα λεφτά. Εξακολουθούμε να βγάζουμε τον βασικό μισθό.

Το 1984, οι Human League επέστρεψαν μ’ έναν καινούργιο δίσκο, με τίτλο «Hysteria», όπου συμπεριέλαβαν και το τραγούδι «Louise», το οποίο θεωρείται η συνέχεια του «Don’t You Want Me». Η δισκογραφική εταιρεία αποφάσισε να κυκλοφορήσει άλλα singles από τον δίσκο πριν φτάσει στο «Louise». Μέχρι, όμως, την κυκλοφορία του single, ο δίσκος έχασε την ορμή του και το τραγούδι έφτασε στο No 13 της Μεγάλης Βρετανίας. 

Σύμφωνα με τον Philip Oakey, το «Louise» τοποθετείται 4 χρόνια μετά το «Don’t You Want Me» και ο σκηνοθέτης της ιστορίας μετανιώνει για τον χωρισμό του από την σερβιτόρα που έγινε ηθοποιός και πλέον προσπαθεί να την κερδίσει. Σκηνοθετημένο και πάλι από τον Steve Barron, το βίντεο του «Louise» γυρίστηκε ασπρόμαυρο και υπάρχουν μικρά έγχρωμα αποσπάσματα που προέρχονται από το «Don’t You Want Me». Μάλιστα στο βίντεο η Susan Ann Sulley φορά στο «Louise» το ίδιο παλτό. 

Ακόμα κι αν δεν είχε την εμπορική επιτυχία του «Don’t You Want Me», το «Louise» θεωρείται από πολλούς φίλους των Human League ως ένα από τα πιο αγαπητά τους singles.  

Το «Don’t You Want Me» επανακυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1995 περιλαμβάνοντας νέα remixes από τους Snap και Red Jerry, φτάνοντας στο No 16 της Μεγάλης Βρετανίας. Η κυκλοφορία αυτή συνέπεσε με την κυκλοφορία του δεύτερου «Greatest Hits» των Human League, που περιείχε και το remix των Snap. 

Το τραγούδι έδωσε τον τίτλο του και στη συλλογή των Human League «Don’t You Want Me: The Collection» (2014).

Το «Don’t You Want Me» ακούγεται στις ταινίες «Οι Επικίνδυνοι» (1983), «Cherish» (2002), «Η Συμμορία Των Δεκατριών» (Ocean’s Thirteen, 2007, ως το ringtone του Rusty Ryan που υποδύεται ο Brad Pitt), «Lost Islands» (2008), «Kite Liberator» (2008), «He’s Just Not That Into You» (2009), «1981» (2009), «Ο Φίλος Της Μαμάς Μου» (Cyrus, 2010), «Take Me Home Tonight» (2011, στην εκτέλεση των Atomic Tom), «Yu-Gi-Oh! 5D’s One-Shot Parody Special» (2011), «Best Possible Taste: The Kenny Everett Story» (2012), «Η Κρυφή Ζωή Του Γουόλτερ Μίτι» (The Secret Life Of Walter Mitty, 2013), «Vi är Bäst!» (2013), «Walking On Sunshine» (2014, στην εκτέλεση των Greg Wise και Annabel Scholey), «Le Nouveau» (2015), «The Layover» (2017), «Blinded By The Light» (2019) και «Γυναικεία Υπόθεση» (Military Wives, 2019). 

Επίσης ακούστηκε στα ντοκιμαντέρ «100 Greatest Number One Singles» (2001), «Made In Sheffield» (2001), «I Love The 80’s 3-D» (2005), «Rising Son: The Legend Of Skateboarder Christian Hosoi» (2006), «One Hit Wonderland» (2016) καθώς και στις τηλεοπτικές σειρές «Prisoner: Cell Block H» (1982), «Playing The Field» (1999), «EastEnders» (2001), «Monkey Dust» (2003), «Ο Νόμος Του Murphy» (Murphy’s Law, 2003), «The Mighty Boosh» (2004), «Cold Case» (2007), «Nip/Tuck» (2007), «Ashes To Ashes» (2008), «CSI: Crime Scene Investigation» (2009), «Welcome To The 80’s» (2009), «Luther» (2010), «Glee» (2011), «Big Love» (2011), «Cuéntame» (2013), «Doctors» (2013), «Οι Απίθανες» (Guapas, 2014), «Lorraine» (2016), «Go For It» (2016), «Inside No. 9» (2017), «Glow» (2018), «Good Morning Britain» (2019) και «Granada Reports» (2019).

Το «Don’t You Want Me» συμπεριλήφθηκε και στα video games «Lips: I Love The 80’s», «Rock Band 3», «Rock Band 4» και «Rock Band Blitz».

Το 2001, η Virgin Records έδωσε το πράσινο φως για να χρησιμοποιηθεί το τραγούδι σε διαφήμιση του Fiat Punto, με πρωταγωνιστές τη Myfanwy Waring και τον James Daffern, όπου ο τελευταίος έλεγε τους στίχους από το πρώτο κουπλέ και του ρεφρέν πάνω από τη μουσική υπόκρουση. Η χρήση του τραγουδιού προκάλεσε την αντίδραση των Human League, οι οποίοι έδωσαν μία νομική μάχη που τελικά έχασαν. Αργότερα, η Susan Sulley παραπονέθηκε: «Τώρα, ακόμα κι αν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε το τραγούδι για μια πιο αξιόλογη εταιρεία, δεν μπορούμε γιατί θα είναι για πάντα συνδεδεμένο μ’ ένα συγκεκριμένο εμπορικό σήμα».

Το 2013, το τραγούδι χρησιμοποιήθηκε σε διαφήμιση των Foster Farms στις Η.Π.Α., όπου μία χορωδία από κοτόπουλα τραγουδάνε το «Don’t You Want Me», ως μέρος της εκστρατείας «Amazing Chicken» για την προώθηση των πουλερικών.

Το 2014, το Καναδικό Ινστιτούτο για τη Διαφορετικότητα και την Ενσωμάτωση κυκλοφόρησε ένα αμφιλεγόμενο διαφημιστικό για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, υποστηρίζοντας ότι οι αγώνες «πάντα ήταν λίγο γκέι» και χρησιμοποιώντας ως υπόκρουση το «Don’t You Want Me».

Το τραγούδι χρησιμοποιήθηκε επίσης σε διαφήμιση των Swiffer, για τις ντουζιέρες Cascadia, για τα Chips Ahoy και για την Walmart (2018).

Το βιβλίο του Στέφανου Δάνδολου «Ο Τελευταίος Κύκνος» (2009) περιλαμβάνει αναφορά στο «Don’t You Want Me».

Οι οπαδοί της σκωτσέζικης ποδοσφαιρικής ομάδας Aberdeen τραγουδούσαν μία εναλλακτική εκδοχή του τραγουδιού αντικαθιστώντας το ρεφρέν με τους στίχους «Peter Pawlett Baby», αναφερόμενοι στον Peter Pawlett, έναν από τους πιο δημοφιλείς παίκτες της ομάδας. Μετά την κατάκτηση του League Cup της Σκωτίας το 2014, οι οπαδοί της σκωτσέζικης ομάδας ξεκίνησαν εκστρατεία στο Facebook και στο Twitter για να ανεβάσουν το τραγούδι για δεύτερη φορά στο No 1 της Μεγάλης Βρετανίας και παρόλο που δεν πέτυχαν τον στόχο τους το τραγούδι κατάφερε να φτάσει στο No 19 της Μεγάλης Βρετανίας και στο No 1 της Σκωτίας.  

Το συγκρότημα είπε: Είμαστε λιγάκι εμβρόντητοι αλλά συγχρόνως είναι μεγάλη μας τιμή που οι οπαδοί της Aberdeen FC επέλεξαν το τραγούδι μας ως τον ύμνο τους στον Peter Pawlett και το επίτευγμά τους να πάει τόσο ψηλά στα charts είναι μια πραγματική απόδειξη τόσο για την αφοσίωση στην ομάδα τους και ειδικότερα σ’ αυτόν τον παίκτη. 

Ομοίως οι οπαδοί της Southampton τραγουδούσαν το «Jose Fonte, Baby», προς τιμήν του αρχηγού της ομάδας, Jose Fonte.

Αναμφισβήτητα, το «Don’t You Want Me» καθόρισε μία εποχή και θεωρείται πλέον ορόσημο της synthpop και ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα τραγούδια της δεκαετίας του 1980. Ο Philip Oakey εξακολουθεί να το περιγράφει ως υπερτιμημένο αλλά αναγνωρίζει ότι η αρχική του απόρριψη ήταν εσφαλμένη. Εκτιμά αυτό που έκανε το τραγούδι για το συγκρότημα αλλά δεν το τοποθετεί πολύ ψηλά. 

Philip Oakey: Πίστευα ότι ήταν λίγο… μέτριο. Ότι ήταν συνηθισμένο. Ήμασταν κοντά σε συγκροτήματα όπως οι Joy Division και μου άρεσαν αρκετά τα μοιραία πράγματα. Φοβόμουν ότι μπαίναμε πολύ μέσα στην περιοχή των ABBA. Πόσο λάθος ήμουν! Το κλειδί γι’ αυτό το τραγούδι είναι ότι δεν το χάσαμε, νομίζω. Με τα περισσότερα τραγούδια σκέφτεσαι μερικές ωραίες μελωδίες και λέξεις και στη συνέχεια αρχίζεις να δουλεύεις και δουλεύεις μέχρι που δεν είναι πολύ καλά. Εμείς έτυχε να σταματήσουμε πριν, να σταματήσουμε ενώ ήταν ακόμα εντάξει. Έτσι, μ’ έναν περίεργο τρόπο, ακούγεται περίπλοκο αλλά είναι ένα αρκετά απλό είδος τραγουδιού. Το «Don’t You Want Me» μπορεί να πούλησε μιλιούνια αλλά είτε το έχω ακούσει πάρα πολλές φορές ή το υπόλοιπο του «Dare» είναι τόσο πολύ μπροστά που το βάζει στη σκιά. Αλλά, έκανε το συγκρότημα.

Το 2014, το Καναδικό Ινστιτούτο Διαφορετικότητας κυκλοφόρησε ένα βίντεο στο διαδίκτυο, ως απάντηση στις δηλώσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν και της ρωσικής κυβέρνησης για τους ομοφυλόφιλους, χρησιμοποιώντας το «Don’t You Want Me». Την ίδια χρονιά, έρευνα του Μουσείου Επιστημών και Βιομηχανίας του Μάντσεστερ κατέταξε το «Don’t You Want Me» στο No 9 των πιο πιασάρικων τραγουδιών όλων των εποχών.

Το 2015, σε μία ψηφοφορία του ITV, το τραγούδι ψηφίστηκε από το βρετανικό κοινό ως το 7ο αγαπημένο του No 1 από τη δεκαετία του 1980 (με πρώτο το «Every Breath You Take» των Police). 

Άλλες εκτελέσεις:

  • Dickie Goodman (1982, ως sample στο τραγούδι «Hey, ET»).
  • Heavyhands Band & T.M. Orchestra and Chorus (1982, στον δίσκο «Heavyhands»).
  • Mini Pops (1982, στον δίσκο «We Are Minipops»).
  • Sound Sensation (1982, στον δίσκο «Solid Gold»). 
  • Control D (1983, ως sample στο τραγούδι «Vision In The Mirror»).
  • Electro Phonique (1983, στον δίσκο «Danse Electronique»).
  • Lee Marrow (1985, ως sample στο τραγούδι «Sayonara»).

https://youtu.be/UL9UNdpZNlo

  • Mandy Smith (Μάιος 1989, pop εκτέλεση με τίτλο «Don’t You Want Me Baby» σε single. Ηχογραφήθηκε το 1989 με παραγωγό τον Pete Hammond. Έφτασε στο No 59 της Μεγάλης Βρετανίας. Επίσης, έφτασε στο No 13 της Ιταλίας και στο No 30 της Ιρλανδίας. Ήταν το τελευταίο single που κυκλοφόρησε η Αγγλίδα τραγουδίστρια. Το 2009, συμπεριλήφθηκε ως bonus track στην επανέκδοση του δίσκου «Mandy»).
  • Casal (1989, στα ισπανικά με τίτλο «No Fuimos Heroes» στον δίσκο «Histeria»). 
  • Eton Crop (1989, σε single).
  • Out Of The Ordinary (1989, ως sample στο τραγούδι «Play It Again»).
  • Tatjana Simic (1991, στο άλμπουμ «Tatjana»).
  • The Farm (Οκτώβριος 1992, σε single και στο άλμπουμ «Love See No Colour». Ηχογραφήθηκε αρχικά για τη φιλανθρωπική συλλογή «Ruby Trax». Παραγωγός: Mark Saunders. Έφτασε στο No 18 της Μεγάλης Βρετανίας. Στην εκτέλεση αυτή συμμετέχει και μία τραγουδίστρια, χωρίς όμως να αναφέρεται το ονοματεπώνυμό της, αποδίδοντας στο δεύτερο κουπλέ τα φωνητικά που έκανε η Susan Sulley στην πρώτη εκτέλεση).
  • Chia Pet (1992, στο άλμπουμ «Freedom Of Choice: Yesterday’s New Wave Hits As Performed By Today’s Stars»).
  • S.O.S.Y.A. (1993, στο άλμπουμ «Techno ‘80»).
  • Stanford Harmonics (1995, a cappella εκτέλεση στο άλμπουμ «The Greatest Hits Of Pitchpipe»).
  • La Bomba (Σεπτέμβριος 1996, στο άλμπουμ «Megafiesta»).
  • Bioreactor (Ιανουάριος 1997, στο άλμπουμ «Reinventing The 80’s – A Trance Tribute To The 80’s Volume 1»).
  • Moonshine Willy (1998, στο άλμπουμ «Bastard Child»).
  • Texas (Αύγουστος 1999, ζωντανή ηχογράφηση στο single «Summer Son»).
  • Killer Shadows (1999, σε single).
  • DB9D9 & Renee Quick (Ιανουάριος 2000, στο άλμπουμ «Nod’s Tacklebox O’Fun»).
  • Future Bible Heroes (Νοέμβριος 2000, στη συλλογή «Reproductions: Songs Of The Human League»).
  • Straight Outta Mongolia (2000, στο άλμπουμ «The New Music Now»).
  • DJ Infiniti (2001, ως sample στο τραγούδι «Children Of The 80’s»).
  • Socks (2001, στο άλμπουμ «Punk Chartbusters Vol. 4»).

  • Alcazar (Φεβρουάριος 2002, eurodance εκτέλεση στην ευρωπαϊκή έκδοση του άλμπουμ «Casino». Ηχογραφήθηκε το 2001 στη Στοκχόλμη και κυκλοφόρησε σε διάφορες εκδοχές: Almighty Radio Edit, Almighty Club Mix, Project Eden Remix, Earth Club Anthem και Wild Cowboys Radio Mix. Η εκτέλεση των Alcazar έφτασε στο No 3 της Ιαπωνίας, No 18 στη Φινλανδία, No 21 στο Βέλγιο, No 28 στην Ιταλία, No 30 στη Σουηδία, No 37 στην Αυστραλία, No 74 στη Γερμανία, No 76 στην Ελβετία και No 83 στην Ολλανδία. Το βίντεο γυρίστηκε στο Filmhuset στη Στοκχόλμη και το σκηνοθέτησε ο Jesper Ganslandt. Όπως πάντα, η ιστορία λαμβάνει χώρα στον κόσμο του Alcazar και στη συγκεκριμένη περίπτωση στο τσίρκο του Alcazar, γι’ αυτό και στο βίντεο εμφανίζονται άλογα, πάπιες, ένας παπαγάλος, ακροβάτες και το μπαλέτο Alcazar. Το γύρισμα κράτησε σχεδόν 23 ώρες και στην πραγματικότητα συμμετείχε ο σύντροφος της Annika Kjaergaard να κάνει ταχυδακτυλουργίες με τη φωτιά καθώς και το σκυλί των Alcazar, η Selma, η οποία ντυμένη με ροζ φόρεμα μπαλαρίνας περίμενε όλη την ημέρα για το γύρισμά της όπου θα πραγματοποιούσε άλματα στην αρένα του τσίρκου).
  • Collage feat. Lil Suzy (2002, σε single. Περιλαμβάνονται τρεις εκτελέσεις, εκ των οποίων μία ορχηστρική).
  • D-Wizz (2002, σε single. Υπάρχουν δύο εκτελέσεις με αγγλικούς στίχους και δύο ορχηστρικές).
  • Osymyso (2002, ως sample στο τραγούδι «Intro-Inspection»). 
  • Philippe B. (2002, ως sample στο τραγούδι «I Want You»).
  • Mijangos (Ιανουάριος 2003, στο άλμπουμ «Back 2 The Future – 80’s»).
  • Steve Angello (2003, ως sample στο τραγούδι «Voices»).
  • Girl Talk (2003, ως sample στο τραγούδι «Touch 2 Feel»).
  • Ten Masked Men (2003, στο άλμπουμ «The Phanten Masked Menace»).
  • I Am The World Trade Center (2004, στο E.P. «No Expectations – Mission Statement»).
  • Marilyn Manson & Shirley Manson (2004, ηχογραφήθηκε με σκοπό να συμπεριληφθεί στο άλμπουμ «Lest We Forget – The Best Of». Ο Marilyn Manson αποφάσισε να ηχογραφήσει την εκτέλεση αυτή αφού συμφιλιώθηκε με τις αυτοκτονικές του σκέψεις. Ωστόσο η ηχογράφηση αυτή παραμένει ακυκλοφόρητη).
  • Wade Martin (2004, στο E.P. «The Wade Martin EP»).
  • Sunshiners (Ιούνιος 2006, στο άλμπουμ «Sunshiners»).
  • The Meat Purveyors (Ιούλιος 2006, στο άλμπουμ «Someday Soon Things Will Be Much Worse!»).
  • Datassette (Αύγουστος 2006).
  • Soraya Arnelas (Νοέμβριος 2006, στο άλμπουμ «Ochenta’s»).
  • Scratch Massive (2006, ως sample στο τραγούδι «Shining In My Vein»).
  • Zolof The Rock & Roll Destroyer (Φεβρουάριος 2007, στο άλμπουμ «Duet All Night Long»).
  • Jessie & The Rippers (2008, στο άλμπουμ «80s New Wave Instrumentals»).
  • Leather Strip feat. Unter Null (Μάρτιος 2009, στο άλμπουμ « Ængelmaker»).
  • Stella Starlight Trio (Οκτώβριος 2009, στο άλμπουμ «Jazz And ‘80s – Part Three»).
  • Nouvelle Vague (2009, στο άλμπουμ «3». Οι Nouvelle Vague φέρνουν στο τραγούδι μία μεγάλη μπάντα, αντικαθιστώντας τα synthesizers με χάλκινα. Με μία προσεκτική ακρόαση, μπορεί κανείς να διακρίνει στο υπόβαθρο μία funky μπασογραμμή που γεμίζει το ρεφρέν. Οι στίχοι περισσότερο διαβάζονται παρά τραγουδιούνται, αναδεικνύοντας τη διαλεκτική πτυχή των στίχων. Ομοίως, για να τονιστεί το δραματικό στοιχείο, η γέφυρα περισσότερο ψιθυρίζεται παρά εμμένει στην αυθεντική μελωδία).
  • Divine Comedy (2010, υπέροχη διασκευή σε συναυλίες).
  • Ortopilot feat. Kate McGill (Δεκέμβριος 2010, στο άλμπουμ «Covers Album Vol. Six – Advent Calendar Part 1»).
  • Breathe Electric (Ιανουάριος 2011, σε single).

  • Lea Michele & Darren Criss (Φεβρουάριος 2011, σε single και στη συνέχεια στο άλμπουμ «Glee: The Music, Volume 5». Έφτασε στο No 49 των Η.Π.Α.).
  • Rocky Votolato & Matt Pond PA (Μάιος 2011, για το A.V. Club).
  • David Campbell feat. Josie Lane (Νοέμβριος 2011, στο άλμπουμ «Let’s Go»). 
  • Atomic Tom (2011, στο soundtrack της ταινίας του Michael Dowse «Take Me Home Tonight». Στο μουσικό βίντεο εμφανίζονται ηθοποιοί της ταινίας).
  • Chain Swangaz (2011, ως sample στο τραγούδι «Don’t U Want Me Babee»).
  • Chateau Pop (2011, στο άλμπουμ «New Romantics Hits Of The 80s»).
  • The Juan MacLean (2011, ως sample στο τραγούδι «Human Disaster»).
  • Lil B (2011, ως sample στο τραγούδι «Trapped In BaseWorld»).
  • The Molly Ringwalds (2011, στο άλμπουμ «Experience The 80’s»).
  • Out Of The Blue (2011, στο άλμπουμ «Rush»).
  • 80’s Pop Band (Φεβρουάριος 2012, στο άλμπουμ «Las 50 Mejores Canciones De Los 80’s»).
  • Neon Trees (Απρίλιος 2012, στο άλμπουμ «Picture Show»).
  • DJ Kee (Αύγουστος 2013, στο άλμπουμ «Let’s Hear It For The Boy – Vol. 12»).
  • Heaven 17 (Σεπτέμβριος 2013, ζωντανή ηχογράφηση στο άλμπουμ «Live From Metropolis Studios»).
  • Bahamas & The Weather Station (Δεκέμβριος 2013, αργή εκτέλεση στο soundtrack «The Secret Life Of Walter Mitty». Το συγκεκριμένο ντουέτο αντικαθιστά τους ηλεκτρονικούς στολισμούς του πρωτότυπου με μία ακουστική κιθάρα. Η γυναικεία φωνή είναι αέρινη ενώ η ανδρική φωνή τραγουδάει με μία στάλα ανασφάλειας).
  • M. Carranco (2013, σε remix).
  • Sagi Rei (Φεβρουάριος 2014, στο άλμπουμ «Diamonds, Jade & Pearls»).
  • Young Summer (Μάρτιος 2014, στο single «Taken»).
  • Greg Wise & Annabel Scholey (Ιούνιος 2014, στο soundtrack «Walking On Sunshine»).
  • Chris Price (Σεπτέμβριος 2014, στο άλμπουμ «Here Comes The Reign Again: The Second British Invasion»).
  • DJ Ten (2014, ως sample στο τραγούδι «Retrological Fail»).
  • French Horn Rebellion feat. Deidre & The Dark (2014, στο άλμπουμ «Next Jack Swing, Pt. 1». Αυτή η εκτέλεση διπλασιάζει τη χορευτική ατμόσφαιρα του πρωτότυπου. Ωστόσο έχει δική της εισαγωγή και υπόβαθρο. Ενώ το πρωτότυπο έχει έναν συνεχές και γρήγορο ρυθμό, σχεδόν ξέφρενο, αυτή η εκτέλεση παρέχει ένα πιο αργό υπόβαθρο. Το κυριότερο σημείο αυτή της εκδοχής είναι ότι προκαλεί στον ακροατή τόσο να χορέψει όσο και να χαλαρώσει).
  • Trevor Something (2014, ως sample στο τραγούδι «Come Back Down»).
  • Thee Flanders (Σεπτέμβριος 2015, στο άλμπουμ «Graverobbing 2»).
  • Landa & Meg Birch (Νοέμβριος 2015, σε single. Με έναρξη δυναμικής μπαλάντας, η εκτέλεση αυτή ξεχωρίζει για τον κατηγορηματικό τρόπο ερμηνείας. Η κατηγορηματικότητα ταιριάζει περισσότερο με τους ελαφρώς απειλητικούς στίχους που κρύβονται από το ξεσηκωτικό πρωτότυπο. Επιπλέον, ενώ στο ρεφρέν της πρώτης εκτέλεσης κυριαρχούν τα ανδρικά φωνητικά, το ρεφρέν αυτής της εκτέλεσης τραγουδιέται από κοινού με προστιθέμενη αρμονία. Για λίγο, λοιπόν, τα διαφορετικά φωνητικά στιλ των τραγουδιστών ενώνονται, τραγουδώντας δυνατά την ίδια ερώτηση).
  • The Delorean Sisters (2015, στο άλμπουμ «The Delorean Sisters»).
  • The Jellyrox (2015, στο άλμπουμ «Bang And Whimper»).
  • Napoleon (2015, ως sample στο τραγούδι «Don’t You Want Me»).
  • Pitbull (2015, ως sample στο τραγούδι «No Puedo Mas»).
  • Information Society (Μάρτιος 2016, στο άλμπουμ «Orders Of Magnitude»).
  • Duncan Sheik, Ben Aldidge, Cassandra Compton, Charlie Anson, Eugene McCoy, Gillian Kirkpatrick, Holly Dale Spencer, Holly James, Hugh Skinner, Jonathan Bailey, Katie Brayben, Lucie Jones, Simon Gregor, Susannah Fielding & Tom Kay (Μάρτιος 2016, σε single). 
  • Death Blossoms (Αύγουστος 2016, στο E.P. «Don’t You Want Me – Headbanging To The Human League»).
  • 8 Bit Arcade (Ιούνιος 2016, ορχηστρική εκτέλεση στο άλμπουμ «The 8Bit 80s»). 
  • Alice Lamb (Φεβρουάριος 2017, στο άλμπουμ «Pop Jazz Playlist»).
  • Beck & Julian Casablancas (2018, σε ζωντανές εμφανίσεις).
  • Alice Chater (2018, ως sample στο τραγούδι «Hourglass»).

  • Scary Pockets, Bruno Major (Μάρτιος 2019, ασυνήθιστη εκτέλεση στο άλμπουμ «Ups & Downs». Πρόκειται για μία θαρραλέα διασκευή, οδηγώντας σε μία συνολικά χαλαρή και jazz ατμόσφαιρα. Οι Scary Pockets έχουν την αυτοπεποίθηση να επιβραδύνουν τον ρυθμό και να απορρίψουν τη γυναικεία συμμετοχή. Ο Bruno Major παίζει αξιοθαύμαστα τον διπλό ρόλο του θεατή και της εργαζόμενης σερβιτόρας). 
  • Mika Urbaniak & Victor Davies (Μάιος 2019, στο άλμπουμ «Art Pop»).

Οι στίχοι:

You were workin’ as a waitress in a cocktail bar
When I met you
I picked you out, I shook you up and turned you around
Turned you into someone new
Now five years later on, you’ve got the world at your feet
Success has been so easy for you
But don’t forget, it’s me who put you where you are now
And I can put you back down too

Don’t, don’t you want me?
You know I can’t believe it when I hear that you won’t see me
Don’t, don’t you want me?
You know I don’t believe you when you say that you don’t need me
It’s much too late to find
You think you’ve changed your mind
You’d better change it back or we will both be sorry

Don’t you want me, baby?
Don’t you want me? Oh
(x2)

I was working as a waitress in a cocktail bar
That much is true
But even then, I knew I’d find a much better place
Either with or without you
The five years we have had have been such good times
I still love you
But now, I think it’s time I live my life on my own
I guess it’s just what I must do

Don’t, don’t you want me? (…)

(Chorus) x8

About Post Author

+ There are no comments

Add yours