Εύσημα για τον δυναμισμό που έχει επιδείξει η οικονομία, αλλά και προειδοποιήσεις για το μεσοπρόθεσμο μέλλον της, όταν θα εξαντληθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, διατυπώνει η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πλαίσιο του άρθρου IV που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,1% για φέτος, ελαφρώς υψηλότερα από το 2% που προέβλεπε τον Οκτώβριο του 2024, έναντι πρόβλεψης της κυβέρνησης για 2,3%. Στη συνέχεια, όμως, ο πήχυς κατεβαίνει στο 1,9% το 2026, στο 1,4% το 2027, στο 1,5% το 2028, στο 1,4% το 2029 και στο 1,4% το 2030.
«Η βραχυπρόθεσμη οικονομική εικόνα παραμένει ευνοϊκή», σημειώνουν οι τεχνοκράτες του Ταμείου. «Ωστόσο, η κληρονομιά της κρίσης και οι διαρθρωτικές προκλήσεις που προκύπτουν από το χαμηλό ακόμη επίπεδο επενδύσεων, το δυσμενές δημογραφικό, την αργή αύξηση της παραγωγικότητας και την κλιματική αλλαγή βαραίνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές».
Το ΔΝΤ καλεί την κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα στις δημόσιες επενδύσεις και στις δαπάνες με κοινωνικό πρόσημο, στην υγεία και στην παιδεία, όπου υστερεί έναντι των εταίρων της και να αντισταθεί στις πιέσεις για αυξήσεις μισθών δημοσίων υπαλλήλων και συντάξεων, όπου οι σχετικές δαπάνες υπερβαίνουν τις αντίστοιχες των εταίρων της χώρας. Φυσικά, παράλληλα, την καλεί να διατηρήσει σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ. Επιμένει στο θέμα των διαρθρωτικών αλλαγών, δίνοντας έμφαση στην αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ιδίως των γυναικών. Επίσης, ζητεί μείωση των διοικητικών φραγμών στην είσοδο νέων επιχειρήσεων, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών και προώθηση των αλλαγών στη Δικαιοσύνη.
Για τις τράπεζες επισημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω η ανθεκτικότητά τους και ότι τα αυξημένα κέρδη τους πρέπει να χρησιμοποιηθούν κυρίως για να δημιουργήσουν κεφαλαιακά «μαξιλάρια» και να βελτιώσουν την ποιότητα του κεφαλαίου τους.
Η έκθεση αποδίδει εύσημα για τη σημαντική μείωση της φοροδιαφυγής, αν και επισημαίνει ότι το κενό ΦΠΑ παραμένει πέντε ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Υποστηρίζει, εξάλλου, ότι υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια αύξησης των εσόδων και επανέρχεται στην πρότασή της για διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω μείωσης του αφορολογήτου και κατάργησης φορολογικών απαλλαγών και μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ από τις οποίες επωφελούνται οι πλούσιοι.
Από την άλλη, εισηγείται μείωση του φορολογικού συντελεστή για το δεύτερο μέλος του νοικοκυριού, σε χαμηλά εισοδήματα, κάτι που θα ενθαρρύνει και την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας.
Για το δημόσιο χρέος προβλέπεται περαιτέρω μείωσή του κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες, στο 124,9% του ΑΕΠ το 2030.
Σχολιάζοντας την έκθεση, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης δήλωσε ότι «επιβεβαιώνει τη θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας» και πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση θα συνεχίσει να υλοποιεί με αποφασιστικότητα μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν τις επιδόσεις της χώρας μας» στους τομείς όπου επισημαίνονται περιθώρια περαιτέρω προόδου.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης επεσήμανε ότι η αναγνώριση της προόδου της ελληνικής οικονομίας από το ΔΝΤ έχει ιδιαίτερη αξία, δεδομένου ότι προέρχεται από έναν αυστηρό κριτή και σ’ ένα διεθνές περιβάλλον αναταράξεων.