Μια αναδρομή και παρουσίαση των παιδικών περιοδικών και… όχι μόνο, τις δεκαετίες 1950-1960: «Μικρός Ήρωας», «Κλασσικά εικονογραφημένα», «Γκαούρ-Ταρζάν», «Υπεράνθρωπος», «Μάσκα» και… «Χτυποκάρδι»
Δεκαετίες 1950-1960.Οι δεκαετίες των σημερινών εβδομηντάρηδων και… Ξεκίνησα αυτή την έρευνα και αναδρομή για τα περιοδικά, που τις πιο πάνω δεκαετίες απορροφούσαν, στο σύνολο του σχεδόν, το βδομαδιάτικο χαρτζιλίκι μας και μας κρατούσαν παρέα τον ελεύθερο χρόνο μας (που ήταν ασφαλώς πολύ περισσότερος από αυτόν που διαθέτουν τα αντίστοιχης ηλικίας σημερινά παιδιά), προκειμένου, από τη μια μεριά να θυμηθεί η παραπάνω ηλικία και από την άλλη να μάθουν οι νεώτεροι για τα αναγνώσματα της εποχής των πατεράδων τους και των παππούδων τους. Φυσικά τα περιοδικά, που παρουσιάζουμε σήμερα, δεν ήταν τα μόνα. Κυκλοφορούσαν και άλλα, όμως πιστεύω -και ας με διαψεύσουν οι συνομήλικοί μου- αυτά κρατούσαν τα πρωτεία στις προτιμήσεις μας.
Τα πρώτα περιοδικά του είδους κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα το 1935. Ήταν η «Μάσκα», το «Μυστήριο» και ο «Ζορρό». Οι πολεμικές και πολιτικές αναταραχές, που ακολούθησαν, είχαν ως συνέπεια την αναστολή τους. Από το 1950 όμως και μετά επανεμφανίζονται όχι μόνο τα προπολεμικά, αλλά και πολλά άλλα με κατακόρυφη επιτυχία. Διάλεξα τα πιο αντιπροσωπευτικά του είδους τους, καθώς είχαν τη μεγαλύτερη απήχηση στις ηλικίες στις οποίες απευθύνονταν. Και αρχίζουμε…
«Ο Μικρός Ήρωας»
«Ο Μικρός Ήρωας» ήταν, πιστεύω, το πιο επιτυχημένο παιδικό περιοδικό της εποχής. Εκδιδόταν κάθε εβδομάδα και το έγγραφε ο Στέλιος Ανεμοδουράς (1917-2000), με το ψευδώνυμο Θάνος Αστρίτης ενώ την εικονογράφησή του έκανε ο Βύρων Απτόσογλου.
Σε πρώτη φάση, το περιοδικό εκδόθηκε για μια ολόκληρη 15ετία, από τις 24 Φεβρουαρίου 1953 με τίτλο του πρώτου τεύχους «Ελεύθερος σκλάβος» έως τις 18 Ιουνίου του 1968, οπότε το καθεστώς των συνταγματαρχών απαγόρευσε την κυκλοφορία θεωρώντας ότι τα θέματά του, με αντικείμενο την αντίσταση εναντίον των γερμανών κατακτητών, θα του δημιουργούσαν «προβλήματα».
Μετά την πτώση της χούντας επανεκδόθηκε αρκετές φορές και τελευταία με τη μορφή συλλεκτικών τόμων το 1986. Εδώ ανοίγουμε μια παρένθεση και αναφέρουμε την πρώτη παράγραφο του παραπάνω πρώτου τεύχους του περιοδικού: «Είναι νύχτα. Μια ξάστερη, γλυκιά ανοιξιάτικη νύχτα. Χιλιάδες ασημένια αστέρια τρεμοπαίζουν γλυκά πάνω από την κοιμισμένη Αθήνα, σαν να προκαλούν τους κατοίκους της να βγουν έξω και να χαρούν την ομορφιά της νύχτας. Μα οι κάτοικοι της Αθήνας δεν βγαίνουν από τα σπίτια τους. Ξέρουν ότι μέσα στη γλυκιά νύχτα παραμονεύει ο θάνατος! Δεν είναι ελεύθεροι! Είναι σκλάβοι που στενάζουν κάτω από την μπότα του σκληρού Γερμανού και το μαστίγιο του νικημένου Ιταλού…»
Το περιοδικό αγαπήθηκε πολύ από τις πρώτες μεταπολεμικές γενιές. Στόχος του Ανεμοδουρά, όπως ο ίδιος ανέφερε στις συνεντεύξεις του, ήταν να αμβλύνει μέσω αυτού τις οδυνηρές συνέπειες του πολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου σπαραγμού, που μόλις είχαν προηγηθεί, χρησιμοποιώντας λιτή και κατανοητή γλώσσα, χωρίς διχαστικές αναφορές, προκειμένου να πετύχει παράλληλα την ενδυνάμωση της πατριωτικής περηφάνιας, αλλά και την ομόνοια που είχαν ανάγκη οι νεαροί αναγνώστες της αρκετά δύσκολης εκείνης περιόδου.
Ο Ανεμοδουράς -κατά δήλωσή του- υπήρξε μέλος της ΚΝΕ. Δεν αναφέρει όμως στα κείμενά του τις υπαρκτές αντιστασιακές ομάδες που έδρασαν, προκειμένου να αποφύγει τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση της Αριστεράς, η οποία προσπάθησε με ανακοινώσεις να υποβαθμίσει το περιοδικό. Εκτός από τα παραπάνω, λέγεται ότι παραλίγο να δημιουργηθεί διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ Ελλάδας και Μεγάλης Βρετανίας, μετά την απαίτηση των Βρετανών να μην κυκλοφορήσει στην Κύπρο για ευνόητους λόγους… Ο «Μικρός Ήρωας» ήταν αμιγώς ελληνικό περιοδικό, σε αντίθεση με άλλα που δανείζονταν τους ήρωες και τις περιπέτειές τους από αντίστοιχες ξένες κυκλοφορίες. Το περιοδικό επηρέασε τους νεαρούς αναγνώστες της εποχής των δεκαετιών ’50 και ’60, όταν οι μνήμες της κατοχής ήταν ακόμα φρέσκες. Αρκετές φορές αντιμετωπίστηκε δυσμενώς. Η κουλτούρα όμως, που διαμόρφωσε, επηρέασε θετικά τους περισσότερους, μεταξύ των οποίων και έλληνες πολιτικούς. Φανατικοί φίλοι του «Μικρού Ήρωα» έχουν δηλώσει ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, ο Γιάννης Δημαράς, ο Θόδωρος Κασσίμης, ο σκιτσογράφος Σπύρος Ορνεράκης κ.ά. Ο Μανώλης Γλέζος για την έκδοση του περιοδικού ευχήθηκε κάθε επιτυχία. Το περιοδικό και ο δημιουργός του τιμήθηκαν στις 6 Νοεμβρίου του 1997 από τον δήμο Αθηναίων.
Ας δούμε όμως ποιοι ήταν οι κεντρικοί χαρακτήρες του «Μικρού Ήρωα»: Πρώτος λοιπόν ήταν ο Γιώργος Θαλάσσης, ένας έφηβος, που φορά πάντα κοντά παντελονάκια (τις εποχές εκείνες, όλα τα παιδιά και οι έφηβοι, μέχρι τις τελευταίες τάξεις του οχταταξίου Γυμνασίου, φορούσαν κοντό παντελόνι) ορφανός, άριστος γνώστης των πολεμικών τεχνών, των όπλων, απίστευτα θαρραλέος -παιδί θαύμα δηλαδή- που αγωνίζεται με κάθε τρόπο για την απελευθέρωση της Ελλάδας από την τριπλή κατοχή των Γερμανών, των Ιταλών και των Βουλγάρων. Πιστούς του συντρόφους και συνεργάτες έχει την Κατερίνα, με την οποία τον συνδέει πλατωνική (δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά) ερωτική σχέση και τον περίφημο Σπίθα, το αιώνιο πεινασμένο παιδί, ευτραφές, καλοκάγαθο και γκαφατζή. Η Κατερίνα είναι μια έφηβη κοπέλα, αγωνίστρια και αυτή, με ικανότητες, που βοηθάει τον αγαπημένο της Γιώργο με κάθε τρόπο στον αγώνα κατά των κατακτητών. Ο Σπίθας, έφηβος και αυτός, με μια μικρή νοητική υστέρηση, αφοσιωμένος απόλυτα στον Γιώργο Θαλάσση, το κωμικό στοιχείο της παρέας, διαρκώς πεινασμένος και ευτραφής (λιγάκι περίεργο βέβαια για την εποχή), αλλά αγωνιστής και ο ίδιος με τον τρόπο του.
Υπάρχουν όμως και οι αντίπαλοι, οι οποίοι είναι ουκ ολίγοι. Εκατόν ενενήντα, παρακαλώ, τον αριθμό.Από όλους αυτούς ξεχωρίζουν όμως δύο. Ο Σεϊτάν Αλαμάν και η Φροϊλάιν Χ είναι οι πιο επικίνδυνοι και απασχολούν τα περισσότερα τεύχη. Ο Σεϊτάν Αλαμάν, που σημαίνει διαβολογερμανός στην αραβική γλώσσα, γνωστός και ως πράκτορας «13» με τις χίλιες μορφές, ήταν ένα μυθικό πρόσωπο, ο πιο σημαντικός κατάσκοπος – σαμποτέρ των Γερμανών στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Ο Σεϊτάν Αλαμάν εικονίζεται στο περιοδικό του Ανεμοδουρά με μια μαύρη εφαρμοστή στολή, η οποία φέρει στο στήθος ένα κόκκινο αγκυλωτό σταυρό. Είναι ικανότατος στις μεταμφιέσεις και για τον λόγο αυτό επονομάζεται και ως «ο άνθρωπος με τα χίλια πρόσωπα». Η Φροϊλάιν Χ είναι ο θηλυκός Σεϊτάν Αλαμάν, πιστή του σύμμαχος, η οποία όμως αργότερα τον προδίδει.
Για τον «Μικρό ήρωα», τον Γιώργο Θαλάσση, το 1987 ο Λουκιανός Κηλαηδόνης έγραψε και το γνωστό τραγούδι, που περιλαμβάνεται στο μουσικό του άλμπουμ «Ζήτω το Ελληνικό τραγούδι» και του οποίου ο πρώτος στίχος: «Από τη μια οι Ιταλοί και Γερμανοί -για να σε βρουν αναστατώνουν την Αθήνα- κι από την άλλη του πατέρα μου η φωνή -«νομίζω πως τον κρύβεις στην κουζίνα» και το ρεφρέν: «Πού είσαι τώρα και σ’ έχω χάσει, μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση».
Τελειώνοντας την παρουσίαση του παραπάνω περιοδικού αξίζει να αναφερθώ σε ένα διασκεδαστικό επεισόδιο, που συνέβη στο Γυμνάσιο όπου φοιτούσα στην πρώτη ή δεύτερη τάξη, αν θυμάμαι καλά. Φυσικά την εποχή εκείνη, όπως είπαμε, όλοι της ηλικίας μου εντρυφούσαμε με φανατισμό στις περιπέτειες του Μικρού Ήρωα. Στις ελεύθερες ώρες ο Γιώργος Θαλάσσης βρισκόταν πρώτος στις συζητήσεις μας. Ένας όμως από τους συμμαθητές μου είχε υπερβεί τα εσκαμμένα! «Κοιμόταν και ξυπνούσε» με τον Μικρό Ήρωα. Σε όλες τις συζητήσεις του τον έβαζε μπροστά. Είχε αποστηθίσει ολόκληρα κείμενα. Καθηγητής μας τότε στο μάθημα της έκθεσης ήταν ο γνωστός λογοτέχνης, φιλόλογος και πανεπιστημιακός Γιάννης Δάλλας. Ο κ. Δάλλας λοιπόν είχε τη συνήθεια να ξεχωρίζει τις καλύτερες εκθέσεις, να τις δίνει σε αυτούς που τις έγραψαν για να τις διαβάσουν και σε συνέχεια γινόταν συζήτηση με τους μαθητές και σχολιασμός για τα υπέρ και τα κατά των κειμένων. Μια μέρα ο καθηγητής μας ξεχωρίζει το τετράδιο του πιο πάνω συμμαθητή, ο οποίος –σημειωτέον- δεν χαρακτηριζόταν για τις ιδιαίτερες ικανότητές του στο μάθημα της έκθεσης, και λέει: «Και τώρα ο Π. θα μας διαβάσει αποσπάσματα από τον… Μικρό Ήρωα»! Ο αθεόφοβος, επειδή το θέμα της έκθεσης είχε κάποια σχέση με την κατοχή, παρέθεσε αυτούσια σχεδόν αποσπάσματα από κείμενα του περιοδικού, τα οποία, λόγω της λατρείας του για αυτό, είχε πλήρως αποστηθίσει!
«Κλασσικά Εικονογραφημένα»
Πρωτόγνωρη και λατρεμένη για την εποχή τoυς έκδοση! Το πρώτο τεύχος των «Κλασσικών Εικονογραφημένων», που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1951, ήταν «Οι Άθλιοι» του Βίκτωρα Ουγκώ.
Η τιμή του ήταν 4.000 δρχ. και πουλήθηκαν 90.000 αντίτυπα! Ήταν το πιο εντυπωσιακό άνοιγμα της εγχώριας αγοράς στην κατηγορία του περιοδικού τύπου, των κόμικς. Υπεύθυνος για την έκδοση αυτή ήταν ο εκδοτικός οίκος «Ατλαντίς» των αδελφών Πεχλιβανίδη, που γαλούχησε γενιές και γενιές. Έδρα του οίκου ήταν το βιβλιοπωλείο με τον ομώνυμο τίτλο, που βρισκόταν μέχρι το 1993 σε ένα μονώροφο κτίσμα της οδού Κοραή στην Αθήνα. Από το βιβλιοπωλείο αυτό οι αδελφοί Πεχλιβανίδη κατάφεραν να εισαγάγουν στην Ελλάδα, με μεγάλη επιτυχία και με τρόπο κατανοητό και ελκυστικό συνάμα, την παγκόσμια παιδική λογοτεχνία, μέσα από εικονογραφημένες, έγχρωμες διασκευές των έργων μεγάλων κλασικών συγγραφέων, όπως του Βίκτωρα Ουγκώ, του Αλέξανδρου Δουμά, του Κάρολου Ντίκενς, των αδελφών Μπροντέ, του Τζέημς Φένιμορ Λι Κούπερ, του σερ Ουόλτερ Σκοτ, του Ιούλιου Βεέρν, του Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον και τόσων άλλων. Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα σημειώματος των εκδοτών, που περιλαμβάνεται στο εσώφυλλο της έκδοσης του τεύχους των «Αθλίων»:
«Τα “ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ” εκδίδονται στη Νέα Υόρκη από τον οίκο ΤΖΙΛΜΠΕΡΤΟΝ εδώ και χρόνια. Έχουν σημειώσει μια καταπληκτική επιτυχία. Μέχρι σήμερα έχουν πωληθή περισσότερα από τριακόσια εκατομμύρια αντίτυπα… Εκτός όμως από το ΤΕΡΠΝΟ και ΩΦΕΛΙΜΟ βιβλίο, στον τόπο μας κυρίως έχουμε ανάγκη από το ΦΘΗΝΟ βιβλίο. Διασκευές των γνωστών έργων κυκλοφορούν από καιρό στην Ελλάδα, αλλά σε τιμές, που είναι προσιτές μόνο στα παιδιά των πλουσίων. Τα “ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ”, τυπωμένα σε πολυτελές χαρτί και πολύχρωμα, συνδυάζουν το ΕΚΛΕΚΤΟ και το ΦΘΗΝΟ. Πωλούνται μόνο 4.000 δραχμές».
Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα, όμως, από την πρώτη κυκλοφορία τους απέκτησαν και τους πολέμιούς τους. Επικρίθηκαν για την αμερικανική τους προέλευση και τον τρόπο θεώρησης της κλασικής λογοτεχνίας. Πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο Ευάγγελος Παπανούτσος, θεώρησαν «ευτελισμό» των κλασικών έργων την παρουσίασή τους σε μορφή «κόμικς». Οι αντιδράσεις ήταν τόσες που το θέμα συζητήθηκε και απασχόλησε ακόμα και τη Βουλή! Οι παραπάνω όμως ενστάσεις δεν είχαν καμιά επιτυχία. Το νεανικό -και όχι μόνο- κοινό αγκάλιασε την έκδοση και έγινε μια από τις πιο επιτυχημένες στα μεταπολεμικά χρόνια. Απόδειξη της επιτυχίας αυτής, είναι και το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα, μισό και πλέον αιώνα μετά από την πρώτη κυκλοφορία, τα τεύχη, ανατυπωμένα βέβαια, εξακολουθούν να πωλούνται. Όσο δε αφορά τα αρχικά πρωτότυπα, έχουν γίνει πλέον συλλεκτικά αντικείμενα, πανάκριβα και ανάρπαστα από τους συλλέκτες του είδους.
Ας επανέλθουμε όμως, στο «βιογραφικό» παρελθόν της σειράς. Τον Οκτώβριο του 1953 εμφανίζεται ένα διαφορετικό «κλασικό», στο τεύχος 43, παρμένο από την Ελληνική Μυθολογία: «Περσέας και Ανδρομέδα». Τα σχέδια του παραπάνω τεύχους ήταν του Κώστα Γραμματόπουλου και το κείμενο του Βασίλη Ρώτα. Έτσι αρχίζει μια νέα περίοδος, που περιλαμβάνει δικά μας πλέον θέματα, τόσο από τη μυθολογία, όσο και από την ιστορία [«Αλή Πασάς» , «Κολοκοτρώνης», «Η μάχη του Μαραθώνα», «Το χάνι της Γραβιάς», «Ιουστινιανός, ο Αυτοκράτωρ» κ.λπ.]. Πολλοί και γνωστοί έλληνες γραφίστες και σχεδιαστές αναλαμβάνουν το σχεδιαστικό μέρος: Βακαλό, Μποστ, Γραμματόπουλος, Βαλιασάτης, Λιβιεράτος κ.ά. Κυκλοφόρησαν συνολικά 318 τεύχη, τα οποία μπορούν να βρεθούν και σήμερα στις πάμπολλες επανεκδόσεις τους. Αρκετές εφημερίδες από το 2002 και μετά (Καθημερινή, Βήμα, Ελεύθερος Τύπος) έχουν περιλάβει ως ένθετα τεύχη των «Κλασσικών Εικονογραφημένων».
Τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» ήταν και εξακολουθούν να είναι μια περιπέτεια γοητευτική, που κράτησε και κρατάει αρκετά χρόνια. Μέσα από τις σελίδες τους προσδιόρισαν με εύκολο τρόπο ιστορικά γεγονότα και κάλυψαν μαθησιακά το ιστορικό πεδίο της γνώσης των νέων, παράλληλα με τα σχολικά βιβλία. Πιστεύω ότι ο πόλεμος, και μάλιστα με τρόπο άγριο, που έγινε από αναγνωρισμένους μάλιστα ανθρώπους της τέχνης αλλά και της πολιτικής, ήταν σαφώς άδικος. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι κυκλοφορούν και σήμερα και εξακολουθούν να έχουν ζήτηση (μοναδική περίπτωση για περιοδικά του είδους).
«Γκαούρ – Ταρζάν»
Ένα ακόμα ιστορικό περιοδικό, που περιείχε αυτοτελείς περιπέτειες της ζούγκλας και που αναδείχτηκε από τα πιο δημοφιλή στο παιδικό αναγνωστικό κοινό, ήταν ο «Γκαούρ – Ταρζάν». Συγγραφέας, δημιουργός και εκδότης του ήταν ο Νίκος Ρούτσος (1904-1984). Οι περιπέτειες του Γκαούρ – Ταρζάν της δεκαετίας του ’50 ψυχαγώγησαν πλήθος μικρών θαυμαστών της εποχής. Ο μύθος του άρχοντα της ζούγκλας, του κατάξανθου εγγλέζου Ταρζάν και της συντρόφισσας του, επίσης κατάξανθης εγγλέζας, Τζέην ήταν γνωστός και καθιερωμένος.
Η εθνική μας περηφάνια όμως, επέβαλε τη δημιουργία του αντίπαλου δέους: τον μελαχρινό, έλληνα, δεύτερο άρχοντα της ζούγκλας, τον ηρωικό Γκαούρ , που γεννήθηκε από έλληνα πατέρα και ιθαγενή μητέρα. Μαζί του, η μελαμψή και πανέμορφη Ταταμπού που γεννήθηκε, αντίστροφα αυτή, από ελληνίδα μητέρα και ιθαγενή πατέρα. Στην ομάδα του Γκαούρ πρέπει να προστεθεί ο πυγμαίος Ποκοπίκο και η «γλυκιά» ιθαγενής Χουχού, με την οποία ήταν αθεράπευτα ερωτευμένος, και που αποτελούν το κωμικό στοιχείο της σειράς. Οι παραπάνω ζούσαν σε ένα απόκρημνο βουνό, που βρισκόταν όμως στην «περιοχή» του Ταρζάν. Ο Ταρζάν, όμως, φοβάται τον Γκαούρ και νομίζει ότι ο τελευταίος διεκδικεί τη θέση του ως βασιλιά της ζούγκλας, με συνέπεια οι συγκρούσεις τους να είναι συχνές (φωτ.14). Ο Γκαούρ (ως Έλληνας βέβαια) εκτός που πάντα υπερτερεί του Ταρζάν στις σωματικές τους αψιμαχίες, πολλές φορές τού σώζει και τη ζωή. Η ζηλιάρα Τζέην, η οποία παρουσιάζεται ως ύπουλη και πανούργα, αλλά και κρυφά ερωτευμένη με τον Γκαούρ, επειδή δεν βρίσκει ανταπόκριση, τροφοδοτεί με κάθε τρόπο το μίσος του Ταρζάν για τον Γκαούρ. Οι δύο γυναίκες, η κατάξανθη εγγλέζα Τζέην και η μελαχρινή ελληνοαφρικάνα Ταταμπού, αποτελούν τις καλλονές της ζούγκλας, πανέμορφες και οι δύο με τα αποκαλυπτικά τους μπικίνι!
Ο τίτλος του περιοδικού ξεκίνησε ως «Ταρζάν», αφού στο πρώτο τεύχος με τίτλο «Το ταμπού της φρίκης» (φωτ.15) εξουσιάζει τη ζούγκλα μόνος του. Ο παραπάνω τίτλος διατηρήθηκε μέχρι το τ. 26, μετά άλλαξε και έγινε «Ταρζάν – Γκαούρ» και κατέληξε με τα περισσότερα τεύχη (επόμενο άλλωστε) σε «Γκαούρ – Ταρζάν». Το περιοδικό εκδόθηκε σε τέσσερις περιόδους. Σε όλες φυσικά συγγραφέας ήταν ο Νίκος Ρούτσος. Οι εκδόσεις ήταν της «Άγκυρας», του ίδιου του Ρούτσου και του «Αστερία». Στην εικονογράφηση ήταν ο Νείρος, ο Βύρων Απτόσογλου, ο Κουκάκης και ο Αβαγιανός.
«Υπεράνθρωπος»
Στις 24 Απριλίου του 1951 άρχισε να κυκλοφορεί το περιοδικό επιστημονικής φαντασίας «Υπεράνθρωπος». Και αυτού του περιοδικού συγγραφείς ήταν ο Στέλιος Ανεμοδουράς, που υπόγραφε με το ψευδώνυμο Θάνος Αστρίτης. Η εικονογράφηση ήταν και πάλι του Βύρωνα Απτόσογλου. Η κυκλοφορία του «Υπεράνθρωπου», αν και αυτός συγκλόνιζε το παιδικό κοινό, δεν είχε την επιτυχία των παραπάνω («Μικρός Ήρωας», «Γκαούρ- Ταρζάν»). Κυκλοφόρησαν συνολικά 96 εβδομαδιαία τεύχη έως στις 17 Φεβρουαρίου του 1953.
Το πρώτο τεύχος είχε τίτλο «Υπεράνθρωπε S.O.S η γη κινδυνεύει». Με αυτό το τεύχος ο λάτρης της φαντασίας Ανεμουδουράς ξεκινάει την εποποιία της οικογένειας των υπεράνθρωπων, που ήταν εμπνευσμένη εικαστικά, ιδιαίτερα στις στολές, από την αντίστοιχη αμερικανική σειρά κόμικς «CaptainMarvel». Στo πρώτο τεύχος κάνει την εμφάνισή του και γνωρίζουμε τον γενάρχη της οικογένειας. Το δείγμα γραφής του συγγραφέα ήταν πραγματικά εξαιρετικό και η δημιουργική του φαντασία κάλπαζε!
Πηγή έμπνευσης για τον Ανεμοδουρά ήταν ο αμερικανός «Superman». Η στολή ίδια, με τη διαφορά ότι στο στήθος του δικού μας υπεράνθρωπου ήταν το γράμμα «Υ», ενώ στου αμερικάνου το γράμμα «S». Επίσης και μια άλλη διαφορά: Ο υπεράνθρωπος του Θάνου Αστρίτη δεν επηρεαζόταν από το ορυκτό κρυπτονίτη, που παρέλυε τον αμερικάνο ομόλογό του, αλλά είχε όμως ένα άλλο τρωτό σημείο: Την πίσω επιφάνεια της φτέρνας του, όπως ο μυθικός μας ήρωας Αχιλλέας. Και ο δικός μας «Υπεράνθρωπος», όπως ο αμερικανικός «Superman», ερωτεύεται μια δημοσιογράφο, τη θνητή Έλσα, την οποία παντρεύεται. Καρπός αυτού του γάμου ήταν δύο παιδιά: Ο Κεραυνός και η Αστραπή. Ο Κεραυνός φορούσε κίτρινη στολή και είχε όλες τις υπερφυσικές δυνάμεις του πατέρα του. Η Αστραπή φορούσε κόκκινη στολή, άσπρη μπέρτα και κίτρινες μπότες. Ήταν και αυτή γενναία με υπερφυσικές ομοίως δυνάμεις.
Στη συνέχεια στην οικογένεια των Υπεράνθρωπων μπαίνει, φυσικά, και το ελληνικό στοιχείο: Ο έλληνας σούπερ επιστήμονας Ελ Γκρέκο, ο οποίος ερωτεύεται την Αστραπή και την παντρεύεται με κουμπάρο τον Κοντοστούπη. Ο Ελ Γκρέκο ήταν κοινός θνητός, όμως χάρη στις επιστημονικές του ανακαλύψεις, γίνεται τόσο δυνατός όσο και ο πεθερός του. Είχε τεράστια σωματική δύναμη, άτρωτος και ανεπηρέαστος από κάθε μορφής όπλο, που χρησιμοποιούσαν εναντίον του οι αντίπαλοι. Φορούσε άσπρο πουκάμισο με γαλάζιο μαίανδρο (στα χρώματα της σημαίας μας δηλαδή), γαλάζιο επίσης παντελόνι και κόκκινη ζώνη. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας υπερτονίζει στο έργο του την παρουσία του Ελ Γκρέκο, έναντι των άλλων υπεράνθρωπων, θέλοντας να υπογραμμίσει την ύπαρξη του ελληνικού παράγοντα, ώστε να αναπτυχθεί, όπως και στον «Μικρό ήρωα», το πατριωτικό αίσθημα στους νεαρούς αναγνώστες, λαμβάνοντας υπόψη ότι τη δεκαετία του ’50 η Ελλάδα είχε μόλις βγει από τις γνωστές επώδυνες περιπέτειες. Η προσπάθεια αυτή του Ανεμοδουρά διαφαίνεται σε όλα τα έργα του.
Για την «ιστορία» της δυναστείας, το πρώτο εγγόνι του υπεράνθρωπου από τον γάμο της κόρης Αστραπής και του Ελ Γκρέκο είναι ο Υπερέλληνας, ο οποίος εμφανίζεται με γαλάζια στολή και λευκό σταυρό στο στήθος! Ένα δεύτερο εγγόνι θα αποκτήσει ο Υπεράνθρωπος από τον γάμο του γιου του Κεραυνού με τη θνητή Λάουρα, τον «Σιμούν», ο οποίος έχει φοβερές τηλεπαθητικές και τηλεκινητικές ικανότητες. Την οικογένεια όμως των υπεράνθρωπων την πλαισιώνουν και άλλα μέλη, που αποτελούν το κωμικό στοιχείο της, βοηθώντας την, ωστόσο, με κάθε τρόπο. Έτσι έχουμε τον Κοντοστούπη, ο οποίος αποκτά και αυτός μεγάλες μυϊκές δυνάμεις και γίνεται ένας από τους πιο ισχυρούς θνητούς. Ένα δεύτερο κωμικό πρόσωπο είναι και ο «Τσιπτσιπ», ένα μικρό εξωγήινο πλασματάκι, που έχει έρθει από άλλο πλανήτη και βοηθάει και αυτό την οικογένεια των ηρώων μας στη μάχη εναντίον του κακού. Τέλος, προστίθεται και ένα τρίτο κωμικό στοιχείο η κακάσχημη, εξωγήινη και αυτή, Ελχίνα. Ποιοι ήταν όμως οι φανατισμένοι εχθροί των υπεράνθρωπων; Πρώτος ο Σατούρ με την κόρη του Σατούρνα (φωτ.20,21), που κυκλοφορούν και πετούν με κατάμαυρες στολές. Ακολουθεί ο δρ Φάουστ, ο σατανικός επιστήμονας. Έπονται ο Τρόμος, ο θεός του πολέμου Άρης, ο ιπτάμενος μαύρος πάνθηρας και αρκετοί άλλοι.
Την επιτυχία έστω και αυτών των λίγων τευχών του «Υπεράνθρωπου» προσπάθησαν να τη μιμηθούν και άλλοι, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Βγήκαν πολλά περιοδικά με ανάλογο θέμα και ύφος, αλλά, μην βρίσκοντας ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό των νέων, έκαναν ελάχιστα τεύχη και έκλεισαν.
«Μάσκα»
Το περιοδικό «Η Μάσκα», που απευθυνόταν βέβαια σε ενήλικες αλλά διαβαζόταν μετά μανίας και από τα μεγαλύτερα παιδιά, κυκλοφόρησε το πρώτο του τεύχος την προπολεμική περίοδο 1935-1939 και βασιζόταν στο αντίστοιχο αμερικάνικο έντυπο με τίτλο «BlackMask» του 1920. Διευθυντής σύνταξης ήταν ο δημοσιογράφος και ποιητής Απόστολος Μαγγανάρης. Αντίπαλο δέος της «Μάσκας» ήταν το άλλο, σχεδόν δίδυμό του, περιοδικό «Μυστήριο», που εξέδιδε ο Νίκος Θεοφανίδης, εκδότης ομοίως και του γνωστού περιοδικού «Ρομάντσο».
Μετά την απελευθέρωση, ακολούθησε η δεύτερη περίοδος της «Μάσκας» 1946-1947, η οποία ήταν η καλύτερη της εποχής, αν ληφθεί υπόψη ότι η κυκλοφορία της ξεπέρασε τα 45.000 αντίτυπα την εβδομάδα. Το πρώτο τεύχος της παραπάνω περιόδου ήταν του αμερικανού συγγραφέα Νταν Φόουλερ και είχε τίτλο «Το σημάδι της προδοσίας».
Συνέχισε η τρίτη περίοδος το διάστημα 1955-1958. Στην περίοδο αυτή ο Απόστολος Μαγγανάρης γνώρισε τον 17χρονο τότε Τζίμμυ Κορίνη , του οποίου το μεγάλο ενδιαφέρον και οι πολλές γνώσεις του για το είδος τον ενθουσίασαν πολύ και ξεκίνησε την επανέκδοση της «Μάσκας». Το 1963 τα δικαιώματά της αγόρασε ο Σπύρος Δαρεμάς, ο οποίος ανάθεσε την κυκλοφορία της στον Τζίμμυ Κορίνη για έντεκα συνεχή χρόνια, μέχρι τον τερματισμό της κυκλοφορίας της το 1974. Από τις περιόδους κυκλοφορίας του περιοδικού πέρασαν γνωστά ονόματα συγγραφέων, δημοσιογράφων και μεταφραστών, όπως ο Στέλιος Ανεμοδουράς, ο Ηλίας Μπακόπουλος, ο Νίκος Μαράκης, ο Φάνης Κλεάνθης, ο Πολύβιος Βασιλειάδης κ.ά.
Η «Μάσκα», όπως προαναφέρθηκε, είχε μεγάλη απήχηση στα μεγάλα κυρίως παιδιά της μεταπολεμικής εποχής. Το περιοδικό όμως ήταν κακόφημο. Οι συντηρητικοί κύκλοι αλλά και η Αστυνομία θεωρούσαν το έντυπο ανήθικο, φθοροποιό ανάγνωσμα για τη νεολαία, που την ωθούσε στην παρανομία και το έγκλημα. «Τα αγόρια του μεσοπολέμου και της μεταπολεμικής εποχής, έφαγαν πολύ ξύλο για τη “Μάσκα”», λέει σε συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Τζίμμυ Κορίνης, ο οποίος, συνεχίζοντας, τονίζει χαρακτηριστικά: «Στον τύπο διαβάζαμε ειδήσεις όπως: “Συνελήφθη διαρρήκτης φέρων στην οπίσθια τσέπη του παντελονιού του το περιοδικό Μάσκα”».Η «Μάσκα» βαλλόταν από παντού με αποτέλεσμα να είναι στην ουσία απαγορευμένη. «Χρειαζόσουν πολύ τσαγανό και τσιλιαδόρο για να πας να την αγοράσεις από το περίπτερο», θυμάται ο Τζίμμυ Κορίνης.
Στο σημείο αυτό, ανοίγω πάλι μια παρένθεση, για να γνωρίσω ότι στην πόλη μας οι νέοι είχαν βρει τον τρόπο της εύκολης, αλλά και της φτηνής (σημαντικό για τα βαλάντιά τους) προμήθειας του περιοδικού: Στο τέλος της οδού Καλλάρη, δεξιά καθώς κατεβαίνουμε προς το Κουρμανιό και σχεδόν στη συμβολή της με την οδό Αβέρωφ, υπήρχε το παλαιοβιβλιοπωλείο του Γελέκη. Εκεί έβρισκες τα πάντα από τα περιοδικά (μεταχειρισμένα φυσικά), που κυκλοφορούσαν (μεταξύ των οποίων και η «Μάσκα»). Αν ήταν παραφθαρμένα από τη χρήση, δεν τούς ένοιαζε, αρκεί να διαβάζονταν.
Τελειώνοντας, αξίζει να αναφερθεί και η απάντηση του Τζίμμυ Κορίνη στο ερώτημα, για το ποιοι διάβαζαν την «Μάσκα»:«Οι πάντες. Κάποτε ο Μαγγανάρης έκανε έρευνα για να μάθει ποιο ήταν το αναγνωστικό κοινό του περιοδικού. Δεν ήταν μόνο αγόρια της λαϊκής και μέσης τάξης, ήταν και υψηλόβαθμοι αστυνομικοί, δικηγόροι και δικαστές»!
«Χτυποκάρδι»
Το τελευταίο και… «πικάντικο» μέρος του αφιερώματος. Το περιοδικό αυτό δεν απευθυνόταν στο αναγνωστικό κοινό των νέων, αλλά στον ενήλικο άρρενα (μόνο;) πληθυσμό, στον οποίο έκανε αληθινή θραύση! Πλην όμως δεν άφηνε ασυγκίνητη και την εφηβική ηλικία, η οποία μηχανευόταν πολλούς τρόπους για να το αποκτήσει, φυσικά λαθραίως! Ειδικότερα, εδώ στα Γιάννενα, επειδή βέβαια δεν μπορούσε να το αγοράσει φανερά από τα περίπτερα ή το πρακτορείο του Τσούρνου, κατάφευγε στην παλιά, καλή δοκιμασμένη λύση, τουτέστιν στο παλαιοβιβλιοπωλείο του Γελέκη. Και πάλι όμως με χίλιες προφυλάξεις. Όταν δε κάποιος θαρραλέος κατάφερνε να το προμηθευτεί, το δάνειζε σε συνέχεια και στους υπολοίπους, πολλές όμως φορές επ’ ανταλλάγματι, δηλαδή με… ενοίκιο! Έτσι το απαγορευμένο για την πιο πάνω ηλικία περιοδικό κυκλοφορούσε «υπογείως», αλλά «ευρέως»!
Το «Χτυποκάρδι» κυκλοφόρησε το 1957. Ήταν το πρώτο ελληνικό περιοδικό με τολμηρό περιεχόμενο (φωτογραφίες-κείμενα) στην Ελλάδα, κάτι το εξαιρετικά πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της εποχής εκείνης. Σήμερα, μέσα στον ορυμαγδό της παντός είδους σκληρής μάλιστα πορνογραφίας, η οποία μέσω του διαδικτύου είναι ατυχώς στους πάντες προσιτή, θα φάνταζε σαν βιβλίο του… κατηχητικού! Εκδότης του ήταν ο Μιχάλης Σαλιβέρος.Είχε τολμηρές ερωτικές ιστορίες, σέξι γελοιογραφίες και σεξουαλικές συμβουλές από τη λεγόμενη «Σίβυλλα».
Με το περιοδικό αυτό όμως (όσο και αν δεν το πιστεύετε) συνεργάζονταν και διάσημοι συγγραφείς της εποχής, όπως ο Μιχάλης Καραγάτσης, ο Θέμος Ποταμιάνος και ο Νίκος Τσιφόρος, που έγραφε τη ζωή του Καζανόβα. Ακόμα κείμενα δημοσίευε και ο σεναριογράφος Μανώλης Σκουλούδης, αλλά και ο τότε αρχισυντάκτης του αστυνομικού ρεπορτάζ των «Αθηναϊκών Νέων» (Οργανισμός Λαμπράκη) γνωστός συγγραφέας Νίκος Μαράκης. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο εκδότης του περιοδικού κατηγορήθηκε ότι παραβιάζει τον νόμο περί ασέμνων δημοσιευμάτων. Ασκήθηκε εναντίον του ποινική δίωξη και ο εισαγγελέας διέταξε την κατάσχεση των αντιτύπων του περιοδικού, που μόλις είχε κυκλοφορήσει. Όμως βρέθηκαν ελάχιστα, αφού σε μικρό χρόνο από τη δημοσίευσή τους είχαν γίνει ανάρπαστα! Ο Σαλιβέρος καταδικάστηκε πρωτόδικα σε φυλάκιση πέντε μηνών και σε πρόστιμο 35.000 δρχ. Άσκησε έφεση και στις 19/11/1957 απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες.
Η χρονική κυκλοφορία του περιοδικού για ευνόητους λόγους, ανεξάρτητα της κυκλοφοριακής του επιτυχίας, ήταν μικρή. Σε έναν χρόνο έκλεισε. Κυκλοφόρησαν μόνο 40 τεύχη. Για την ιστορία συμπληρώνω ότι, μετά το κλείσιμό του, σε μια δεκαετία περίπου και συγκεκριμένα το 1965, η εκδοτική εταιρία Δραγούνη κυκλοφόρησε ένα δεύτερο τολμηρό περιοδικό, «αντιστρέφοντας» κατά κάποιο τρόπο τον τίτλο του πρώτου, με το όνομα «Καρδιοχτύπι». Και αυτού όμως η ζωή δεν ήταν μεγάλη. Κυκλοφόρησαν 52 τεύχη και για τους ίδιους λόγους έκλεισε.
Και εδώ, όμως, αξίζει, επίσης να σας μεταφέρω ένα ακόμα διασκεδαστικό επεισόδιο, που είχε σχέση με το παραπάνω περιοδικό και που συνέβη στη διάρκεια της φοίτησής μου στο Γυμνάσιο, έκτη ή εβδόμη τάξη αν καλά θυμάμαι: Μάθημα Νεοελληνικά. Καθηγητής ο αείμνηστος Αναστάσιος Τασούλας (πατέρας του σημερινού προέδρου της Βουλής Κώστα Τασούλα), άριστος δάσκαλος, αντισυμβατικός και πρωτοποριακός, για την εποχή του, στις μεθόδους διδασκαλίας. Ο Τασούλας διάβαζε από το βιβλίο αποσπάσματα από τα λογοτεχνικά κείμενα, σταματούσε, ρωτούσε, απαντούσε στις απορίες των μαθητών. Γινόταν δηλαδή στην τάξη μια συζήτηση μεταξύ μαθητών και καθηγητή. Ξαφνικά, ενώ μας διάβαζε από το βιβλίο του και εμείς παρακολουθούσαμε από τα δικά μας, απότομα σταματάει. Φυσικά σηκώσαμε τα βλέμματα στο πρόσωπό του και απορημένοι τον είδαμε να κοιτάζει επίμονα έναν συμμαθητή μας, που καθόταν μόνος του στο θρανίο στο τέλος της αίθουσας, προσηλωμένος στο δικό του βιβλίο. Έκπληκτοι βλέπουμε τον καθηγητή να αφήνει την έδρα, να πλησιάζει τον συμμαθητή μας, ο οποίος τόσο απορροφημένος ήταν στην ανάγνωση, που δεν κατάλαβε τίποτα ακόμη και όταν ο Τασούλας έφτασε δίπλα του. Κάθισε λίγα δευτερόλεπτα πάνω του παρατηρώντας τον και σε μια στιγμή, εμείς που παρακολουθήσαμε με άκρα σιγή και απορία τα τεκταινόμενα, τον βλέπουμε να σηκώνει σε πλήρη ανάταση το αριστερό του χέρι και να το κατεβάζει με δύναμη στο σβέρκο του μαθητή. Αποτέλεσμα της μεγαλοπρεπούς αυτής σφαλιάρας; Ο συμμαθητής μας πετάχτηκε στο άκρο του θρανίου προς τον τοίχο, το βιβλίο του άνοιξε πέφτοντας στο πάτωμα και μέσα από τις σελίδες του ξεπρόβαλε ένα παλιό και πολυμεταχειρισμένο τεύχος… «Χτυποκάρδι»! Ο φοβερός είχε σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος το «Χτυποκάρδι» ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου των Νεοελληνικών και το διάβαζε ή μάλλον το μελετούσε με τόση αφοσίωση, που δεν καταλάβαινε απολύτως τίποτε από τι γινόταν γύρω του!
Πρώτη δημοσίευση στον Ηπειρωτικό Αγώνα και το agon.gr
+ There are no comments
Add yours