Γροθιά στο στομάχι η υπόθεση φρικτής σεξουαλικής κακοποίησης δύο ανήλικων αγοριών, 3,5 και 4,5 ετών, από την ίδια τους τη μητέρα και τον σύντροφό της.
Η υπόθεση, που αποκαλύπτει ο «ΑΔΕΚΑΣΤΟΣ», έχει πολλά κοινά με την περίπτωση του προσωρινά κρατούμενου αστυνομικού της Βουλής, ο οποίος κατηγορείται ότι μαζί με τη σύζυγό του, που είναι επίσης κατηγορουμένη, κακοποιούσαν σεξουαλικά τα τέσσερα από τα πέντε παιδιά της οικογένειας, ηλικίας 14, 13, 12 και 9 ετών.
Δεν το χωράει ανθρώπου νους ότι μία μητέρα και ο σύντροφός της βίαζαν τα δύο αγοράκια της και παράλληλα εκείνη τα εξανάγκαζε να φιλήσουν το πέος του, ενώ επιπλέον υποχρέωνε τα ανήλικα να ανέχονται θωπείες στα γεννητικά τους όργανα και στους γλουτούς τους!
Η Δικαιοσύνη έχει ήδη αποφανθεί σε πρώτο βαθμό ότι η μητέρα των δύο ανήλικων αγοριών διέπραξε σε βάρος των παιδιών της τις φρικτές πράξεις για τις οποίες κατηγορείται, καθώς έχει καταδικαστεί πρωτόδικα από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο σε κάθειρξη 31 ετών για βιασμό από κοινού, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, καθώς επίσης και για γενετήσιες πράξεις από κοινού κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος ανηλίκων που δεν συμπλήρωσαν τα 12 έτη.
Για τις ίδιες πράξεις βιασμού έχει κριθεί ένοχος και ο σύντροφός της, ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα, στον οποίο επιβλήθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο η ίδια ποινή, 31 χρόνια κάθειρξη. Η δίκη της 51χρονης μητέρας των ανηλίκων και του 55χρονου συντρόφου της έγινε τον Μάρτιο του 2024 και από τότε και οι δύο βρίσκονται στη φυλακή, εκτίοντας τις ποινές τους.
Η υπόθεση διαδραματίστηκε το 2016 σε νησί των Κυκλάδων, όπου τα δύο παιδάκια ζούσαν με τη μητέρα τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, οι κατηγορούμενοι διατηρούσαν ερωτική σχέση και διέμεναν συχνά στο σπίτι της κατηγορούμενης μαζί με τους δύο ανήλικους γιους της, ηλικίας τότε 4,5 και 3,5 ετών.
Το ζευγάρι, σύμφωνα με την κατηγορία, χρησιμοποιώντας σωματική βία και εκμεταλλευόμενο τη σωματική τους δύναμη και υπεροχή εξανάγκαζε τα παιδάκια σχεδόν καθημερινά να ανέχονται γενετήσιες πράξεις.
Όπως αναφέρεται στην πρωτόδικη δικαστική απόφαση, «σχεδόν καθημερινά οι κατηγορούμενοι κυκλοφορούσαν γυμνοί μέσα στο σπίτι, και με σκοπό να ικανοποιήσουν τη γενετήσια ορμή και επιθυμία τους, διέκοπταν το παιχνίδι των ανηλίκων, τους άρπαζαν και τους ανάγκαζαν να παρευρίσκονται κατά τη διάρκεια των ερωτικών τους πράξεων (φιλιά, πεολειχία, διείσδυση), τους έβγαζαν τα ρούχα τους, ενώ ήταν και οι ίδιοι γυμνοί και απαιτούσαν να τους παρακολουθούν, τους τοποθετούσαν αντικείμενα στον πρωκτό τους και συγκεκριμένα αντικείμενα που προσιδιάζουν σε δονητή (σ.σ.: μπαταρίες)! Επιπλέον, ο πρώτος κατηγορούμενος τους ανάγκαζε να φιλάνε το πέος του και όταν αντιστέκονταν, η μητέρα έπιανε το κεφάλι των ανηλίκων και με βία τους έσπρωχνε, κρατώντας τους από τον αυχένα και το πίσω μέρος της κεφαλής τους και τα εξανάγκαζε να φιλήσουν το πέος του κατηγορούμενου, ενώ επιπλέον θώπευαν τα ανήλικα στα γεννητικά τους όργανα και στους γλουτούς».
Στο πρωτόδικο δικαστήριο οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τα πάντα, ενώ ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν ούτε και ερωτική σχέση, ωστόσο οι ισχυρισμοί τους δεν έγιναν πιστευτοί από το δικαστήριο.
Μάλιστα, όπως αναφέρουν -κατά πληροφορίες- οι δικαστές στο σκεπτικό της πρωτόδικης καταδικαστικής τους απόφασης, «αποδείχτηκε ότι από το 2016 ο πρώτος κατηγορούμενος λάμβανε χρήματα από τη δεύτερη κατηγορούμενη, ενώ είχε στην κατοχή του την κάρτα τραπεζικών της αναλήψεων και τα στοιχεία του τραπεζικού της λογαριασμού απομυζώντας της συνέχεια χρήματα, γεγονός που αποδεικνύει τη στενή μεταξύ τους σχέση».
Σε άλλο σημείο της δικογραφίας αναφέρεται ότι «είναι χαρακτηριστική η αντίδραση των δύο ανηλίκων απέναντι στους δύο κατηγορούμενους, προς τον πρώτο με απόλυτο φόβο, ενώ προς τη δεύτερη με απέχθεια και αποστροφή».
«Τα ανήλικα βίωσαν τον απόλυτο τρόμο»
Το Κακουργιοδικείο, που έκρινε σε πρώτο βαθμό, αναφέρει πως «δεν βρίσκει έρεισμα στη λογική ότι τα όσα οι ανήλικοι κατήγγειλαν αρκετό χρονικό διάστημα από τότε που έγιναν ήταν υποβολιμαία και κατευθυνόμενα από τους αναδόχους γονείς τους».
Σύμφωνα με το δικαστήριο, «τα ανήλικα βίωσαν τον απόλυτο τρόμο, μέσω των περιστατικών, που αναγκάστηκαν σε τόσο μικρή ηλικία να ανεχθούν και σωματοποίησαν τον τρόμο αυτόν και το τραύμα για αρκετό καιρό, ενώ η κακοποίηση που είχαν υποστεί ήταν έκδηλη στη συμπεριφορά τους. Αλλωστε, χωρίς αμφιβολία, πρόδηλα και βάναυσα κακοποιητική ήταν και η συμπεριφορά της μητέρας των ανηλίκων, που χωρίς ίχνος αναστολής προέβη σε βάρος των τέκνων της στις παραπάνω κακοποιητικές πράξεις».
Τα δύο παιδάκια απομακρύνθηκαν από τη μητέρα τους το 2016 με δικαστική απόφαση και αρχικά μεταφέρθηκαν στο Πρότυπο Εθνικό Νηπιοτροφείο, ενώ στη συνέχεια δόθηκαν σε ανάδοχες οικογένειες.
Για τον εφιάλτη που βίωσαν από την ίδια τους τη μητέρα φέρεται ότι άρχισαν να μιλάνε δύο χρόνια αργότερα, το 2018, ενώ τον Ιανουάριο του 2023 συντάχτηκε η πρώτη έκθεση πραγματογνωμοσύνης για την ψυχολογική κατάσταση των δύο σεξουαλικά κακοποιημένων παιδιών.
Η δίκη τους αναμένεται να γίνει σε δεύτερο βαθμό, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο, τον Μάιο.
Πηγή: «Αδέκαστος», εφημερίδα «κυριακάτικη δημοκρατία»