Μια φορά κι έναν καιρό δούλευα στην τηλεόραση. Σ’ αυτό το φαντασμαγορικό Λούνα Παρκ και Γκόθαμ Σίτι μαζί.
της ΣΕΜΙΝΑ ΔΙΓΕΝΗ
Πες πως ξημέρωσε Νοέμβρης του 1981. Έχω βάλει να παίζει μια κασέτα των Jefferson Airplane. Αυτοί λένε το «White Rabbit» και εγώ βλέπω μπροστά μου την πιο όμορφη εξοχή του κόσμου.
«Δε λέγεται εξοχή αυτό» με πληροφορεί ο υπολογιστής μου. «Αφού είναι εξοχή, το βλέπω» επιμένω, «θα κατεβώ για πικνίκ».
Νομίζω πως βγάζει στην οθόνη μια ένδειξη: «Βρε, δεν κόβεις τον λαιμό σου!»
Με το γνωστό αστραπιαίο άνοιγμα-κλείσιμο του ματιού (όπως μου το έμαθε η Ελίζαμπεθ Μοντγκόμερι, τότε που πρωταγωνιστούσε στη σειρά “Μάγισσα”), στρώνεται το καρό τραπεζομάντιλο στο γρασίδι και απλώνονται επάνω του σάντουιτς, μηλόπιτες και πορτοκαλάδες. Επιλέγω μουσική επένδυση από οικογενειακές πολυβιταμινούχες ταινίες με την Τζούλι Άντριους. Ωραία!
Τσουπ, εμφανίζεται ένας μεγάλος λαγός. Λευκός και στρουμπουλός. Ένας λαγός ντυμένος γαμπρός, που περπατάει όρθιος, στα δυο του πόδια. Και με ημίψηλο. Αριστοκρατικός.
Εκπομπές, ρεπορτάζ, ξενύχτια, σχέδια, ταξίδια, αποστολές, καλεσμένοι. Χιλιάδες καλεσμένοι. Μια δεκαετία πάνω σ’ ένα rollercoaster που έτρεχε σαν τρελό, από τη Μεσογείων, μέχρι τη Χώρα του Ποτέ.
«Πάμε;» μου λέει.
«Αμέ» του λέω.
«Ωραία. Κλείσε τα μάτια».
«Φοβάμαι λίγο».
«Εμπιστέψου με. Δώσ’ μου το χέρι σου. Ωραία. Προχώρα τώρα. Μπράβο, προχώρα λίγο ακόμα, ωραία, μη σταματάς!» Και ξαφνικά, κάτω από τα πόδια μου, μια τρύπα. Μια λαγότρυπα. Κουτρουβαλάω. Πέφτω. Τσουλήθρα στο κενό. Ώσπου, οοοοοοοπ…φτάσαμε. Ένα μεγάλο φωταγωγημένο κτίριο, στη Μεσογείων.
ΕΡΤ.
Ωχ, Παναγία μου!
Οk, περνάω από τον καθρέφτη. Είναι τελικά 1981. Αρχίζουν κι έρχονται ένας ένας. Παρέλαση.
Ρεπορτάζ σε ανθρακωρυχεία για το δελτίο ειδήσεων.
Ρωμαίος, Βασιλικός, Αλευράς, Μασούρας, Πεπονής Χαλάτσης. Από πίσω, παρελαύνουν οι μοντέρ, Ανδρεαδάκης, Καλουδάς, Πλώτας, Κουμουνδούρος, οι μακιγιέζ που μας έμαθαν τα μυστικά της Kryolan και τα παγάκια στο πρόσωπο, όταν πάμε ξενυχτισμένοι σε πρωινό γύρισμα και οι γραμματείς που ήξεραν τα μυστικά μας και μας κάλυπταν, όπως η Μαίρη και η Έφη.
Κι ο Μπετινάκης εδώ είναι κι ο Ρεσβάνης κι ο Λουκάκος κι ο Δουατζής και βεβαίως ο Νέτας, ο Γιομπαζολιάς και ο Αντύπας. Παραδίπλα, ο ιδιοφυής και ευγενέστατος Παπαστεφάνου, ο κοσμοπολίτης Κωστάλας, η μονίμως σκυθρωπή Εύη Δεμίρη, ο υπέροχος Μπακογιαννόπουλος, η τρυφερή Λιλάντα, η Στάη ντίβα εκ γενετής, ο χολιγουντιανός Οικονόμου, η αγαπημένη Θεοδωράκη, ο πάντα βιαστικός Χούντας, ο τζέντλεμαν Σερέζης, η σέξι Αγάθου (που τρώει μόνο ένα μήλο για μεσημεριανό), ο ζεν πρεμιέ Κώστας Τσιβιλίκας, ο σαγηνευτικός Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, η ακούραστη Καλοστύπη, η Σακκάκου, που αρέσει στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο Δημόπουλος από τα παιδικά, ο Γκούτης από το Μουσικόραμα και το βαρύ πυροβολικό, η Λιάνα Κανέλλη, η εμβληματική σούπερ σταρ!
Παντού, σκηνοθέτες και οι αμέτρητοι βοηθοί τους, ο Μπιρσίμ, ο Παπαδόπουλος, ο Παπαθανασίου, ο Τσώνος, η Τζαφέρη, η Τανιμανίδου, ο Ζιάκας, ο Σιούλας, ο Καλοκαιρινός, ο Τσίλης, ο Μπακόλας, η Λένια…
Εκπομπές, ρεπορτάζ, ξενύχτια, σχέδια, ταξίδια, αποστολές, καλεσμένοι. Χιλιάδες καλεσμένοι. Μια δεκαετία πάνω σ’ ένα rollercoaster που έτρεχε σαν τρελό, από τη Μεσογείων, μέχρι τη Χώρα του Ποτέ.
———————-
Ρεπορτάζ με Νίκο Χασαπόπουλο και Νίτσα Λουλέ-Θεοδωράκη.
Μέσα στην ΕΡΤ των 80s, διασχίζω όλες τις πανέμορφες κι αποκρουστικές εμμονές μου. Όλοι εμείς οι καινούργιοι (Στάη, Ακρίτα, Δημαράς, Κροκίδη, Παπαδάκου, Τσιβιλίκας, Χασαπόπουλος, εγώ κ.α ), που η Φωτεινή Πιπιλή αποκαλεί απαξιωτικά “πρασινοφρουρούς”, ανακαλύπτουμε μαγεμένοι τις εκπλήξεις κάθε γωνιάς αυτού του αχανούς και δαιδαλώδους κτιρίου, που στέγασε μαγικά πρόσωπα, σπουδαίες δουλειές, μεγάλες συνομωσίες, θυελλώδεις έρωτες, ομηρικές συγκρούσεις και πλήθος ψευδαισθήσεων.
Ξεκινήσαμε τηλεόραση επί παντοδυναμίας Δημήτρη Μαρούδα, που ήταν απ όλα και για όλα, υφυπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως, κυβερνητικός εκπρόσωπος, αναπληρωτής υπουργός Προεδρίας και δημιουργός του ΕΣΡ, ως ανεξάρτητη αρχή. Πάνω απ όλα, όμως ο εξ απορρήτων του Ανδρέα και Ζακυνθινός σε όλα του, μετέφερε τη “γραμμή” στην ΕΡΤ, από τον Αντώνη Λιβάνη.
Δίπλα του, πίσω του κι ενίοτε μπροστά του, ο Σωτήρης Κωστόπουλος, ΓΓ Τύπου και Πληροφοριών, σύμβουλος σε θέματα πολιτικής επικοινωνίας και κυβερνητικός εκπρόσωπος. Λέγεται πως όταν συνέλαβαν μέλη των «Πυρήνων της Φωτιάς», στη γιάφκα τους στο Χαλάνδρι, βρέθηκαν αντίτυπα του βιβλίου του για την τρομοκρατία.
Αυτοί οι δύο άνθρωποι ήταν η ΕΡΤ των 80s.
Έμπαινες στα ασανσέρ και σου τύχαινε να συνυπάρξεις στο ίδιο τετραγωνικό μέτρο, με τον Χατζιδάκι, τον Τσαρούχη, τον Αναγνωστάκη, την Άντζελα Δημητρίου, την Μελίνα, την Αλίκη, τον Ζαμπέτα, τον Μίκη…
Πήγαινες στο μπαρ του πρώτου ορόφου κι έβλεπες να τρώει δίπλα σου η Καρέζη, ο Σταυρίδης, η Μαργαρίτα Παπανδρέου με την Καλλιόπη Μπουρδάρα, ο Χάρρυ Κλυνν, η Βίκυ Μιχαλονάκου με τον Στράτο Διονυσίου, ακόμη κι αυτός ο ίδιος ο “Ιππότης της Ασφάλτου”, ο Ντέιβιντ Χέιζελχοφ, ολοζώντανος, αφού τον είχε φέρει στην Ελλάδα, ο παραγωγός Μιχάλης Λεφάκης και τον περιέφερε σε ντίσκο και μπουζούκια για pr.
Αν ήσουν ακόμη πιο τυχερός, θα βρισκόσουν στην αίθουσα σύνταξης του Δελτίου Ειδήσεων, σε στιγμή διαπληκτισμού των δυο βασιλισσών του, κι εκεί δεν μπορεί, θα έκανες τον συνειρμό με αντίστοιχες δηλητηριώδεις ατάκες Μαρίας Στιούαρτ και Ελισάβετ. Μόνο ο Βύρων Μακρίδης, ήξερε τον τρόπο να στέκεται ανάμεσά τους και να παίζει τον βασιλιά της Ισπανίας. Κι ήταν αλήθεια, πάρα πολύ αστείο!
Η Αρλέτα στην εκπομπή “Σάββατο Μιάμιση”.
Στο μακιγιάζ την ώρα που σ’ έβαφε η κ. Μαλβίνα, μπορεί δίπλα σου, να έβαζαν παγωμένες κομπρέσες στο πρόσωπο κάποιας παρουσιάστριας προγράμματος, (…μπορεί να ήταν η Σακάκου, η Πάσσου, η Ασημακοπούλου, η Μπιτσόλα..), που θάβγαινε σε λίγο -ανάμεσα στις γιγάντιες βάτες της- για να πεί : “Κυρίες και κύριοι, στη συνέχεια του προγράμματός μας, μπορείτε να παρακολουθήσετε…”
Αν μάλιστα, είχες την ευλογία να συνυπάρξεις εκεί με την, αυτοκρατορικής ιδιοσυγκρασίας, Νάκυ Αγάθου-Μιχαλοπούλου, θα παρακολουθούσες δωρεάν μαθήματα στυλ και διατροφολογίας από την καλύτερη. Νωχελική, με έναν απαράμιλλο, σλόου μόσιον, ερωτισμό, αλλά απολύτως κάθετη στις απόψεις της, υπογράμμιζε αργά, βραχνά και πάντα με μισόκλειστα μάτια, τη σημασία του να τρώει κανείς μόνο μια φορά την ημέρα. Πάντα πρωτεΐνη με σαλάτα. Κατά προτίμηση απόγευμα.
Μια φορά κι έναν καιρό, λοιπόν, δούλευα στην τηλεόραση. Σ’ αυτό το φαντασμαγορικό Λούνα Παρκ και Γκόθαμ Σίτι μαζί. Δούλεψα και στους υπονόμους και στις σουίτες του. Καιρό τώρα, που δε ζω εκεί, ξεχνάω πως κάποτε ήταν το σπίτι μου.
ΦΤΕΡΟ ΣΤΟΝ ΑΝΕΜΟ
Κάπου διάβασα πως κάποιες δεκαετίες είναι μεγαλύτερες από άλλες και ότι στα 80s , μπορεί και να ταιριάζει η περίφημη φράση του Ντίκενς για τη Γαλλική Επανάσταση, “ήταν η καλύτερη εποχή, ήταν η χειρότερη εποχή”. Μια εποχή που σφραγίστηκε από το σύνθημα “Τσοβόλα δώστα όλα”, αλλά και το κεφαλαιώδες ερώτημα «Ποιος σκότωσε τον Τζέι Αρ;».
Ήταν ωραίο το παραμύθι τότε. Ένα παραμύθι μέσα στο οποίο ζούσε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, μιας χώρας που κυβερνούσε ένας γοητευτικός παραμυθάς, που υποσχόταν “ακόμη καλύτερες μέρες”, που έκανε κοινωνικοποιήσεις για το καλό μας, που διεύρυνε το λεξιλόγιό μας με καινούργιες λέξεις, τον “ετεροχρονισμό”, τον “ΦΠΑ”, το “χρονοντούλαπο της ιστορίας”, την “απελευθερωση της αγοράς”, τη “λιτότητα”, το “νέφος”, που μαζί του ζήσαμε ένα ατέλειωτο πηγαινέλα στα υπουργεία, όταν κάτι στράβωνε στις “συννενοήσεις” , με αποτέλεσμα εμείς οι Ερτικοί ρεπόρτερς να τρέχουμε και να μη φτάνουμε για τα νέα βιογραφικά, τις φωτογραφίες και τις δηλώσεις των καινούργιων. Έτσι ξαφνικά, χάνονταν -σαν φτερά στον άνεμο- από καθημερινά πελατάκια στο στούντιο, ο Δρεττάκης, ο Κακλαμάνης, ο Λάζαρης, ο Τρίτσης… Έτσι γνωρίζαμε νέα αστέρια, που έπρεπε επειγόντως να κάνουν δηλώσεις. Ανάμεσά τους η βλοσυρή Βάσω Παπανδρέου, ο γελαστός Γεράσιμος Αρσένης, κ.α.
Για το μεγάλο φαγοπότι, οι ανόητοι της παρέας, θα μαθαίναμε αργότερα. Σχεδόν ταυτόχρονα με την απόλυσή μας το 1989 και το κόψιμο του “Τρεις στον αέρα”, γιατί όπως είπαν “έβγαζε συνέχεια συνδικαλιστές και απεργίες”.
Πόσα ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου πήγαν άκλαφτα… Μας έλεγαν πχ. να κάνουμε ένα θέμα στα σούπερ μάρκετς για τις ειδήσεις. Αυτό όμως που προέκυπτε από το ρεπορτάζ, ήταν τουλάχιστον σουρεαλιστικό. Εκεί που πηγαίναμε, θύμιζε περισσότερο Χρηματιστήριο, παρά σούπερ μάρκετ. Από τα μεγάφωνα, η διεύθυνση του καταστήματος ανήγγελλε κάθε λεπτό την αύξηση των τιμών. Αποτέλεσμα; “Οι μηνιαίες αποδοχές μας, τον επόμενο μήνα δεν επαρκούν ούτε για τα τσιγάρα μας”.
Έ.. αυτά μας έλεγε ο κόσμος, αλλά σιγά μην έπαιζαν τέτοια ρεπορτάζ. Χρησιμοποιούσαν μόνο τα πλάνα, για να “ντύσουν” καθησυχαστική ενημέρωση τύπου “όλα καλά, όλα ανθηρά”.
Κατά τα λοιπά, οι τηλεθεατές απολαμβάνουν σοκολάτα με ονοματεπώνυμο, την Λίλα Πάουζε, ανοίγουν ένα Απέλια κι ενημερώνονται στις 9 νταν, έγκαιρα και έγκυρα, από τον αδέκαστο Σπύρο Χατζάρα για όλα.
(Για το μεγάλο φαγοπότι, οι ανόητοι της παρέας, θα μαθαίναμε αργότερα. Σχεδόν ταυτόχρονα με την απόλυσή μας το 1989 και το κόψιμο του “Τρεις στον αέρα”, γιατί όπως είπαν “έβγαζε συνέχεια συνδικαλιστές και απεργίες”.)
Στο συνέδριο των Δελφών με τον Γιώργο Παπανδρέου.
Όσο για τα παιδιά των 80s, εκείνα λάτρευαν τη “Λάσυ” και τη “Χιλιοποδαρούσα” με τον Νίκο Πιλάβιο και τραγουδούσαν στα πάρτι τα σουξέ της Αλέξιας, της Πωλίνας, του Ρακιντζή, του Μπουλά, του Καρβέλα, της Αρβανίτη, του Γιοκαρίνη…
Στο μουσικό στερέωμα λάμπουν τα αστέρια Πανταζή, Αντύπα, Άντζελας, AC DC, Μadonna, The Cure, Γλυκερίας, U2, Pet Shop Boys, Σούκα, Σαλαμπάση, Στανίση, Blondie, Cyndi Lauper, Michael Jackson, Eurythmics, Χριστοδουλόπουλου, Παιδιών της Πάτρας, George Michael, Bon Jovi, Whitney Houston και φυσικά της Μοσχολιού, της Σακελλαρίου, του Νταλάρα, της Μαρινέλας, του Διονυσίου, του Πάριου, της Αλεξίου, της Βίσση…
Αγαπάμε με πάθος τον Σιδηρόπουλο, κάθε τι Χατζιδακικό, τη Φλέρυ, τον Άσιμο, τον Μαρίνο, τον Μούτση, τον Κηλαηδόνη, τον Σπανό, τον Μικρούτσικο, τον Ξαρχάκο…
Καμαρώνουμε την «Νέα Σκηνή» του Βογιατζή, τον «Θεσσαλικό», του Τσιάνου, το «Εμπρός», την «Εποχή», την «Ομάδα Εδάφους», την «Σφενδόνη», τρελαινόμαστε στο Ηρώδειο, με την «Κάρμεν» της Μπάλτσα και του Καρέρας, ενώ στο σινεμά, το street dance του Σειληνού και του Μεταξόπουλου, που ξέραμε, εκτοπίζεται από το αντίστοιχο χορευτικό του Fame και διδασκόμαστε πώς γίνονται οι μαραθώνιοι του σεξ στην “Γαλάζια λίμνη”.
Η γιαγιά μου, από την άλλη, πρώτη φορά ξεχνάει τον αγαπημένο της Νίκο Ξανθόπουλο, παρασυρμένη από:
1ον) Την “Λωξάντρα” της Ιορδανίδου με την Βαλάση.
2ον)Τους “Ιερόσυλους”, με τον αδέκαστο μπάτσο Θάνο Λειβαδίτη (που άγγιξαν σ ένα επεισόδιο το 82%.).
3ον)Τον “Ανδροκλή και τα λιοντάρια του”, με Βουτσά, Καραγιάννη, Χαϊκάλη, Φραγκιόγλου και Ευρυπιώτη.
Η μαμά μου παρακολουθεί (εκτός βέβαια από τις δικές μου εκπομπές, που τις γράφει κιόλας στο πρώτο μας βίντεο κι έτσι σήμερα μπορώ να υπερηφανεύομαι για το αρχείο μου) :
1ον) την σειρά της Μιρέλλας Παπαοικονόμου και του Αντώνη Σιμιτζή, “Μικροί Μεγάλοι” με τις δραματοποιημένες οικογενειακές ιστορίες και
2ον) Την “Εξαφάνιση του Τζον Αυλακιώτη” του Μαρή, με Πάρλα, Βαλσάμη και Αρζόγλου.
Ο μπαμπάς μου στήνεται μέχρι αργά στον καναπέ, για τα “Ανοιχτά Χαρτιά”, με Μάκη Γιομπαζολιά και Βίκτορα Νέτα, και για το “Μια ταινία, μια συζήτηση” όπου και στη διάρκειά της επιτέλους, τον παίρνει ο ύπνος και σταματάει να καπνίζει βουνά από “Έθνος Εξαιρετικά”.
Εγώ πάλι όποτε δε σπαταλιόμουν σε κρεπάλες, δεν έχανα:
1ον)”Το Κάμπινγκ” με τον Καλογερόπουλο και τον Μόσχο,
2ον) “Το μινόρε της Αυγής”, γιατί έπαιζε η αφρόκρεμα των ηθοποιών της εποχής.
3ον) Την “Φρουτοπία” του Τριβιζά και των Σοφιανών και
4ον) “Τα ξύλινα σπαθιά”, του Παντελή Καλιότσου. Αυτό, μάλλον το έβλεπα σαν μια προετοιμασία για την εμπλοκή μου στην πολεμοχαρή τηλεόραση, της επόμενης δεκαετίας.
Σταυρίδης, Οικονόμου και Σεμίνα στο “Σάββατο Μιάμιση”.
Μέχρι τότε, έκανα προπόνηση σε “Σάββατο μιάμισι”,”Τρεις στον αέρα”, “Εδώ και σήμερα”, “Συμπόσιο” και σε αμέτρητα ρεπορτάζ κι αποστολές για το Δελτίο Ειδήσεων.
Εν τω μεταξύ, πάνω στο τρέξιμο, και χωρίς να το καταλαβαίνω, άρχισα να μεγαλώνω λίγο, μετά να μεγαλώνω πολύ, να ερωτεύομαι, να χωρίζω, να παντρεύομαι, να κάνω παιδί, να ξαναχωρίζω, να ξαναπαντρεύομαι, να ξαναγίνομαι μαμά, και τα κλειδιά που βρίσκω στα κτίρια και στα γραφεία της ΕΡΤ, αρχίζουν να μην ταιριάζουν σ’ όλες τις πόρτες. Συχνά συμβαίνει να πρέπει να συρρικνωθώ, να γίνω πολύ μικρή, για να χωρέσω να περάσω από πολύ πολύ μικρές πορτούλες και να πάω εκεί που θέλω. Κι όταν το καταφέρνω, περνάω πάντα κι έναν έλεγχο από την Ντάμα Κούπα και τον Τρελοκαπελά, κι άλλοτε πάλι που πίνω από το λάθος μπουκαλάκι, γίνομαι τεράστια και καταπλακώνω όσους βρίσκονται γύρω μου. Ευτυχώς έρχεται στο τσακ ο Τζόνι Ντεπ, (κατευθείαν από το γύρισμα, με εκτυφλωτικό μακιγιάζ και το κοστούμι από την “Αλίκη” του Τιμ Μπάρτον) και με γλυτώνει με στυλ, από το μαρτύριο. Με πιάνει από το χέρι και με πάει να συναντήσω πάλι τον δικό μου κόσμο, τους ρεπόρτερς και τους δημοσιογράφους που είχα, σ’ όλες εκείνες τις εκπομπές.
Την όμορφη Μαρία Χούκλη, τον Χρήστο Φερεντίνο, που βιάζεται πολύ να καθιερωθεί στην τηλεόραση, τον χαρά Θεού Σπύρο Μεταξά, την φιλόδοξη Πόπη Τσαπανίδου, τον ζεν πρεμιέ Δημήτρη Σταυρόπουλο, τον στοχοπροσηλωμένο στην επιτυχία Κώστα Αρβανίτη, τον πολυτάλαντο, πολυπράγμονα και εφευρετικό Αντώνη Πρέκα, τον Γιώργο Κυρούση στα Γιάννινα, την Ελλλίζα Καλλλλίτση και τον Πάνο Θεοδωρακόπουλο στην Πάτρα, τον Γιάννη Δάρρα, την νεαρή, ορεξάτη και ευσυγκίνητη Νατάσα Φίλιππα εκ Λευκάδος, την εκτυφλωτική Ειρήνη Δημοτάκη, τον Γιάννη Παπαδόπουλο, την ασυμβίβαστη και ικανότατη Δώρα Μακρή, τη μέσα σε όλα, ρεπορταζιακά και μη, Έλσα Παπαϊωάννου, την –στοργική μαμά του λόχου– Πηγή Περσιάδου, την πάντα υποστηρικτική Βάσω Βασιλαδιώτη, τον εκρηκτικό Μίλτο Μακρίδη τον Μιχαήλ Γελαντάλη, που μοιάζει στον Μίκι Ρουρκ, την Αμάντα Μιχαλοπούλου, που θέλει να γίνει συγγραφέας, την Εύη Κυρατζή, που είναι ερωτευμένη με τον Γιάννη Δημαρά και τελικά την τυλίγει εκείνος, την -πάντα ντίβα- διανοούμενη και γενναιόδωρη και προστατευτική και ευφάνταστη Βίκυ Μιχαλονάκου, τον μετρημένο Σεραφείμ Κωνσταντινίδη, τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο (ναι, δυστυχώς, ακόμη κι αυτόν), τον αστείο Γιώργο Τσελίκα και πολλούς ακόμη.
Φεύγω όμως τώρα από τα γραφεία, γιατί όλοι βιαζόμαστε πολύ. Μια ζωή βιαζόμαστε.
Πρωτοχρονιάτικο σόου του 1987.
Στη στροφή του διαδρόμου, αριστερά από το Στούντιο Α, βλέπω ένα μαγικό υγρό σε φωτεινό μπουκάλι και μια μικρή ταμπέλα πάνω του που αναβοσβήνει: «ΠΙΕΣ ΜΕ».
Θα το πιω κι ας μου βγει και σε κακό. Ουπς… μικραίνω πάλι, μικραίνω πολύ. Στο μεταξύ, ο Λαγός πάλι χάνεται.
Γίνομαι άτακτη όταν φεύγει, μ αρέσει να κάνω στον αέρα πράγματα που δε σώζονται. Όπως εκείνο το μεσημέρι στο “Τρεις στον αέρα”, που δεν έσωσα το πρώτο μαργαριτάρι που ξεστόμισε σε τηλεόραση, δημοφιλής λαική αοιδός.
“Τι σκοπεύετε να κάνετε μετά από αυτήν τη συνεργασία;” τη ρωτάω.
“Σκοπεύω να κλασσικοποιηθώ!” μου απαντάει.
“Φαντάζομαι ότι θα είναι εύκολο αυτό για σας” της λέω.
“Το ξέρω” με κατακεραυνώνει.
Μπορεί, δεν ξέρω, ίσως, μέσα σ αυτόν τον αλλόκοτο διάλογο, να υπήρξε το σπέρμα της trash tv. Ή η πρόθεση…
Επιστρέφω στην ατμόσφαιρα του προλόγου. Υπενθυμίζω (για τους αφηρημένους..) πως έχω συρρικνωθεί πάλι.
Από την αίθουσα μακιγιάζ βγαίνει μια τεράστια (για τα δεδομένα μου) γάτα. Όπως ακριβώς το είχε σχεδιάσει και ο Κάρολ στο παραμύθι του.
Σκαρφαλώνει σ’ ένα παρατημένο μπουμ του στούντιο 4, στο υπόγειο και μονολογεί:
«Αν εγώ έψαχνα έναν λαγό, θα ρωτούσα τον Τρελοκαπελά».
«Ευχαριστώ πολύ» της λέω, «δε μιλάω άλλο με τρελούς…»
«Ααα,αυτό δεν μπορείς να το αποφύγεις! Τρελοί είναι σχεδόν όλοι εδώ».
Ναι, ε; Ε..λοιπόν μ αρέσει αυτό. Εδώ θα μείνω.
Καλημέρα Τηλεόραση, πατρίδα μου καινούρια!
Σωτήρια έτη 1982-83-84-85-86-87-88-89.
“Τρεις στον Αέρα” με τον Νάσο Αθανασίου.
——————-
Υπόκρουση το “Δώδεκα”.
Κάτω από τα φαρδιά πολύχρωμα πουλόβερ με τις βάτες και τ αυστηρά κοστούμια, φτερουγίζουν ερωτευμένες καρδιές, που διακρίνονται καθαρά στις απευθείας συνδέσεις, στις αθλητικές μεταδόσεις, στα δελτία ειδήσεων.
Το μικρά χωριά της Αγίας Παρασκευής και της Κατεχάκη στέγαζαν -όπως φαντάζομαι θα στεγάζουν ακόμη- μεγάλους κι απελπισμένους έρωτες, θηριώδεις συγκρούσεις αντιζήλων, μυθιστορηματικού ενδιαφέροντος μηχανορραφίες και χολιγουντιανούς χωρισμούς…
Αυτά και άλλα, κυρίες και κύριοι θα έχετε την ευκαιρία να παρακολουθήσετε στη συνέχεια του προγράμματός μας, την επόμενη εβδομάδα. …..συνεχίζεται.
(εννοείται!)
Πηγή: www.lifo.gr
+ There are no comments
Add yours