της Αλεξάνδρα Τσόλκα
Η φρικτή φωτιά του καλοκαιριού, έκαψε το σπίτι και όλα μου τα πράγματα, αρχεία, φωτογραφίες, τα εργόχειρα της μανούλας μου, τα σημειώματα του πατέρα μου, τα αναμνηστικά από τις γεννήσεις και τις βαφτίσεις των παιδιών μου, έργα τέχνης και αντικείμενα ακόμα από τις γιαγιάδες και την προσωπική μου ιστορία. Έκαψε και τα βιβλία μου, που για την συλλογή τους, ήμουν περήφανη και ίσως λίγο υπεροπτική γιατί είχα καταφέρει να κάνω δικά μου τα σπουδαιότερα. Ήταν το τέλειο προσάναμμά για τις φλόγες. Αναμεσά τους μια συλλογή όλων των έργων του Σαίξπηρ που ξεχρέωνα φοιτήτρια με δόσεις, εκείνα του πατέρα μου, κάποια σπάνια αντίτυπα για τον Αγώνα του 1821 και τη δίκη του Κολοκοτρώνη, μια Μήδεια πολύ παλιά, το θεατρικό λεξικό του Σολωμού, βιβλία με υπογραφές και σημειώματα απ τον Κούνδουρο ή την Μαλβίνα ή τον Χάρυ Κλυν.
Θυμάμαι και ένα μοναδικής αισθητικής λεύκωμα, που με κόπο και λεφτά, που με στερήσεις εξοικονόμησα του Bob Willoughby, για την Οντρεϊ Χέμπορν, την απόλυτα Ωραία Κυρία του Χόλυγουντ φωνογραφημένη σε πλατό και στην ζωή της από το πιο αφοσιωμένο και γοητευμένο φωτογράφο της. Πόσο το είχα αγαπήσει και το χάζευα όποτε μελαγχόλησα, εκείνο το λεύκωμα των λίγων αντίτυπων, που είχα πει να μου φέρουν απ το Λονδίνο, πριν από τόσα χρόνια. Ναι ξέρω! Να λυπάμαι για υλικά πράγματα είναι ύβρις. Όμως, μωρέ, ας βγάλω και εγώ έναν μικρούλι αναστεναγμό θλίψης, για εκείνες τις ιλουστρασιόν σελίδες με τη θεϊκή σταρ, να σαγηνεύει, αφήνοντας περιθώριο στο όνειρο και στην αιωνιότητα…
… Γιατί εκείνη θα είναι για πάντα, η αριστοκρατική τυχοδιώκτρια που λατρεύει τα διαμάντια στο Tiffany’s, ντυμένη με μεγάλα καπέλα, μαύρο μικρό φόρεμα, μακριές πίπες και ψηλά γάντια. Η θα γίνεται η απόλυτη αντρική φαντασίωσης κάθε Πυγμαλίωνα, στο Ωραία μου Κυρία, με τιάρα, γούνα και λευκό φόρεμα. Η σε κάποιες διακοπές στην Ρώμη, θα ανεβαίνει με απαράμιλλη χάρη και νεανικότητα σε μια πολύχρωμη βέσπα για να χαθεί στα λιόφωτα σοκάκια της Αιώνιας Πόλης. Είναι η Οντρει Χεμπορν, αρχετυπική καλλονή στην συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας, ως η απόλυτα χαριτωμένη, φινετσάτη εικόνα γυναίκας.
Η συλλεκτική έκδοση 1000 μόλις αντιτύπων για την πιο κομψή καλλονή του 20ου αιώνα, κυκλοφόρησε με φωτογραφίες της όπως τις τράβηξε και τις επεξεργάστηκε ένας απ τους σημαντικότερους φωτογράφους του Χόλυγουντ, ο Bob Willoughby. Τα λίγα αριθμημένα αντίτυπα, είχε υπογράψει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, που δεν υπάρχει και αυτός πια, ο οποίος ξεχώριζε μέσα στην έκδοση μια φράση της λατρεμένης του Οντρεϊ:
«Οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη, πολύ περισσότερο απ τα αντικείμενα, να ανανεώνονται, να αποκαθίστανται, να αναπαλαιώνονται, να είναι σε χρήση, για αυτό ποτέ μην πετάτε, μην απορρίπτετε κανέναν».
Η σχέση τους υπήρξε, επίσης, αρχετυπική. Το βλέμμα και το μοντέλο! Η έκθεση και η αποτύπωση. Ο φωτογράφος που γοητεύεται, που αιχμαλωτίζεται, που αφοσιώνεται στο αποτυπώσει την πιο τέλεια στιγμή απ το ιδανικό του. Και ενώ ο Bob Willoughby στην γεμάτη διακρίσεις καριέρα του σαν φωτογράφος στο Χόλυγουντ, έχει συλλάβει με τον φακό μοναδικά βλέματα και στιγμές με θρύλους της7ης Τέχνης, όπως η Ελιπζαμπεθ Τέιλορ, η Μερλιν Μονορε η Τζειν Φοντα, ή η Τζουντι Γκαρλαντ, παραμένει ασυναγώνιστος στο αγαπημένο του θέμα: το πρόσωπο και την φιγούρα της Οντρει Χεμπορν.
Πίσω στο 1953, ο ήδη φτασμένος, νεαρός φωτογράφος καλείται απ τα στούντιο για μια υπόθεση ρουτίνας. Πρέπει να φωτογραφίσει μια νεαρή στάρλετ, πολλά υποσχόμενη. Ελαφρώς βαρύθυμος πηγαίνει στο ραντεβού και γνωρίζει την Οντρει, μια μέρα ακριβώς μετά την άφιξη της, στο Χόλυγουντ. Με το που κοίταξε την Βελγίδα καλλονή, έγινε δέσμιος της γοητείας της. «Μου έδωσε το χέρι της σαν μια πριγκίπισσα και με θάμπωσε με το χαμόγελο που ο Θεός της είχε χαρίσει για να λιώνει τις καρδιές των θνητών ανδρών», θυμάται κάτι δεκαετίες αργότερα.
Καθώς η καριέρα της Χεμπορν απογειώνονταν μετά την απονομή του Οσκαρ, με την πρώτη της εμφάνιση κιόλας, στο Διακοπές στην Ρώμη, έγιναν στενοί φίλοι και ο ίδιος απαθανάτιζε στιγμές τόσο απ την επαγγελματική της ζωή, όσο και για την καθημερινότητα της.
Η θρυλική τελειομανία του σε συνδυασμό με την απόλυτη τρυφερότητα του, αποκαλύπτουν τα πολλά πρόσωπα της ομορφιάς, της φινέτσας και της γοητείας της Οντρει, από την αρχή του μύθου της μέχρι την απογείωση του, με το Ωραία μου Κυρία, το 1963. Την παρακολουθεί και την φωτογραφίζει σε πλατό, συνομιλίες, στην προετοιμασία του ρόλου της και όταν γίνεται πάλι ο εαυτός της, στην καθημερινότητα της. Εκείνη ότι και αν κάνει, έχει πάντα συναίσθηση πως το βλέμμα του είναι πάνω της, καρφωμένο, αφοσιωμένο, αφιερωμένο σαν του πιστούς σε μια ιδιωτική θρησκεία.
Τυχεροί όσοι απόκτησαν την συγκριμένη συλλογική έκδοση και ακόμη πιο τυχεροί όσοι μυήθηκαν στην αφοσίωση του φωτογράφου, σε εκείνη την σχέση του με την Οντρει, του αιώνιο βλέμματος και της έκθεσης, που συνθέτουν έναν απ τους πλέον τρυφερούς, συμβολικούς πλατωνικούς έρωτες του Χόλυγουντ και της τέχνης. Τυχερή ίσως και εγώ, που χάρηκα το βιβλίο, ως τις φλόγες…
Πηγή:spotlightpost.com
+ There are no comments
Add yours