του Γιώργου Λιβανού

Το καλοκαίρι είχε πάντα χώρο, στο ρεπερτόριο των θεάτρων για κωμωδίες. Είδος ξεχωριστό, ευχάριστο & διασκεδαστικά ανέμελο. Ανάμεσα στα καταγεγραμμένα είδη κωμωδίας, ελληνικά και ξένα υπάρχει κι ένα, που ξεχωρίζει, η κομεντί , η ερωτική κωμωδία δηλαδή που καταφέρνει ν’ αγγίξει και το συναισθηματικό παλμό των θεατών.

Αναμφισβήτητα στα έργα της σειράς αυτής, ένα από τα κορυφαία είναι Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες του Leonard Gersh. Γνωστή στη χώρα μας κι αισιόδοξη κομεντί για τον έρωτα, το θάρρος και την αλληλοκατανόηση. Η πλοκή του έργου –που είναι βασισμένη στη ζωή ενός υπαρκτού προσώπου, του δικηγόρου Χάρολντ Κρεντς- μέ οδηγό το χιούμορ, προσεγγίζει με ευαισθησία το ζητήμα του αυτοπροσδιορισμού μέσω του έρωτα.

Το έργο «Οι Πεταλούδες είναι Ελεύθερες» υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία του Broadway κάνοντας πάνω από 1100 παραστάσεις στο πρώτο ανέβασμα. Έκανε πρεμιέρα σε σκηνοθεσία του Ελληνοαμερικανού Μίλτον Κατσέλας, το 1969 και παίχτηκε θριαμβευτικά για τρία σχεδόν χρόνια. Αμέσως μετά, μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο από τον ίδιο τον Gershe με πρωταγωνιστές τον Έντουαρντ Άλμπερτ, την Γκόλντι Χόουν και στο ρόλο της μητέρας την Αϊλίν Χέκαρτ (η μόνη απ’ την αρχική διανομή της παράστασης) η οποία τιμήθηκε για την ερμηνεία της με το Όσκαρ Καλύτερης Ηθοποιού σε Δεύτερο Ρόλο.

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπήρξαν και διακρίσεις (*Tony -Theater world award κ.α. & για τις θεατρικές ερμηνείες) Τον τίτλο «Οι Πεταλούδες είναι Ελεύθερες» ο συγγραφέας τον εμπνεύστηκε από μια φράση που συνάντησε στο μυθιστόρημα του Τσαρλς Ντίκενς «Ο ζοφερός οίκος». Πιο συγκεκριμένα το έργο πραγματεύεται την ιστορία αγάπης που ενώνει δυο συγκατοίκους σε μια λαϊκή συνοικεία της Νέας Υόρκης το ’70 . Η γεννιά των χίππυς διεκδίκησε με το δικό της τρόπο την ανεξαρτησία της σε όλους τους τομείς, με κορυφαίο το δόγμα “Θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα” και η έκφραση της φράσης αποτυπώνεται μαεστρικά στο έργο του Γκερς.

Η αστραπιαία έλξη δύο νέων παιδιών, μιας άπειρης ηθοποιού και ενός τυφλού που προσπαθεί ν’ αυτονομηθεί επί ίσοις όροις, έρχεται στο έργο να συγκρουστεί με τη δεσποτική μητρική αγάπη που δυναστεύει τον ήρωα. Η μάχη μεταξύ έρωτα και μιας προστατευμένης οικογενειακής ζωής, είναι έντονη και παρακολουθούμε την εξέλιξη & τις ανατροπές της λεπτό προς λεπτό. Θα έλεγε κανείς πως μοιάζει με τη μάχη κάθε ανθρώπου για την ουσιαστική του ενηλικίωση.

Με περισσή γνώση για τις ανθρώπινες σχέσεις, με τρυφερότητα στην αποτύπωση των χαρακτήρων, που παρότι είναι σύμβολα , δε χάνουν ούτε στιγμή την ενδοσκοπική αλήθεια τους & με πολύ χιούμορ, χτίστηκε μια κωμωδία που αντέχει στο χρόνο & σήμερα εξακολουθεί να ενδιαφέρει και να συγκινεί. Διόλου τυχαίο , που το έργο αποτελεί διαχρονικό χιτάκι και όταν παίζεται σχεδόν πάντα , στέφεται με επιτυχία.

Στη χώρα μας ήρθε για πρώτη φορά στη δεκαετία του ’70 με το νεόκοπο θεατρικό ζευγάρι Φέρτη -Καλογεροπούλου και την υπέροχη μουσική και το τραγούδι του Σπανού που με σύμμαχο τη μελαγχολία του φτάνει ως τις μέρες μας. Μητέρα τότε, η Σμάρω Στεφανίδου.

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή.

Ακολουθησε το ανέβασμα με τον Πάνο Κατέρη , τη Νέλη Σακελάρη και την Αγγέλικα Καπελαρή, και αυτό στο Αττικόν με τους Χρήστο Πολίτη, Ελένη Ερήμου , Άννα Παιτατζή & Άλκη Γιαννακά το ’80, ενώ τη δική τους τρυφερή εκδοχή έδοσαν η Πόπη Μοντανάρη , ο Νίκος Γιάννακας και η Έφη Οικονόμου (& Νέλλη Παππά ) το ’90. Υπάρχει & μια λιγότερο γνωστή εκδοχή στα 2010 με την Άννα Παιτατζή και τον Σταύρο Καραγιάννη στη Θεσσαλονίκη. Και ερχόμαστε αισίως στο καλοκαίρι του 2021, που μετά την Πανδημία και το κλείσιμο τα θέατρα δειλά ανοίγουν και προσπαθούν με υποσχόμενες παραγωγές να έλξουν τους θεατές.

.Από τους νικητές του φετεινού καλοκαιριού όπως φαίνεται, θα είναι το ανέβασμα ξανά, του αγαπημένου αυτού θεατρικού σε σκηνοθεσία Ρέϊνας Εσκενάζυ με την Πέμη Ζούνη στο ρόλο της μητέρας & τους Αναστάση Ροϊλό & Ερ. Μανούρη στους ρόλους των δύο νέων που ερωτεύονται κεραυνοβόλα στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Είναι ειλικρινείς, τίμιοι στην αντιμετώπιση των ρόλων και συγκινητικοί. Τη διανομή συμπληρώνει σωστά ο Κ. Ελματζίογλου. Χωρά νεωτερισμός σε μια κλασσικά μοντέρνα κομεντί; Η σκηνοθέτης απέφυγε τα τερτίπια πρόχειρου εκσυγχρονισμού. Εστίασε στο κείμενο & βγήκε νικήτρια.

Η σκηνοθεσία παρουσιάζει ολοκληρωμένους χαρακτήρες , υπηρετεί το συγγραφέα και αναδυκνύει τη διαχρονικότητα του συναισθήματος. Το σκηνικό θα μου άρεσε χρωματικά πιο pop art νεανικό, αλλά προφανώς σχεδιάστηκε για την επερχόμενη περιοδεία, ενώ τα κοστούμια είναι λειτουργικά (* Γ. Λυντζέρης) .Η μουσική & το τραγούδι του Στ. Κραουνάκη, τρυφερά και ιδιαίτερα, όπως απαιτεί το ύφος του έργου.

Κρίμα που δεν υπάρχει πρόγραμμα να συνοδεύει την παράσταση. Θα ολοκλήρωνε την εντύπωση ότι το καινούριο αυτό ανέβασμα είναι δείγμα καλού θεάτρου, που μοιάζει να δραπέτευσε από την καλοκαιρινή ποιότητα του παρελθόντος.

Συμπερασματικά, υπέροχο ν’ ανεβαίνουν ξανά έργα με περιεχόμενο και τίτλο παρασυρτικό, σαν τα σύννεφα που κουβαλούν το μύθο τους.

About Post Author

Γιώργος Λιβανός

Σκηνοθέτης- Ηθοποιός

You May Also Like

More From Author

+ There are no comments

Add yours