Ολυμπιακοί Αγώνες: Ευκαιρία ή δυσβάστακτο κόστος
Οι θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 2024 βρίσκονται σε εξέλιξη στο Παρίσι, εν μέσω σημαντικών ανησυχιών για την ασφάλεια.
Αυτά τα ζητήματα μεγάλης σημασίας πάντως αποσπούν προς στιγμήν την προσοχή των παρατηρητών από ένα άλλο… ναυάγιο που επηρεάζει τους περισσότερους Ολυμπιακούς Αγώνες: την υπέρβαση του κόστους.
Το να ξοδεύεις περισσότερα από όσα έχεις προϋπολογίσει έχει γίνει ο κανόνας για τις διοργανώτριες πόλεις, αλλά όπως αναφέρει η Katharina Buchholz της Statista, το Παρίσι δεν είναι στην πραγματικότητα το… χειρότερο της παρέας (σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις), παρά την υπέρβαση κατά περισσότερο από 100% που το οδήγησε σε κόστος 8,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη φιλοξενία των Αγώνων (εξαιρουμένων των επενδύσεων σε αστικές και μεταφορικές υποδομές).
Αυτό ξεπερνιέται εύκολα από τη Βαρκελώνη, η οποία ξεπέρασε το κόστος κατά 266% το 1992 και το Ρίο ντε Τζανέιρο το 2016, το οποίο ξεπέρασε τον προϋπολογισμό κατά 352%. Οι χειμερινοί αγώνες μπορεί επίσης να είναι πιο δαπανηροί από ό,τι αναμενόταν, για παράδειγμα στη ρωσική πόλη Σότσι το 2014, όπου η διοργάνωση ήταν κατά 289% ακριβότερη από ό,τι αναμενόταν, στο ποσό-ρεκόρ των 28,9 δισεκατομμυρίων, ή στο Λίλεχαμερ της Νορβηγίας το 1994, όπου σημειώθηκε υπέρβαση 277%.
Ανεκμετάλλευτες εγκαταστάσεις
Ενώ η φιλοξενία ενός γεγονότος όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες προβάλλεται μερικές φορές ως ευκαιρία για τη βελτίωση των υποδομών των πόλεων, η μόνιμη κληρονομιά των Αγώνων καταλήγει μερικές φορές να είναι ένα πλήθος εγκαταλελειμμένων και υπερτροφικών χώρων που κανείς δεν χρησιμοποιεί λόγω κακού μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Αυτό συμβαίνει μέχρι σήμερα σε προηγούμενες διοργανώτριες πόλεις όπως το Σαράγεβο, η Αθήνα, το Πεκίνο και το Ρίο, όπου τα ετοιμόρροπα στάδια και τα ξεχασμένα ολυμπιακά χωριά δεν αποτελούν περήφανα μνημεία αθλητικών επιτευγμάτων, αλλά μάλλον θλιβερά σύμβολα καταστροφικής οικονομικής κακοδιαχείρισης.