‘Εφυγε από τη ζωή ο εφοπλιστής και ιδιοκτήτης της Χαλυβουργικής, Κωνσταντίνος Π. Αγγελόπουλος, σε ηλικία 77 ετών, μετά από ποιλύμηνη νοσηλεία σε ιδιωτικό θεραπευτήριο.
Ήταν ο πατέρας των Γιώργου και Παναγιώτη Αγγελόπουλου και αδερφός του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, αμφότεροι γόνοι μιας μεγάλης οικονομικής δυναστείας.
Ήταν αδερφός του Θεόδωρου Αγγελόπουλου και πατέρας των επιχειρηματιών και ιδιοκτητών της ΚΑΕ Ολυμπιακός, Γιώργου και Παναγιώτη Αγγελόπουλου. Τα τελευταία χρόνια είχε βρεθεί σε ανοιχτή διαμάχη με τους δύο γιους του, με επίκεντρο τη Χαλυβουργική.
Ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος αντιμετώπιζε επί μακρόν προβλήματα υγείας. Σε μία συνέντευξή του το 2018 στην Καθημερινή ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος είχε αναφερθεί στη σπάνια μορφής αρθρίτιδα, η οποία δυσκόλευε την κινητικότητά του.
«Από την πρώτη στιγμή δεν το έβαλα κάτω. Πέρασα μια ολόκληρη ζωή παλεύοντας για να βγω από την ασθένεια. Επισκέφθηκα τους πιο εξειδικευμένους γιατρούς σε όλο τον κόσμο. Δοκίμασα φάρμακα που την εποχή εκείνη ήταν απαγορευμένα γιατί δεν είχαν ακόμη δοκιμασθεί. Ταξίδεψα κρυφά από όλους μόνος μου με έναν σκαραβαίο στην Ελβετία και έκανα εγχείρηση για να μου βάλουν βίδες τιτανίου, την εποχή που ήταν ακόμη απαγορευμένες στην Αμερική. Γενικά ήμουν άφοβος απέναντι στην ασθένεια και αυτό με αντάμειψε. Οι εγχειρήσεις αυτές και τα φάρμακα με ανακούφισαν σημαντικά και διευκόλυναν τη ζωή μου» είχε περιγράψει.
Η οικογένεια Αγγελόπουλου, με καταγωγή τον Βλαχορράπτη Αρκαδίας (σημερινή ονομασία Μάραθα), συνέδεσε το όνομά της με τη Χαλυβουργική. Πρόγονος της ιστορικής χαλυβουργίας ήταν η Ελληνικά Συρματουργεία, μια μικρή βιοτεχνία που δημιουργήθηκε στην οδό Πειραιώς, στο ύψος των Πετραλώνων.
«Η ιστορία της Χαλυβουργικής είναι πράγματι αλληλένδετη με την ιστορία της χώρας. Από το πρώτο εργοστάσιο στην οδό Πειραιώς, όπου φτιάχνονταν σύρματα για καρφιά και πέταλα, μέχρι την ίδρυση του εργοστασίου στην Ελευσίνα και την τοποθέτηση των πρώτων ηλεκτρικών κλιβάνων, η συνδρομή της Χαλυβουργικής στην εθνική προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας ιδίως μετά το 1950 είναι καθοριστική, αφού η Ελλάδα είχε δική της παραγωγή σε χάλυβα για όλα τα μικρά και μεγάλα έργα που ξεκίνησαν την δεκαετία του ’50 και άλλαξαν το πρόσωπο της πατρίδας. Από τη δεκαετία του 1960, που ξεκίνησε τη λειτουργία της πρώτης υψικαμίνου μέχρι τη δεκαετία του 1980, η Χαλυβουργική διέθετε τη μοναδική υψικάμινο στη χώρα και αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους εργοδότες στην Ελλάδα. Τα χρόνια αυτά της ακμής, η Χαλυβουργική είχε τεράστιες εξαγωγές και αποτελούσε το κόσμημα της βιομηχανίας στην Ελλάδα, διότι όχι μόνο απασχολούσε πάρα πολλούς υπαλλήλους, αλλά όλοι οι εργαζόμενοι στην εταιρεία εθεωρούντο από τους ιδιοκτήτες συγγενείς και όχι υπάλληλοι. Ημασταν όλοι μια μεγάλη οικογένεια» είπε πει στην ίδια συνέντευξη, στην «Καθημερινή», το 2018.
Ο εκλιπών είχε επιμεληθεί πέρσι το καλοκαίρι ένα λεύκωμα με την ιστορία της οικογένειάς του.
Πρόκειται για μια πολυτελή έκδοση 254 σελίδων ενός λευκώματος που περιέχει σπάνιες και ιστορικής σημασίας φωτογραφίες, πραγματικά ντοκουμέντα από την επιτυχημένη επιχειρηματική διαδρομή της οικογένειας, υπό τον τίτλο «Ο επιχειρηματίας Θεόδωρος Αγγελόπουλος 1875-1953». Στο συγκεκριμένο εγχείρημα η συμβολή της συζύγου του Γέλης Παπαγιαννοπούλου-Αγγελοπούλου ήταν σημαντική. «Τα τελευταία χρόνια συγκέντρωνα τα αρχεία της οικογένειάς μου από τον παππού μου Θεόδωρο μέχρι και τη λύση της Χαλυβουργικής. Με τη βοήθεια του παλιού οικογενειακού του φίλου και συλλέκτη Δημήτρη Τσίτουρα, μετά από πολλές συζητήσεις, απεφάσισα να καταθέσω το σύνολο του αρχείου, που είναι πραγματικά ογκώδες, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, την οποία και ευχαριστώ από την καρδιά μου για τη συνεργασία, ευελπιστώντας βέβαια και στη συνέχειά της. Από το αρχείο αυτό προήλθε και κυκλοφόρησε ένας αφιερωματικός τόμος για την επιτυχή διαδρομή του παππού μου Θεόδωρου Αγγελόπουλου (1875-1953)», είχε πεί στο «ΘΕΜΑ» ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος. Ξεφυλλίζοντας ο αναγνώστης τον τόμο, είναι σαν να μεταφέρεται σε έναν άλλο κόσμο, σαν να ζει μια ωραία, γοητευτική και γεμάτη ένταση περιπέτεια.
Περιπέτεια ενός άσημου αλλά υπερδραστήριου ανθρώπου, ο οποίος από τον Βλαχορράπτη Αρκαδίας (σημερινή ονομασία Μάραθα) μετακόμισε στην Αθήνα και καθοδηγώντας τα παιδιά του Αγγελο, Δημήτρη, Παναγιώτη και Ιωάννη, έπειτα από τιτάνιους αγώνες και θυσίες, κατόρθωσε η οικογένειά του να μεγαλουργήσει και να βάλει την ανεξίτηλη σφραγίδα της στην οικονομία της Ελλάδας. Απόσταγμα αυτής της επιχειρηματικής πορείας του πρωτεργάτη της οικογένειας Αγγελόπουλου ήταν η ίδρυση της Χαλυβουργικής, μετά τα δεινά της κατοχής και την απελευθέρωση, μια βιομηχανία αιχμής, η οποία συνέβαλε στην ανάκαμψη της λαβωμένης από τον πόλεμο οικονομίας της χώρας, καθώς προσφέρει γενναιόδωρα και αφειδώς τη σωτήρια πρώτη ύλη για την αποκατάσταση των εκτεταμένων ζημιών σε όλη την επικράτεια.
– Ας ανατρέξουμε σε παιδικά χρόνια και αναμνήσεις. Συχνά στις συνεντεύξεις σας αναφέρεστε στο χωριό σας.
Οταν άνοιξε ο δρόμος για το χωριό -το κομμάτι Ατσίχολο- Βλαχορράπτη δημιουργήθηκε από τον παππού μου και τα παιδιά του-, ο πατέρας μου και ο θείος μου μας πήγαν να μείνουμε οικογενειακώς στο χωριό. Ξεκινήσαμε από την Αθήνα και διανυκτερεύσαμε στην Τρίπολη, μια και η διαδρομή ήταν μεγάλη. Τότε η διαδρομή φάνταζε στα παιδικά μου μάτια υπερατλαντικό ταξίδι. Την επόμενη μέρα φτάσαμε στον Βλαχορράπτη Αρκαδίας και μείναμε στο σπίτι του παππού. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που αντίκρισα το χωριό. Μαγεία. Υπέροχο μέρος και για μένα παράδεισος. Κι ας έχω περιηγηθεί σε πολλές γωνιές του πλανήτη. Κάθε φορά που επισκέπτομαι το μέρος δεν κρύβω ότι συγκινούμαι. Συγκινούμαι καθώς βρίσκομαι στον τόπο των παιδικών αναμνήσεών μου και των οικογενειακών μου ριζών.
Τι θυμάστε από τον παππού σας;
Υπέροχες διηγήσεις, μαθήματα ζωής. Στο φτωχικό σχολειό του χωριού -χτισμένο τώρα πια με πέτρα και εμπλουτισμένο με όσα πρέπει να έχει ένα πρότυπο δημοτικό σχολείο- ένδειξη ευγνωμοσύνης του αείμνηστου πατέρα μου Παναγιώτη Αγγελόπουλου, στο οποίο και πήγε μαζί με τα αδέλφια του, τον Αγγελο, καθηγητή οικονομολόγο, ακαδημαϊκό και συγγραφέα και τους Δημήτρη και Γιάννη. Ο παππούς μου διηγούνταν συχνά ότι τα τρία αδέλφια πήγαιναν στο σχολείο με τα πόδια. Οταν μεγάλωσαν, χρειάστηκε να περπατούν ακόμη περισσότερο. Στο γυμνάσιο, στη Δημητσάνα, περπατούσαν δύο ώρες δρόμο. Κι όμως, αυτά τα αδέλφια, όταν εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, άρχισαν από χαμηλά και έφτασαν να γίνουν επιτυχημένοι βιομήχανοι συνδυάζοντας το όνομά τους με τη Χαλυβουργική. Ο Βλαχορράπτης είναι έδρα ταχυδρομείου από το 1890. Εκεί, ο παππούς μου εργαζόταν ως ταχυδρόμος μοιράζοντας με το μουλάρι την αλληλογραφία στα χωριά της περιοχής, την οποία έπαιρνε από τη Δημητσάνα. Συμμετείχε στα κοινά του χωριού ως κοινοτικός σύμβουλος και πρόεδρος της κοινότητας για μία διετία.
Με τη σύζυγό του Χριστίτσα (Χριστίνα) Παπαθανασίου αποκτούν πολυμελή οικογένεια, η οποία ασφυκτιά στα στενά όρια ενός χωριού. Η απόφασή του για μετάβαση στην Αθήνα είναι πλέον μονόδρομος και το 1918 μετακομίζουν οικογενειακώς στην Αθήνα. Η πρώτη του δουλειά στην Αθήνα είναι ως πωλητής στο εμπορικό κατάστημα του κουνιάδου του, στην οδό Αιόλου 79. Αποδεικνύεται άριστος πωλητής και ανεβάζει τον κύκλο εργασιών της επιχείρησης. Σπουδάζει τα παιδιά του, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στον μεγάλο του γιο, τον Αγγελο, ο οποίος είναι αριστούχος στο πανεπιστήμιο. Συμπαραστάτες του οι υπόλοιποι γιοι του, οι οποίοι εργάζονται και αυτοί σκληρά ώστε το 1925 προκειμένου να αποκτήσουν το δικό τους κατάστημα – σιδηροπωλείο στην οδό Αθηνάς 35.
Ενδεικτική είναι η φράση του πατέρα μου, Παναγιώτη, ο οποίος πάντα τόνιζε: «Ξεκινήσαμε ξυπόλητοι από τον Βλαχορράπτη. Δεν σπουδάσαμε διότι δουλεύαμε από το πρωί ως αργά το βράδυ για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας και να δημιουργήσουμε τις επιχειρήσεις, οι οποίες τόσα προσέφεραν και προσφέρουν στη χώρα μας και στους εργαζομένους». Μετά από πέντε χρόνια σκληρής δουλειάς στο κατάστημα της οδού Αθηνάς 35 καταφέρνουν με οικονομίες να αγοράσουν ένα οικόπεδο στην οδό Πειραιώς, στο ύψος των Πετραλώνων, και να προχωρήσουν στην ανέγερση της μικρής βιοτεχνίας Ελληνικά Συρματουργεία, η οποία θα παράγει η ίδια τα προϊόντα τα οποία εμπορεύεται. Δουλεύοντας από το πρωί έως το βράδυ καταφέρνουν και μειώνουν το κόστος ώστε να είναι ανταγωνιστικοί στην ελληνική αγορά. Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά πλέον για τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο και τους γιους του.
– Τι ρόλο έπαιξε η Χαλυβουργική στην Ελλάδα;
Η ιστορία της Χαλυβουργικής είναι συνδεδεμένη με την Ιστορία της χώρας. Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ήταν η μοναδική πλήρως καθετοποιημένη χαλυβουργία στην Ελλάδα που χρησιμοποιούσε σιδηρομετάλλευμα ως πρώτη ύλη για την παραγωγή τελικών προϊόντων. Η εταιρεία είχε μεγάλη συμμετοχή στα μεγάλα έργα υποδομής που έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες, όπως είναι οι μεγάλοι οδικοί άξονες, μεγάλα ιδιωτικά έργα, μεγάλα λιμάνια και στάδια, γέφυρες, αεροδρόμια κ.ά. Ολα αυτά αποτελούν ξεχωριστά δείγματα της καταλυτικής παρουσίας και προσφοράς της εταιρείας στην Ελλάδα. Γενικά μπορώ να πω ότι η συμβολή της Χαλυβουργικής στην εθνική προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας μετά το 1950 είναι καθοριστική, αφού η πατρίδα είχε δική της παραγωγή σε χάλυβα για όλα τα μικρά και μεγάλα έργα που άλλαξαν το πρόσωπο της Ελλάδας τις τελευταίες δεκαετίες.
– Σας δυσκόλεψε το γεγονός ότι αναγκαστήκατε να κλείσετε την εταιρεία πέρσι;
Η απόλυση των εργαζομένων το 2019 ήταν απαραίτητη επιχειρηματική επιλογή και πράξη διότι η εταιρεία υπολειτουργούσε μετά το 2012 και ιδιαίτερα μετά το 2015 δεν είχε αντικείμενο εργασίας, με αποτέλεσμα η μισθοδοσία των 200 εργαζομένων και όλων των άλλων επιβαρύνσεων να καλύπτεται προσωπικά από μένα. Οταν το 2018 οι τράπεζες απέρριψαν αίτημα αναδιάρθρωσης των δανείων ήταν μονόδρομος η απόλυση των εργαζομένων. Η κατάρρευση της χαλυβουργίας στην Ελλάδα ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσεως, αφού η εσωτερική ζήτηση χαλυβουργικών προϊόντων κατακρημνίστηκε. Για να καταλάβετε, από 2,1 εκατομμύρια τόνους το 2009 υποχώρησε το 2013 στους 300.000 τόνους και τα επόμενα χρόνια ουσιαστικά διαλύθηκε. Επαιξαν ρόλο και οι φόροι στην ενέργεια, καθώς και το κόστος ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Ως επιχειρηματίας ακολουθώ πάντα τη λογική του επιχειρείν. Βεβαίως συναισθηματικά ήμουν στενά δεμένος με τη Χαλυβουργική, αλλά οι διεθνείς και εγχώριες δυσμενείς συνθήκες της βιομηχανίας της χαλυβουργίας δεν επέτρεπαν άλλη επιλογή παρά μόνο την απόλυση των εργαζομένων και τη συντήρηση της εταιρείας με προσωπικό ασφαλείας.
– Αισθάνεστε τιμή που ανήκετε σε μια οικογένεια εθνικών ευεργετών;
Είναι γνωστό ότι η οικογένειά μου έχει σαν γενάρχη τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’, που ξεκίνησε από τη Δημητσάνα ως Γεώργιος Αγγελόπουλος και έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη. Αυτοί οι δεσμοί της οικογένειάς μας με το Πατριαρχείο οδήγησαν τον πατέρα μου να αναλάβει την αποκατάσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας μου έχει ανακαινίσει το σπίτι του Πατριάρχη Γρηγορίου στη Δημητσάνα και έχει ανεγείρει τον Ναό του Αγίου Δημητρίου στη Ζυρίχη, στη μνήμη του θείου μου Δημήτρη. Μετά από τόσα έργα της πατρικής μου οικογένειας αισθάνομαι υπερηφάνεια και τιμή ότι η οικογένειά μας προσέφερε στην πατρίδα αυτά που ανέφερα και άλλα πολλά, γιατί ο πατέρας μου είχε βαθιά πίστη στην πατρίδα και στη θρησκεία.
– Υπάρχουν εθνικοί ευεργέτες σήμερα;
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί επιχειρηματίες γνωρίζουν τις κρίσιμες στιγμές που περνάει η πατρίδα και συνδράμουν την εθνική προσπάθεια με τον τρόπο που ο καθένας έχει επιλέξει.
– Τι σας προβληματίζει στην Ελλάδα σήμερα;
Ολοι βλέπουν ότι η πατρίδα έχει να αντιμετωπίσει πολλά εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα. Η λύση αυτών των προβλημάτων δεν είναι εύκολη και γι’ αυτό χρειάζεται εθνική ομοψυχία και δουλειά για να στερεωθεί η ελληνική οικονομία. Μόνο με δυνατή οικονομία μπορούν να δοθούν λύσεις στα χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει η πατρίδα και ιδιαίτερα στους κρίσιμους τομείς της εθνικής άμυνας, της Παιδείας και της Υγείας.
– Μήπως ήρθε ο καιρός να αναπτυχθεί η βιομηχανία στη χώρα μας;
Το έχω πει πολλές φορές ότι μόνο η επιχειρηματική ελευθερία μπορεί να αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό την ελληνική οικονομία. Γι’ αυτόν τον λόγο η Πολιτεία πρέπει να θεσπίσει νόμους οι οποίοι να δίνουν κίνητρα στους επιχειρηματίες να αναπτύξουν τη δραστηριότητά τους στη βιομηχανία που αποτελεί τον κύριο μοχλό της οικονομίας. Ας αναλογιστούμε τα περασμένα χρόνια που η ελληνική βιομηχανία ήταν ανθηρή και να μιμηθούμε το νομικό καθεστώς άλλων χωρών, που είναι υποβοηθητικό στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.
– Θυμάστε την πρώτη και την τελευταία φορά που επισκεφτήκατε τη Χαλυβουργική;
Θυμάμαι, όταν ήμουν 7 ετών, ξεκίνησαν οι εκσκαφές για το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα. Επειδή ο πατέρας μου εκείνο το διάστημα ήταν στο εξωτερικό είχα πάει στην Ελευσίνα με τον θείο μου Δημήτρη. Θυμάμαι ακόμα την τελετή το 1961, όπου ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έβαλε τον θεμέλιο λίθο στην πρώτη υψικάμινο.
Τελευταία φορά που πήγα στην εταιρεία ήταν τον Δεκέμβριο του 2019. Ολο εκείνον τον μήνα ήμουν στα γραφεία της Χαλυβουργικής στην Αθήνα και είχα συναντήσεις με τους διευθυντές, με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, με τους λογιστές για τις διαδικασίες απολύσεως των εργαζομένων. Η διαδικασία τελείωσε στις 31 Δεκεμβρίου 2019 και έκτοτε η εταιρεία λειτουργεί με προσωπικό ασφαλείας και δεν χρειάζεται τη φυσική μου παρουσία.
Υπάρχει κάποια ακόμη έκδοση να περιμένουμε από εσάς;
Τον προσεχή Οκτώβριο θα ακολουθήσει ένας δεύτερος τόμος για τον αλησμόνητο και εκλεκτό θείο μου Αγγελο Αγγελόπουλο, του οποίου η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Η έκδοση αυτή θα υλοποιηθεί με τη συνεργασία των παιδιών του και αγαπημένων μου πρώτων εξαδέλφων, Δημήτρη Αγγελόπουλου και Μαρίας-Χριστίνας Αγγελοπούλου-Μπιλιμάτση. Εν συνεχεία, ετοιμάζεται και τρίτος τόμος για τα άλλα αδέλφια, Δημήτρη και Γιάννη, που έφυγαν από τη ζωή χωρίς απογόνους, καθώς και για τον πατέρα μου Παναγιώτη. Η σύμπτωση να κυκλοφορήσουν οι τόμοι αυτοί με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από τη δημιουργία της Παλιγγενεσίας (1821-2021), με την οποία δημιουργήθηκε το Ελληνικό Εθνος, είναι ευτυχής, διότι θα δείξει μέσα από την επιχειρηματική διαδρομή της οικογένειάς μου τη σπουδαιότητα της συμβολής της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους.
Με τον τρόπο αυτό θα έλεγα ότι η οικογένειά μας συμμετέχει και εγώ προσωπικώς στους προγραμματισμένους εορτασμούς του κράτους, που παρακολουθώ με μεγάλο και αμείωτο ενδιαφέρον.
+ There are no comments
Add yours