του Krikor Tsakitzian
Την αποφασιστικότητά της να συνεχίσει την πολυδιάστατη διακονία της στην πέμπτη ήπειρο, απαλλαγμένη από μικροσυμφέροντα και φαινόμενα παρασιτισμού, δηλώνει κατηγορηματικά η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, με αφορμή την έκδοση καταδικαστικής απόφασης σε βάρος της κ. Βάσως Μώραλη από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Καβάλας.
«Η Ελληνική Δικαιοσύνη αντιμετώπισε αναλόγως την εκστρατεία κατασυκοφάντησης στην οποία επιδόθηκε επί μακρόν η κ. Βάσω Μώραλη, υποχρεώνοντάς την σε αποκατάσταση της προσβολής που επέφερε με τις αλλεπάλληλες ψευδείς και συκοφαντικές διαδόσεις της, μέσω των αναρτήσεων που έκανε στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook», τονίζεται στην ανακοίνωση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, ενώ επισημαίνεται ότι το δικαστήριο υποχρέωσε την καταδικασθείσα, μεταξύ άλλων, να καταβάλει (μετά την τελεσιδικία της απόφασης) ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προκάλεσε, το ποσό των 30.000 ευρώ.
«Η Ομογένειά μας και η ευρύτερη κοινή γνώμη της Αυστραλίας», υπογραμμίζεται σε άλλο σημείο, «δικαιούνται και πρέπει να αντιληφθούν τις αποκαλυφθείσες προθέσεις και τα πραγματικά κίνητρα της κ. Μώραλη, ώστε να διακρίνουν την εμπάθεια και την εμμονή της και να αποφεύγουν την επιχειρούμενη πλάνη».
Επισυνάπτεται η ανακοίνωση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας:
Η Ελληνική Δικαιοσύνη αντιμετώπισε αναλόγως την εκστρατεία κατασυκοφάντησης στην οποία επιδόθηκε επί μακρόν η κ. Βάσω Μώραλη, υποχρεώνοντάς την σε αποκατάσταση της προσβολής που επέφερε με τις αλλεπάλληλες ψευδείς και συκοφαντικές διαδόσεις της, μέσω των αναρτήσεων που έκανε στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook.
Πιο συγκεκριμένα, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Καβάλας, με την υπ’ αριθμ. 32/2022 απόφασή του, διέγνωσε τον συκοφαντικό χαρακτήρα των αναρτήσεών της, των σχετικών με τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Μακάριο, με την παραγωγή ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Στυλιανού και το Ίδρυμα της Βασιλειάδος. Και την υποχρέωσε: α. να καταβάλει (μετά την τελεσιδικία της απόφασης) ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προκάλεσε, το ποσό των 30.000 ευρώ, β. να αφαιρέσει τις συκοφαντικές αναρτήσεις από το ίδιο μέσο, γ. να δημοσιεύσει με τον ίδιο τρόπο περίληψη της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης (άλλως, θα βαρύνεται με σοβαρές νομικές κυρώσεις) και γ. να υποβληθεί στα έξοδα της δίκης.
Υπενθυμίζουμε ότι η κ. Μώραλη έκανε λόγο στις επιλήψιμες αναρτήσεις της για «Διάπραξη και συγκάλυψη Οικονομικού και Ηθικού Σκανδάλου» (7/8/2020), για «Κατάχρηση δεκάδων χιλιάδων δολαρίων» (7/8/2020), υποστηρίζοντας ότι κατείχε «Συντριπτικά και αδιάσειστα στοιχεία» (7/8/2020), τα οποία όμως δεν εμφανίστηκε καν στη δίκη για να τα καταθέσει, καθότι είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχουν. Χρησιμοποιούσε στομφώδεις παραπλανητικούς τίτλους, όπως ενδεικτικά: «Ψέμματα, ψέμματα ακόμη περισσότερα ψέμματα από την Βασιλειάδα και την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας» (10/8/2020). Ενώ έφθασε στο σημείο να διατυπώνει απειλές με αναιτιολόγητο θράσος, του τύπου: «Ας μη διανοηθούν να… διαψεύσουν με ανακοινώσεις αερολογιών και ψευδών τα εδώ καταγγελλόμενα. Οι αποδείξεις που διαθέτω είναι συντριπτικές εις βάρος τους. Θα τις δημοσιοποιήσω και θα γελοιοποιηθούν» (7/8/2020).
Απέναντι σε αυτές τις ανοίκειες και κακόβουλες διαδόσεις, ο Αρχιεπίσκοπος και οι συνεργάτες του θέλησαν να δώσουν την ευκαιρία της μεταμέλειας στην κ. Μώραλη (ζητώντας της με εξώδικη πρόσκληση, να ανασκευάσει), ώστε να αποφευχθεί η προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Εκείνη όμως, όχι μόνο το αρνήθηκε, αλλά όξυνε έτι περαιτέρω την αντίδρασή της με νεότερα και αήθη δημοσιεύματα και με μια εμμονή από πλευράς της να ασχολείται συστηματικά εναντίον της Ιεράς Αρχιεπισκοπής μας, των Ιδρυμάτων της, του Αρχιεπισκόπου μας, καθώς και άλλων προσώπων – από Επισκόπους και κληρικούς, μέχρι και λαϊκούς – συμπεριλαμβανομένων ακόμη και προσώπων, για τα οποία άλλοτε, όταν η ίδια απολάμβανε τη φιλοξενία και θαλπωρή της τοπικής μας Εκκλησίας, δεν είχε διατυπώσει την παραμικρή μομφή.
Κατόπιν τούτων, η καταφυγή στη Δικαιοσύνη κατέστη μονόδρομος. Αλλά η κ. Μώραλη είχε μία επιθετική αντίδραση, ακόμα και για την ίδια την Ελληνική Δικαιοσύνη. Γι’ αυτό και δεν
δίστασε να αναφέρει, σε άλλη μία ανάρτησή της, ότι «Να δούμε αν θα βρεθεί δικαστήριο να καταδικάσει ένα αθώο και ανυπεράσπιστο άνθρωπο για να δικαιώσει τους υποκριτές και τους ψεύτες» (10/9/2020).
Η κ. Μώραλη παρέμεινε μέχρι σήμερα αμετανόητη κι αμετακίνητη στην εκτροπή της. Το γεγονός ότι καταπιάστηκε ακολούθως κι επί διετία με οτιδήποτε επινόησε, εφηύρε κι έπλασε σχετικά με την Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και τους λειτουργούς της, είναι σαφές δείγμα ότι ουδέποτε υπήρξε πραγματικά αδικημένη από κάποιον, αλλά ότι ενήργησε – κακόβουλα και παραβατικά – υπό το πρίσμα της νέας πραγματικότητας, στην οποία διέβλεπε ότι δεν είχε θέση. Την εξήγηση αυτή φρόντισε να δώσει η ίδια, με τα αψυχολόγητα κι ατυχή πεπραγμένα της. Ασφαλώς και η νέα διοίκηση στην Αρχιεπισκοπή, δεν συνάδει και δεν διανοείται πρακτικές και μεθόδους, ανάλογες εκείνων που μετέρχεται η κ. Μώραλη.
Σε κάθε περίπτωση, η Ιερά Αρχιεπισκοπή μας, σεβόμενη ακριβώς την ιστορία της – ως εκκλησιαστικός θεσμός και ως πνευματικός πυλώνας της Ομογένειας – καθώς και τις υπολείψεις των προσώπων (κληρικών και λαϊκών) που βάναυσα στοχοποιήθηκαν συκοφαντικά, δεχόμενα λασπολογία και χυδαιολογία, με τις συστηματικές αναλήθειες, τις προσβλητικές αναφορές και τις αγοραίες εκφράσεις που μετήλθε η εν λόγω κυρία, είχε χρέος να αποκρούσει στοιχειωδώς και να επιδιώξει – έστω και μερικώς – την αποκατάσταση της αλήθειας, σχετικώς με τις επιθέσεις που έχει δεχθεί. Και να συνεχίσει την πολυδιάστατη διακονία της στην πέμπτη ήπειρο, απαλλαγμένη από μικροσυμφέροντα και φαινόμενα παρασιτισμού. Καθώς και από τις όποιες εκβιαστικές πρακτικές, με τις οποίες σχετίζεται η διατήρησή τους. Εξάλλου, η Ομογένειά μας και η ευρύτερη κοινή γνώμη της Αυστραλίας, δικαιούνται και πρέπει να αντιληφθούν τις αποκαλυφθείσες προθέσεις και τα πραγματικά κίνητρα της κ. Μώραλη, ώστε να διακρίνουν την εμπάθεια και την εμμονή της και να αποφεύγουν την επιχειρούμενη πλάνη.
Για την καθοριστική συμβολή του στη συγκεκριμένη προσπάθεια, ευχαριστίες οφείλονται από τα μέλη του Consolidated Trust, από τα μέλη του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου, τους Θεοφιλεστάτους Επισκόπους μας και βεβαίως τον Αρχιεπίσκοπό μας, στον Δικηγόρο και Νομικό Σύμβουλο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας στην Αθήνα κ. Στυλιανό Κατσέλη, ο οποίος υποστήριξε νομικά την ανωτέρω υπόθεση.