του Γιώργου Λιβανού
Αύγουστος και ανέκαθεν στο μυαλό μου ήταν συνδεδένος με όλα τα ωραία του μεσοκαλόκαιρου. Διακοπές, χαρές, έρωτες & άλλα πολλά, που θέλαμε να στολίζουν τα καλοκαίρια μας, για να είναι σημαντικότερα από τους χειμώνες μας.
Από τότε που σταματήσαμε να μετράμε μπάνια και παγωτά βρήκαμε άλλα ωραία να φορτίζουν μπαταρίες , μνήμες κι επιθυμίες. Με αυτή τη σειρά πάντα. Κάπου βέβαια στο πέρασμα των χρόνων , ενώ πάντα το θέρος κουβαλά για τους περισσότερους τα ίδια μικρά κλειδιά της ευτυχίας, εμείς οι ίδιοι τα αφήσαμε να χαθούν σ’ ένα πέπλο εξασθενημένης ομίχλης, υπάρχουν όμως πάντα εκεί και περιμένουν. Και κει που αμέριμνα πίνεις το ποτό σου δίπλα στη θάλασσα μετά από καιρό, σκάει τηλέφωνο από αγαπημένο συναδελφο :
“Ξέρεις ξαφνικά έφυγε ο Γιώργος… ” και στο άκουσμα της είδησης όλα παγώνουν. Ο φίλος και συνεργάτης που έφυγε νωρίς. Οι σκέψεις για το τηλεφώνημα που άργησε, μαζί με την προτροπή να βρεθείτε. Η συνειδητοποίηση πως ο καιρός περνάει. Ξαφνικά με αφορμή θανάτους κυρίως φίλων -οι συγγενείς είτε φεύγουν στην ώρα τους είτε είναι αναμενόμενο κακό αυτή η αποχώρηση- συνειδητοποιείς πως μεγαλώνεις. Πως μεγάλωσες σωστότερα.
Και κει χαλαρά δίπλα στο κύμμα ερχονται όλες οι σκέψεις για αυτά που χάθηκαν ανεπιστρεπτί , όσα μας πήραν τα καλοκαίεια ανεπιστρεπτί. Ή μήπως όχι; Όσο μεγαλώνουμε , μαζί με την προσπαθεια της επιβίωσης και την καθημερινότητα που μας πλήττει, αποχωριζόμαστε άθελά μας, πολλά πολύτιμα δώρα της ξένοιαστης μετεφηβικής μας ζωής. Όλο και λιγότερο ασχολούμαστε μ’ αυτά που αγαπούσαμε πολύ και μας εφτιαχναν τη διάθεση στο τσακ, ως δια μαγείας.
Με αυτά που δραπετεύαμε και δεν αφορά μόνο ανθρώπους αλλά κι εκλεκτές συνήθειες. Είτε αυτό ήταν το διαβασμα, είτε τα ταξίδια είτε το ν’ ακούμε μουσική κατ’ επιλογή όχι εξ ανάγκης! Στα είκοσι τρελαινόμαστε από χαρά για μια απρόβλεπτη εκδρομή στην Ύδρα. Για το καινούριο lp του George Michael που έλιωνε στο πικ απ., ξανά και ξανά… Ή για το νέο βιβλίο του Ξανθούλη που κρατούσαμε στα χερια μας. Σήμερα ολα αυτα αποτελούν μέρος της καθεστηκυίας καθημερινότητας μας και γι’ αυτό μας κλέβουν τη χαρά.
Οι επαγγελματικές ενασχολήσεις , το κυνηγητό στόχων και τα οικογενειακά βάρη, μας απομακρύνουν συχνά από το στόχο, όσων πραγματικά μας ανέβαζαν & μας τόνωναν. Δυσκολότερα ερωτευόμαστε, σπανιότερα εμπιστευόμαστε νέους ανθρώπους και ξεχνάμε κι αυτούς που αγαπάμε. Το “πρέπει να πάρω ένα τηλ τη Μαρία να δω τι κάνει” γίνεται στερεότυπο moto φευγαλέας σκέψης, συχνά. Όσο πιο πολλούς φίλους έχουμε & συχνότερα.
Γεγονός που εν τέλει, σπάνια συντελείται και αν γίνει, συμβαίνει απο τύχη. Το τελευταίο γερό χαρτί που θαρρώ αφαιρεί απο τη ζωή μας ο χρόνος και η συνήθεια, είναι η ουσιαστική ενασχόληση με τον εαυτό μας και τα θέλω του. Το δεν έχω χρόνο έχει αντικαταστήσει την ανάγκη για όσα πραγματικά χρειαζόμαστε και μας γεμίζουν σε προσωπικό επίπεδο. Οι μικρές αποδράσεις μας είναι απαραίτητες και ανγκαίες. Και είναι ένα κλικ .
Ενα κλικ συνειδητοποίησης. Για το τι πραγματικά μας λείπει. Αν καταφέρναμε να δούμε στο fast την ταινία της ζωής μας και επικεντρωνόμαστε στα ξέφρενα χαρούμενα καλοκαίρια -για τον καθένα η δεκαετία της απόλυτης χαράς διαφέρει- θα μπορούσαμε να θυμηθούμε αυτά, που μας απογείωναν τότε. Και να τα επαναπροσδιορίσουμε. Όχι σαν υποκατάστατα όσων περασαν ανεπιστρεπτί, αλλά σαν δυνατότητα επαναπροσφιορισμού του θέλω και του μπορώ. Σαν την αμεριστη χαρά που νοιοθεις όταν ξαναπίνεις ένα κοκταίηλ που λάτρευες.
Σαν τη χαρα που αισθάνεσαι όταν ξαναβλέπεις ένα fIlm που σε συνταραξε, ή ένα παληόφιλο που αγαπάς με κείνο το για πάντα, που δεν το αγγίζει ο χρόνος. Σαν την τακτοποιηση μικρών κουτιών που περιμένουν να τα ξανακοιτάξεις και να τακτοποιήσεις το σκέπασμα τους. Και κάπου εδώ ένα νέο τηλεφώνημα με επαναφέρει στην τάξη, ένας φίλος αναρρώνει αργά αλλά σταθερά, ώπα σκεφτομαι να οι καφέδες του Αυγούστου που μου λείπουν. Και η ζυγαριά ξαναγέρνει στη χαρά.
Γνώριμο μπαλάτζο της ίδιας της ζωής… Και το συμπέρασμα από το πάνω κάτω στην τραμπάλα είναι ποιο; Είναι θλιβερό να χάνεις φίλους ξαφνικά. Να κλείνει ένα θέατρο που αγαπούσες να πηγαίνεις ή να αυτοκτονεί η αγαπημένη σου τραγουδίστρια που τα τελευταία δέκα χρόνια δεν κατάφερες ν ‘ακούσεις ζωντανά.
Οσο ομως υπάρχουν αυτά που σε ανεθρεψαν σε μεγάλωσαν και σε ευχαριστούσαν, μη χάνεις την ευκαιρία να τα ξαναδείς, να τα ξανααπολαύσεις . Σαν τα κόκκινα αθλητικά σου παππουτσια που τα έλιωνες…. Γιατί αυτό θέλει η ζωή λιώσιμο.
Υγ. Προτεινόμενο soundtrack για συνοδεία στο άρθρο, Χάθηκα μέσα στη ζωή μου της Καραίνδρου με τη Τζένη Καρέζη.
+ There are no comments
Add yours