13,5 ↑
Ολοκαίνουργιο γαστρονομικό μπαρ, που καινοτομεί στην προσέγγιση της fusion κοσμοπολίτικης κουζίνας του σερβίροντας μικρά πιάτα. Έχει ρυθμό, τρυφερότητα και σκληράδα, ό,τι πρέπει και για after office χαλάρωση και για μενού γευσιγνωσίας.
ΓΡΑΦΕΙ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ30 Μαρτίου , 2023
Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€25 – €35
Oλο και πιο μητροπολιτική γίνεται η πρωτεύουσα τελευταία”, άρχισα να μονολογώ μόλις καθίσαμε με την παρέα μου στο ψηλοκάβαλο τραπέζι του “NiDo” και ήπια την πρώτη μου γουλιά από το πολύ ωραίο Dry martini που μου έφεραν από το μπαρ. Άρχισα να μετράω: “Ikigai”, “Tanpopo”, “Pharaoh”, “Enkelt” και τώρα “NiDo”, όλα μαγαζιά που εκπέμπουν μια αύρα κοσμοπολίτικη, εισάγουν καινά πολυπολιτισμικά δαιμόνια και συνθέτουν ψηφίδες ενός σκηνικού, όπου το fusion ή ο γιαπωνέζικος και όχι μόνο εξωτισμός σηματοδοτούν ένα καινούργιο αστικό τοπίο γεύσης. Στη σκληρή πραγματικότητα των μεγαλουπόλεων, το καινούργιο μπαρ-ρεστοράν του Νίκου Θωμά και της Αλεξάνδρας Γασπαρινάτου, σε συνεργασία με τους Γιώργο Γασπαρινάτο και Τριαντάφυλλο Λούζη (από το πολύ πετυχημένο “Simul”), βάζει δίπλα δίπλα την τρυφερότητα και τη σκληράδα. Υιοθετεί από τη μια ένα λογότυπο με το αγαπησιάρικο τετ-α-τετ ενός ζευγαριού στη φωλιά του μαγαζιού και από την άλλη την urban αγριάδα μιας industrial αισθητικής. Λαμαρίνες στην πρόσοψη, μεταλλικοί κάνναβοι, ξύλο, κόκκινο πλακάκι σαν σε παλιό σταθμό υπόγειου μετρό, τούβλο με μια πατίνα μεταξύ νεοϋορκέζικου μπαρ, εγγλέζικης pub και απόμερου δρόμου, φωτεινό ημίφως και artwork φτιαγμένο με πολύχρωμους σωλήνες νέον και πολλή αγάπη. Τα ηχεία ραπάρουν συχνά, το φανκ έχει τη θέση του και είναι σαφές ότι το μαγαζί γίνεται εύκολα darling της νεολαίας και μεγαλύτερων που δεν ακολουθούν τα όποια κλισέ.
Τελικά είναι ένα πολύ φιλόξενο μαγαζί, απ’ αυτά που θέλεις να πιεις χαλαρά ένα ποτήρι κρασί με έναν μεζέ μετά το γραφείο ή ακόμη να στήσεις ένα ολόκληρο γευσιγνωστικό μενού με κοκτέιλ και κρασιά να συνδυάζονται με τα πιάτα. Είπα μεζέ και σκέφτηκα πως με την εθνική φόρτιση που έχει η λέξη δεν αποδίδει την κουζίνα του Θωμά στο “NiDo”, αλλά ούτε και η λέξη “τάπας” μού κάθεται καλά, για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Σκέφτομαι λοιπόν πως ο χαρακτηρισμός gastrobar με post-μεζέδες δίνει καλύτερα το στίγμα της κουζίνας του μαγαζιού. Όλα τα πιάτα είναι μικρά, άλλα κοστολογούνται με το τεμάχιο και άλλα έχουν μεγαλύτερη ποσότητα. Πιρούνι πάντως δεν φέρνουν, αφού το έχουν αντικαταστήσει με τη λαβίδα που χρησιμοποιούν οι σεφ για να “κεντάνε” τις λεπτομέρειες των λουλουδιών και των micro-green όταν στήνουν τα πιάτα τους. Τα στρείδια (με το κομμάτι) προτείνονται σε τρεις εκδοχές· διάλεξα αυτό με το dashi και την πέτσα του κοτόπουλου και, παρότι δεν είχε τη θάλασσα μέσα του, το συγχωρώ χάρη στη βαθιά, τρυφερή νοστιμάδα του.
Το σίγουρο είναι ότι η σημασία που δίνει ο Νίκος Θωμάς στις υφές (έφτιαξε το μενού με επικεφαλής στην κουζίνα τον συμπαθέστατο Βαγγέλη Μπαλτζάκη) είναι διάχυτη, προσθέτοντας ακόμη μία διάσταση στην απόλαυση. Μπορεί το λαβράκι shashimi, ας πούμε, που έρχεται σκεπασμένο με φύκι kombu, να έχει γεύση χαμηλών τόνων, αλλά η αλαβάστρινη υφή του είναι εξαιρετική. Το dashi καμένης σελινόριζας, στο οποίο βουτάς τα κομμάτια του ψαριού, είναι γλυκονόστιμο και αν καρυκεύονταν με κάτι σαν την πικάντικη οξύτητα ενός yuzu kosho ή την αρωματική σπιρτάδα ξύσματος λάιμ, οι μπουκιές του θ’ ανέβαιναν πολύ ψηλότερα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πεντατράγανες “τηγανητές πατάτες” ή μάλλον ένα παρασκεύασμά τους που σερβίρεται με πελτέ ντομάτας σε ζύμωση και τρουφάτη μαγιονέζα.
Το μοσχαρίσιο ταρτάρ είναι σίγουρα από τα αστέρια του μενού, κομμένο σωστά και με μια βαθιά umami νοστιμάδα από μια μαγιονέζα με αποξηραμένη παλαμίδα και σκόνη μανιταριών πορτσίνι, συν καραμελωμένα κρεμμύδια. Τα σουβλάκια είναι επίσης πολύ καλή επιλογή, αν κρίνω από τα δύο που δοκίμασα: το κουνουπίδι κατ’ αρχάς με ξινο-πικάντικη βινεγκρέτ wasabi-kombu κι έπειτα τον τολμηρό συνδυασμό σαλιγκαριών με χυμώδη, αισθησιακά μύδια αρωματισμένα με σκόρδο και εστραγκόν. Μπροστά τους, οι ημίπαστες σαρδέλες δεν είχαν τη λιτή ωμότητα μιας παραδοσιακής, μόλις ψημένης στο αλάτι παπαλίνας Καλλονής και περίμενα τη μοσχαρίσια γλώσσα πιο εξπρεσιονιστική, με το αβγοτάραχο και το σκόρδο ν’ ακούγονται περισσότερο και τις πιπεριές padrón να καίνε λιγάκι. Το ασυνήθιστο μάγουλο από σαλάχι με πρόβειο βούτυρο στέκεται όμορφα, και με λίγη οξύτητα επιπλέον θα κέρδιζε κι άλλους πόντους. Άλλο ένα αστέρι είναι η ωραιότατη, μαστιχωτή και με γευστικότατο, τραγανό, μαύρο κουρκούτι τεμπούρα σουπιάς· έχει δίπλα της μαρμελάδα ντομάτας, αλλά της ταιριάζει περισσότερο η τρουφάτη μαγιονέζα που δοκιμάσαμε προηγουμένως.
Το γλυκό είναι ένα και μοναδικό, αλλά χρειάζεται αναθεώρηση: η μετατροπή του ρυζόγαλου σε arancini δεν είναι πετυχημένη, παρά την πολύ καλή κρέμα με γλυκά 5 spices. Τα παιδιά του σέρβις αξίζουν μπράβο για την προσοχή τους και την ξενάγηση στις γεύσεις με επαγγελματισμό και γνώση.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 21/3.
Ωράριο λειτουργίας: Κλειστά Κυρ.
Τιμή: € 25-35 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ).
Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι.
Πάρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.
Επεξήγηση βαθμολογίας
Κακό:12/20 και κάτω
Αδιάφορο:12,1/20 έως 12,4/20
Μέτριο:12,5/20 – 12,9/20
Ενδιαφέρον:13/20 έως 13,9/20
Καλό:14/20 έως 14,9/20
Πολύ καλό:15/20 έως 16,4/20
Εξαιρετικό:16,5/20 έως 17,9/20
Άριστο:18/20 έως 20/20
↑ Βέλος προς τα πάνω (π.χ. 13/20 ↑):το εστιατόριο είναι καλύτερο από το βαθμό του, χωρίς να αγγίζει το επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι.
Οι κριτικοί του «α» επισκέπτονται ανώνυµα τα εστιατόρια και όλα τα έξοδα καλύπτονται από το περιοδικό.
Πηγή:athinorama.gr