Ο Rowan Atkinson αποκαλύπτει πώς δημιουργήθηκε ο Mr. Bean, θυμάται την αρχική αποτυχία της “Μαύρης Οχιάς” και ξεδιπλώνει τις απόψεις του για τη πραγματική ουσία της κωμωδίας.
Ο Rowan Atkinson, γνωστός σε όλο τον πλανήτη από τον ρόλο του ως Mr. Bean, είναι πρωταγωνιστής στη νέα σειρά του Netflix, Man vs. Bee που κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή. Πρόκειται για τη μεγάλη επιστροφή του κωμικού, “σε μια ταινία που χωρίζεται σε εννέα επεισόδια”, όπως αναφέρει.
Σε συνέντευξή του στους The Irish Times, με αφορμή τη κυκλοφορία της νέας του σειράς, αντέκρουσε το Cancel Culture υποστηρίζοντας πως “δουλειά της κωμωδίας, είναι να είναι προσβλητική”.
Ο Atkinson δεν αναφερόταν στο Man vs. Bee φυσικά, και στο σενάριό του, αλλά πήρε θέση υπέρ των κωμικών που έχουν μπει στο στόχαστρο για τα stand up τους, όπως προσφάτως ο Dave Chappelle και ο Ricky Gervais.
“Η δουλειά της κωμωδίας είναι να προσβάλλει ή να έχει τη δυνατότητα να προσβάλλει και δεν μπορεί να εξαιρεθεί από αυτές τις δυνατότητες. Κάθε αστείο έχει ένα θύμα. Αυτός είναι ο ορισμός του αστείου. Κάποιος, ή κάτι, ή κάποια ιδέα διακωμωδείται ώστε να φαίνεται αστεία”. Ο ίδιος έχει υποδυθεί το θύμα των αστείων των άλλων, ωστόσο σπεύδει να υπερασπιστεί αυτούς που προσπαθούν να αποδομήσουν τρίτους, ή καταστάσεις.
Δεν είναι όλα τα αστεία για όλους
“Πιστεύω πως πρέπει κανείς να είναι πολύ, πάρα πολύ προσεκτικός σχετικά με τη θέση που παίρνει έναντι του τι πρέπει να ειπωθεί ως αστείο και τι όχι. Πρέπει πάντοτε να στοχεύεις τους ισχυρούς όταν κάνεις σάτιρα; Όχι. Τι γίνεται αν υπάρχει κάποιος εξαιρετικά αυτάρεσκος, αλαζονικός, επιθετικός, εντελώς Νάρκισσος που τυγχάνει να μη λαμβάνει υψηλή θέση στην κοινωνία; Ξέρετε, δεν είναι όλοι σε κοινοβουλευτικές θέσεις, δεν είναι όλοι Μονάρχες. Υπάρχουν πάρα πολλοί αυτάρεσκοι, εγωπαθείς άνθρωποι, που θεωρούνται πιο χαμηλά στην κοινωνία, οι οποίοι αξίζουν να σχολιαστούν. Σε μια πραγματικά ελεύθερη κοινωνία, θα έπρεπε να σου επιτρέπεται να κάνεις ένα αστείο για το οτιδήποτε”, είπε ο Atkinson. “Δεν είναι όλα τα αστεία για όλους”, πρόσθεσε με νόημα.
Ο κωμικός έχει εναντιωθεί άλλωστε ως προς τον Νόμο περί θρησκευτικού μίσους του Ηνωμένου Βασιλείου, με την έννοια της “θρησκευτικής προσβολής” τελικά να αφαιρείται από το νομοσχέδιο για τη δημόσια τάξη του Ηνωμένου Βασιλείου.
Προσθέτει ακόμη πως πολλοί έχουν τη τάση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να αποκόπτουν τα αστεία από το αρχικό τους πλαίσιο για να προκαλέσουν εντυπώσεις. Παρόλα αυτά, υποστηρίζει πως τα social media δίνουν επίσης σε πολλούς ανθρώπους μια φωνή που δεν είχαν ποτέ πριν. “Έναντι της Ιστορίας, είμαστε τρομακτικά νέοι ως προς τη τεχνολογία και τη χρήση της. Ακόμη μαθαίνουμε. Εδώ, σε αυτή τη χώρα, έχουμε κάτι που ονομάζεται Νομοσχέδιο για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο, το οποίο πιθανότατα θα περάσει από τις Επιτροπές του Κοινοβουλίου μέσα στο επόμενο διάστημα. Δεν είναι ήδη αργά; Δε ξέρω, όπως και να’χει πρέπει να ζήσεις με κάτι για πολύ καιρό για να μάθεις πώς θα ζήσεις με αυτό”, λέει.
Ο Rowan Atkinson δε δίνει πολλές συνεντεύξεις και φαντάζει απόμακρος για τον Τύπο. Στη συνέντευξή του αυτή, θυμάται τον εαυτό του να είναι “αστείος” στα 10 του χρόνια. “Θυμάμαι όταν ήμουν 10 ή 11 ετών, σηκωνόμουν μπροστά στους συμμαθητές μου και τους διασκέδαζα με κάποιο ανόητο τρόπο. Δεν μπορώ να θυμηθώ τις λεπτομέρειες, ευτυχώς”.
Ήταν στη δεκαετία του 1970 ως φοιτητής που ανακάλυψε πραγματικά το κωμικό του ταλέντο, συνεργαζόμενος με τον Richard Curtis στο Oxford Revue. “Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί και στήσαμε όλους τους χαρακτήρες και υποχαρακτήρες που έχω παρουσιάσει στη καριέρα μου. Η κωμωδία λειτουργεί πολύ συχνά με συνεργασίες”.
Πότε κατάλαβε ότι ήταν καλός στην κωμωδία;
“Δεν μπορώ να πω πως έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου καλός σε αυτό. Έχω πετύχει σε πολλούς τομείς προσπαθώντας. Με το πέρασμα του χρόνου, αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι πως ίσως μαθαίνεις περισσότερα για τον τομέα σου σε σχέση με άλλους ανθρώπους. Δεν το αναλύω με την ακαδημαϊκή έννοια. Δεν γράφω πραγματείες ή διατριβές για το αντικείμενό μου. Είναι απλώς ένστικτο, έτσι δεν είναι; Αυτή είναι η μόνη συμβουλή που μου δόθηκε ποτέ από έναν υπεύθυνο κωμωδίας στο BBC: «Ακολούθησε το ένστικτό σου», που υποθέτω ότι είναι καλή συμβουλή για οποιονδήποτε. Κοιτάζω κάτι που έχω γράψει να ρωτάω τον εαυτό μου: «Μοιάζει αστείο αυτό;». Αν μου φαίνεται αστείο, θα το εντάξω στο σενάριό μου. Θα το κάνω μέρος ενός σκετς, μέρος μιας σκηνής σε μια ταινία”.
Η “ΠΡΩΤΗ” ΤΟΥ BEAN ΗΤΑΝ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Πριν την εμφάνισή του στη TV, ο Bean είχε εμφανιστεί στα τέλη της δεκαετίας του 1970 στο θέατρο.
“Ο Bean δημιουργήθηκε – αν και δεν είχε όνομα – από τον Richard και εμένα, για μια επιθεώρηση περίπου το 1979. Πάντοτε με ενέπνεε ο Jacques Tati. Μου άρεσε το στυλ της κωμωδίας του, αυτές οι καταστάσεις που εξελίσσονται εξ ολοκλήρου οπτικά, χωρίς κανείς να λέει τίποτα. Σκέφτηκα λοιπόν, να στήσουμε κάτι τέτοιο. Η πρώτη σκηνή νομίζω ήταν στην εκκλησία, με έναν τύπο που δεν μπορεί να μείνει ξύπνιος επειδή το κήρυγμα είναι τόσο βαρετό. Και ακολούθησε η σκηνή με τα αποδυτήρια στη παραλία”.
“Το περίεργο με τον Mr Bean είναι ότι δεν “δημιουργήθηκε”, δεν “στήθηκε”, ήταν απλώς το άτομο που έγινα φυσικά όταν μου αρνούνταν να εκφράσω τον πραγματικό μου εαυτό. Αν μπορούσα να εκφραστώ μόνο οπτικά, τότε θα ήμουν μια εκδοχή του Mr Bean”. “Πρακτικά αυτοσχεδίαζα και ο Richard Curtis έγραφε το σενάριο. Η διαδικασία συγγραφής και πρόβας ήταν ταυτόχρονες. Λέγαμε ας πούμε, ας κάνουμε ένα σκετς στον οδοντίατρο. Πήραμε λοιπόν την καρέκλα του οδοντιάτρου και κάποια εργαλεία και άρχισα να αυτοσχεδιάζω. Αρχικά είχαμε μόνο μια εκδοχή για τη σκηνή μας, μετά είχαμε 40”.
Ο Edmund Blackadder, η άλλη περσόνα με την οποία έχει ταυτιστεί ο Atkinson, διαφέρει από τον Bean.
“Έχουν πολύ ξεχωριστό κοινό. Λατρεύω τον πνευματώδη κυνισμό του Blackadder. Το Blackadder έχει ένα πιο απαιτητικό κοινό. Ο Bean φάνταζε παιδική ψυχαγωγία για τους πιο “σκεπτόμενους” ας πούμε. Το Blackadder “πατάει” περισσότερο πάνω στη βρετανική παράδοση, αλλά και τα δύο έχουν παραμείνει διαχρονικά. Και τα δύο είχαν μακροζωία. Είμαι έκπληκτος, ιδιαίτερα με το Blackadder, για το πόσο πολύ άντεξε στον χρόνο. Το BBC θεώρησε πάντως αρχικά ότι ήταν πολύ ακριβό και όχι αρκετά αστείο, οπότε το ακύρωσε μετά τη πρώτη σεζόν”.
Αλλά ο Curtis και ο Atkinson άλλαξαν το σενάριο και ζήτησαν μια δεύτερη ευκαιρία. “Παρουσιάσαμε μια πιο φθηνή εκδοχή. Εστιάσαμε σε μια άλλη κωμική σειρά, των τριών σετ. Το δωμάτιο της βασίλισσας, το δωμάτιο του Blackadder, ένα τρίτο δωμάτιο, αυτά, ήταν μια παραδοσιακή μορφή κωμικής σειράς – αλλά το σκηνικό στήθηκε στην ελισαβετιανή εποχή”. Προσθέτει ωστόσο, πως έχει να δει επεισόδιο του Blackadder εδώ και δεκαετίες.
Στην ερώτηση για το αν θεωρεί τον εαυτό του ως μέρος της “εναλλακτικής κωμωδίας” της δεκαετίας του ’80, ο Atkinson απαντά, κουνώντας το κεφάλι του:
“Δεν κουνάω το κεφάλι μου επειδή το τελευταίο πράγμα που θέλω είναι να συνδεθώ με την εναλλακτική κωμωδία. Είναι απλώς γιατί η εναλλακτική κωμωδία ήρθε κάποια χρόνια μετά από όσα είχαμε παρουσιάσει, και προσωπικά, δεν θεωρώ πως έχω κάνει πραγματικά κάτι το “εναλλακτικό”. Εμείς παρουσιάσαμε ένα παραδοσιακό είδος κωμωδίας, όχι ιδιαίτερα ριζοσπαστικό, αλλά έτυχε να συμπέσει χρονικά μέσα στα επόμενα έτη, με αυτό που έγινε γνωστό ως εναλλακτική κωμωδία”.
Σαν βασική επιρροή του θεωρεί τον John Cleese, καθώς και το Beyond the Fringe των Alan Bennett, Peter Cook, Jonathan Miller, και Dudley Moore. “Θυμάμαι στο σχολείο όταν ήμουν 16 ή 17 χρόνων έπιανα σκετς από το Beyond the Fringe για τις σχολικές επιθεωρήσεις”.
Ο ίδιος θεωρεί πως αν έχει ένα κοινό με τον John Cleese, είναι πως και οι δύο κοροϊδεύουν ένα συγκεκριμένο είδος αρχαϊκής βρετανικής εξουσίας. “Οι Monty Python το έκαναν με έναν πολύ πιο σουρεαλιστικό τρόπο σε σχέση με το πώς το έκανε το Beyond the Fringe, αλλά παρόλα αυτά τα κοινά μας χαρακτηριστικά ήταν η Εκκλησία της Αγγλίας, η αριστοκρατία και ο στρατός. Ήταν οι τρεις πυλώνες του παλιομοδίτικου βρετανικού κατεστημένου για το οποίο απολαμβάναμε να κάνουμε αστεία και συνεχίσαμε να το κάνουμε αυτό στο Not the Nine O’Clock News. Αν το κίνημά μας υποτίθεται ότι ήταν επαναστατικό, κοροϊδεύοντας τους παραλογισμούς και τις ασυνέπειες και τις παρωπίδες των κατεστημένων, τότε από πολλές απόψεις πέτυχε, γιατί αυτοί οι άνθρωποι έχουν εν πολλοίς ξεπεραστεί και παραγκωνιστεί από την ίδια την κοινωνία (της Βρετανίας εννοεί)”.
INFO
Το Man Vs Bee κάνει πρεμιέρα στο Netflix στις 24 Ιουνίου. Στην υπόθεση, ο Atkinson υποδύεται τον Τρέβορ, έναν αδέξιο μπαμπά που πιάνει δουλειά σε μια πολυτελή έπαυλη με έργα τέχνης, πανάκριβα αυτοκίνητα και έναν αξιαγάπητο σκύλο. Ωστόσο, η εισβολή μίας μέλισσας και οι προσπάθειες του να απαλλαγεί από αυτήν προκαλούν χάος. Τη σκηνοθεσία των εννέα επεισοδίων, η διάρκεια των οποίων κυμαίνεται μεταξύ 10 και 20 λεπτών, υπογράφει ο βραβευμένος με BAFTA σκηνοθέτης Ντέιβιντ Κερ, με τον οποίον ο Atkinson είχε συνεργαστεί στην ταινία “Ο Johnny English Ξαναχτυπά” (2018).
Πηγή:news247.gr