του Κωνσταντίνου Παυλικιάνη

Το «Echo Beach» περιλαμβάνεται στον δίσκο «Metro Music» που κυκλοφόρησε το 1979.

Πρόκειται για μία new wave επιτυχία που έγραψε ο Mark Gane, μέλος των Martha and the Muffins. 

Οι Martha and the Muffins είναι ένα rock συγκρότημα που σχηματίστηκε στο Τορόντο το 1977, όταν ο David Millar ζήτησε από τον Mark Gane, συμφοιτητή του στο Ontario College Of Art, να τον βοηθήσει να ξεκινήσει ένα συγκρότημα. Ο Millar προσέλαβε και τη Martha Johnson, η οποία έπαιζε keyboards. 

Η Martha Johnson, γεννημένη το 1950 στο Τορόντο, εργαζόταν στην υποδοχή ενός ιατρείου. Ξεκίνησε την καριέρα της παίζοντας διασκευές με το συγκρότημα Oh Those Pants. Στη συνέχεια, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, έγινε μέλος του συγκροτήματος Doncasters και στη συνέχεια ενώθηκε με τον David Millar και τον Mark Gane σχηματίζοντας τους Martha and the Muffins. Η Johnson, η οποία έγινε και η τραγουδίστρια του συγκροτήματος, έφερε έναν φίλο της από το γυμνάσιο, τον Carl Finkle, για να παίζει μπάσο. Ο δε Mark Gane έφερε τον αδελφό του, Tim Gane, για τα drums. Μ’ αυτή τη σύνθεση, με τη Martha Johnson ως τραγουδίστρια, τους David Millar και Mark Gane ως κιθαρίστες, τον Tim Gane ως drummer και τον Carl Finkle στο μπάσο, έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση τον Οκτώβριο του 1977 ως punk συγκρότημα σ’ ένα πάρτι Halloween στο Ontario College Of Art.

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Ξεκίνησε στο γυμνάσιο στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 στο Thornhill Secondary School βόρεια του Τορόντο. Οι φίλοι μου κι εγώ ήμασταν πολύ μέσα στη μουσική, πιο συγκεκριμένα με τα νέα συγκροτήματα από την Αγγλία. Πολλοί φίλοι μου έπαιζαν σε συγκροτήματα σε υπόγεια τα σαββατοκύριακα και ένας από αυτούς μου πρότεινε να δοκιμάσω να τραγουδήσω και αργότερα να αγοράσω ένα όργανο Ace Tone, το οποίο ήταν αναπόσπαστο μέρος του ήχου των πρώτων Muffins. Κόστισε αρκετές εκατοντάδες δολάρια που πιθανότατα δεν μπορούσα να αντέξω οικονομικά. Αφού έπαιξα σε μερικά βραχύβια συγκροτήματα (Oh Those Pants!, The Doncasters), προσκλήθηκα να βοηθήσω στο σχηματισμό ενός νέου συγκροτήματος από τον David Millar, φίλο και πρώην συνάδελφο σε συγκρότημα, μαζί με τον Mark Gane που γνώριζε από το Κολέγιο Τέχνης του Οντάριο στο Τορόντο. Αυτή ήταν η αρχή αυτού που θα γίνονταν οι Martha and the Muffins.

Με μόλις δύο εβδομάδες να απομένουν πριν από την πρώτη τους αυτή εμφάνιση και χωρίς να έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένο όνομα για το συγκρότημα, συμφώνησαν σ’ αυτό το περίεργο Martha and the Muffins απλώς για να έχουν να βάλουν κάτι στις αφίσες. Πίστευαν ότι πολλά από τα punk συγκροτήματα εκείνη την εποχή είχαν αρκετά επιθετικά ονόματα, π.χ. Sex Pistols, κι ήθελαν ένα όνομα που να είναι νευρικό αλλά όχι επιθετικό. Άλλωστε προέρχονταν όλοι από τα ευκατάστατα προάστια του Τορόντο και πραγματικά δεν ταίριαζαν με την επιθετική punk σκηνή του κέντρου της πόλης, όπου τα μέλη όχι μόνο είχαν τη συνηθισμένη επαναστατική στάση του σώματος αλλά εμπλέκονταν πραγματικά σε κλοπές, βίαιες επιθέσεις, κατοχή όπλων κ.λπ. Τελικά σκέφτηκαν το Martha and the Muffins, ώστε να αποστασιοποιηθούν από τα άλλα punk συγκροτήματα με τα οποία είχαν ανταγωνισμό. 

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Όταν το συγκρότημα μαζευόταν την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1977, διάφοροι πρότειναν πιθανά ονόματα για το συγκρότημα αλλά δεν υπήρξε συμφωνία. Η πρώτη μας εμφάνιση για τον χορό του Halloween στο Κολέγιο Τέχνης του Οντάριο πλησίαζε όλο και περισσότερο κι έπρεπε να μπει ένα όνομα στην αφίσα. Νομίζω ότι ήταν ο David Clarkson των Diodes που πρότεινε το The Muffins καθώς ήταν η αντίθεση με όλα τα σκληροπυρηνικά punk ονόματα της εποχής και βάλαμε το όνομά μου μπροστά από αυτό, σκεπτόμενοι ας πάμε με αυτό και θα το αλλάξουμε σε κάτι καλύτερο αργότερα. Κοιτάζοντας πίσω, θα μπορούσαμε εύκολα να είχαμε αλλάξει το όνομα από νωρίς, αλλά καθώς τα τοπικά μέσα άρχισαν να μας προσέχουν, νιώσαμε ότι δεν μπορούσε να αλλάξει το όνομα εκείνη την στιγμή. Η προσθήκη του ονόματός μου οδήγησε σε μια εσφαλμένη αντίληψη ότι ήμουν ο αρχηγός του συγκροτήματος, ενώ στην πραγματικότητα, ήμασταν μια σε μεγάλο βαθμό δημοκρατική οντότητα. Για να επιδεινωθεί η σύγχυση, μια δεύτερη Martha, η Martha Ladly, μπήκε στο συγκρότημα στα πλήκτρα και στα επιπλέον φωνητικά. Δεν νομίζω ότι το όνομα του συγκροτήματος ήταν ποτέ αντιπροσωπευτικό για τη μουσική που έχουμε φτιάξει πάνω από 40 χρόνια. Είναι αρκετά παραπλανητικό!

Mark Gane: Ένα μέρος του λόγου που επιλέξαμε το όνομα ήταν γιατί εκείνη την εποχή υπήρχαν ένα σωρό συγκροτήματα στο Τορόντο, όπως οι Viletones, οι Curse και οι Ugly. Δεν μας άρεσε το ύφος της punk εικόνας που υιοθετήσανε πολλά συγκροτήματα εκείνη την εποχή. Θέλαμε κάτι που να είναι το αντίθετό τους. Το Martha and the Muffins δεν θα μπορούσε να είναι πιο άτολμο. Αποφασίσαμε να το χρησιμοποιήσουμε ως προσωρινό όνομα μέχρι να συμφωνήσουμε όλοι σε κάτι καλύτερο. Το όνομα κατέληξε να παραμείνει για τα επόμενα επτά χρόνια.

Τότε τα «art συγκροτήματα», όπως ονομάζονταν σχεδόν χλευαστικά, έπρεπε ν’ αρκεστούν σε μία απλή αναφορά σε κάποιο έντυπο ενώ τα (δι)άσημα τοπικά punk συγκροτήματα, όπως οι Viletones, άρχισαν να κεντρίζουν μεγάλο μέρος των πρωτοσέλιδων. Οι Muffins μπορεί να αρκέστηκαν απλώς στο να γεμίζουν τα τοπικά μπαρ, όπως το Beverly στην κοντινή Queen Street και το Rivoli. Η χαλαρή στάση του συγκροτήματος προήλθε από το γεγονός ότι δεν στόχευαν πραγματικά να κρατήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είχαν όμως μία ισορροπία ανάμεσα στις ιδέες και την τεχνική τους απειρία.

Mark Gane: Την εποχή εκείνη, ήταν όλα «κάν’το μόνο σου» και όλοι στο κολέγιό μας έλεγαν «Έι, ας φτιάξουμε ένα συγκρότημα. Αυτό θα ήταν ωραίο!». Αλλά δεν ξεκίνησε ποτέ για να γίνουμε διασκεδαστές ή να έχουμε μία επιτυχία. Απλά πιστεύαμε ότι θα διαρκέσει κάνα δυο χρόνια και μετά θα τελειώσει. Δεν ήξερα πώς να γράφω τραγούδια. Η ιδέα ότι θα έγραφα τραγούδι και να ξέρω ποια είναι η γκάμα της Martha, ήταν κάτι που μάθαμε μόνο αργότερα κατά τη διαδικασία δημιουργίας δίσκων και συνεργασίας με μουσικούς και παραγωγούς που είχαν περισσότερες γνώσεις γι’ αυτά τα πράγματα από μας.  

Οι Martha and the Muffins επηρεάστηκαν από τους Talking Heads και άλλα new wave συγκροτήματα. Το 1978, μπήκε στο συγκρότημα και ο σαξοφωνίστας Andy Haas. Ωστόσο, ο David Millar άφησε το συγκρότημα, επιστρέφοντας στη δουλειά ως μηχανικός ήχου σε συναυλίες, και αντικαταστάθηκε από την Martha Ladly, η οποία έπαιζε keyboards κι ήταν και τραγουδίστρια κι έτσι υπήρχαν δύο τραγουδίστριες και μουσικούς με το όνομα Martha, οπότε το συγκρότημα θα έπρεπε μάλλον να λεγόταν… Marthas and the Muffins. Αν και οι δύο Μάρθες είχαν διαφορά ηλικίας μία δεκαετία, δέθηκαν με τις κυκλικές μελωδίες του συγκροτήματος και έμοιαζαν επηρεασμένες από τα χορευτικά κομμάτια των Talking Heads. Όλα έδειχναν να λειτουργούν ομαλά.   

Τον Μάρτιο του 1979, οι Martha & The Muffins κυκλοφόρησαν το πρώτο τους ανεξάρτητο single, το «Insect Love», το οποίο παίχτηκε από το ραδιόφωνο του Τορόντο κι έτσι μπήκε το νερό στ’ αυλάκι. Την ίδια χρονιά, ο Haas κατάφερε να φτάσει μία κασέτα demo στον Glenn O’Brien, κριτικό δίσκων στο περιοδικό Interview του Andy Warhol και, στη συνέχεια, η κασέτα αυτή προωθήθηκε σ’ ένα στέλεχος της Virgin Records. Ο Glenn O’Brien κατάφερε επίσης να τους κλείσει μία εμφάνιση στο Hurrah, τη Μέκκα του new wave στη Νέα Υόρκη. Λίγο αργότερα, οι Martha and the Muffins υπέγραψαν με τη θυγατρική της Virgin, DinDisc, και έγιναν το πρώτο καναδικό συγκρότημα που υπέγραψε σε βρετανική δισκογραφική εταιρεία. Αφού ηχογράφησαν ξανά το «Insect Love», το επανακυκλοφόρησαν για να τραβήξουν την προσοχή του βρετανικού Τύπου και τα κατάφεραν. Στην Αγγλία ηχογράφησαν τον πρώτο τους δίσκο, «Metro Music», που περιείχε κι ένα από τα πρώτα αληθινά πολύτιμα πετράδια της εποχής του new wave: το «Echo Beach».   

Αν και αποδείχθηκε η μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος, το «Echo Beach» ήταν μόλις το τρίτο τραγούδι που έγραψε στη ζωή του ο Mark Gane. Το «Xanadu» και το «Hotel California» είναι μερικοί από τους πολλούς τίτλων τραγουδιών που αναφέρονται σε μυθικά μέρη. Το «Penny Lane» και το «One Night In Bangkok» είναι τραγούδια που έχουν γραφτεί για αληθινά μέρη. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι το εξής: Η παραλία Echo Beach είναι αληθινή ή φανταστική; 

Όταν ο Mark Gane ήταν φοιτητής,  στο College Of Art του Οντάριο, δούλευε ένα καλοκαίρι σ’ ένα εργοστάσιο χρωμάτων και ταπετσαριών. 

Mark Gane: Ας επιστρέψουμε στο καλοκαίρι του 1975. Μετά το πρώτο μου έτος στο κολέγιο τέχνης, είχα μια καλοκαιρινή δουλειά σ’ αυτό το εργοστάσιο ταπετσαριών όπου η δουλειά μου ήταν να ξεχωρίσω την κατεστραμμένη ταπετσαρία από την καλή ταπετσαρία. Στο εργοστάσιο αυτό υπήρχαν αυτές οι τεράστιες πρέσες μ’ αυτά τα τερατώδη ρολά ταπετσαρίας. Όχι σπάνια, κάτι θα πήγαινε στραβά στην πρέσα και όλο αυτό το πράγμα θα σταματούσε. Έτρεχαν, έκοβαν αυτό το μεγάλο μέρος του ρολού και μετά το κυλούσαν προς το μέρος μου. Έπειτα εγώ το κουβάριαζα και θα σημαδευόταν μ’ ένα τεράστιο Χ εκεί που είχε καταστραφεί. Έτσι, έκοβα αυτά τα κατεστραμμένα μέρη και μετά τύλιγα το καλό υλικό σε μικρότερα ρολά. Δουλειά μου, λοιπόν, ήταν να ξεχωρίζω τι ήταν καλό από το κακό υλικό, η οποία δουλειά ήταν κάπως ασυλλόγιστη [γέλια], το λιγότερο. 

Κατά καιρούς, η δουλειά ήταν λίγο κουραστική, οπότε ο Mark συνήθιζε να ονειροπολεί και να σκέφτεται πιο ευχάριστα πράγματα, τα οποία, με τη σειρά τους, οδηγούσαν σε στίχους τραγουδιών. Μία μέρα, λοιπόν, καθώς έλεγχε μία ταπετσαρία για τυχόν σφάλματα στην εκτύπωση, βαριόταν τόσο ώστε το μυαλό του, παρασυρμένο σε μέρη και στιγμές που θα ήθελε να ξαναζήσει, περιπλανήθηκε σε μία από τις πολλές ήσυχες παραλίες που είναι διάσπαρτες στην τοπική ακτογραμμή. Έτσι, αναπόλησε μια καλοκαιρινή βραδιά που πέρασε στη Sunnyside Beach στην ακτογραμμή της λίμνης Οντάριο, κοντά στο Τορόντο. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ο Mark Gane ήταν ίσως η πιο αξιομνημόνευτη φράση του τραγουδιού.

Mark Gane: Περιττό να πω ότι η δουλειά μου δεν ήταν και πυρηνική φυσική, οπότε μου επέτρεπε να σκεφτώ πού θα προτιμούσα να βρίσκομαι και μπορούσα να ονειροπολώ ταυτόχρονα. Από εκεί, λοιπόν, προέκυψε η βασική ιδέα. Παρόλο που ήταν περίπου δύο ή τρία χρόνια πριν γράψω πραγματικά το τραγούδι, εκεί ήρθε το μικρόβιο της ιδέας, σίγουρα για τον πρώτο στίχο. Έτσι, αντί να πω «η δουλειά μου είναι πολύ βαρετή, είμαι επιθεωρητής ταπετσαριών», προσπάθησα να σκεφτώ κάτι πιο καθολικό κι έτσι προέκυψε ο… «υπάλληλος γραφείου» (office clerk). 

Το «Echo Beach» είναι ένα τραγούδι για έναν υπάλληλο γραφείου που έχει κολλήσει σε μία δουλειά 9 με 5, περιγράφοντας λεπτομερώς πως «η ζωή μου είναι πολύ βαρετή». Ως ένας τρόπος για να περάσει η ώρα, η Martha Johnson τραγουδά για την αποφασιστικότητα του υπαλλήλου να επιστρέψει στην παραλία Echo Beach. 

«A silent summer evening / The sky’s alive with lights / A building in the distance, surrealistic sight / On Echo Beach waves make the only sound / On Echo Beach there’s not a soul around».

Τώρα, ως προς το αν η παραλία Echo είναι ένα πραγματικό μέρος ή όχι, η απάντηση είναι… όχι άμεσα. Η Echo Beach, όπως αναφέρεται στο τραγούδι, είναι η προσωπική του μετωνυμία της Sunnyside Beach. Και όντως η Echo Beach δεν υπάρχει ως πραγματική τοποθεσία αλλά αναφέρεται με τη συμβολική έννοια ενός πραγματικού μέρους στο οποίο θα προτιμούσε να είναι ο υπάλληλος και όπου θέλει να δραπετεύσει από τη βαρετή δουλειά του. Μέρος της ονειροπολικής εμπειρίας του Mark Gane ήταν και η θέα των φώτων της πόλης που αποτελούσαν το φόντο της παραλίας και σ’ αυτό αναφέρεται στην πραγματικότητα ο Mark Gane με τον στίχο «the sky’s alive with lights». 

Mark Gane: Το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου κουπλέ ήρθε κάνα-δυο χρόνια αργότερα και είναι εμπνευσμένο από μία καλοκαιρινή βραδιά που πέρασα στη Sunnyside Beach στην ακτογραμμή της λίμνης Οντάριο στο Τορόντο. Ένας φίλος μου είχε μια μοτοσικλέτα και κατεβήκαμε ένα βράδυ στην όχθη της λίμνης Οντάριο και κοιτούσα πίσω την πόλη και βασικά το δεύτερο κουπλέ, «The sky’s alive with lights» κι όλα αυτά, ήταν μια περιγραφή του πώς έμοιαζε η πόλη εκείνη τη νύχτα. Ενώ η λίμνη και η παραλία θα μπορούσαν να είναι στη μέση του πουθενά, η πόλη πίσω έγινε ένα «σουρεαλιστικό θέαμα». Έτσι αυτές οι δύο ιδέες έπεσαν μαζί και κατέληξαν να είναι το κύριο στιχουργικό περιεχόμενο. Ενώ η Echo Beach δεν υπήρχε για μένα ως πραγματική τοποθεσία, τη χρησιμοποίησα ως σύμβολο του μέρους όπου όλοι θέλουν ν’ αποδράσουν όταν δεν είναι εκεί που θέλουν να είναι και όπου θέλουν πάντα να επιστρέψουν όταν η καθημερινή τους ζωή δεν είναι και τόσο συναρπαστική για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Έχω τους πρωτότυπους στίχους από το τετράδιο της σχολής μου και νομίζω ότι χρονολογείται από τον Φεβρουάριο του 1978 και το συγκρότημα ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1977. Παρόλο που ήμασταν στις πρώτες μέρες, γράφαμε ήδη τραγούδια, αρκετά για να έχουμε ένα αξιοπρεπές σύνολο. Το «Echo Beach» ήταν πιθανότατα το τρίτο τραγούδι που έγραψα ποτέ. Πραγματικά δεν ήξερα τίποτα για το πως να γράφεις pop τραγούδια επειδή προήλθα από ένα υπόβαθρο πειραματικής μουσικής. Αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που δεν υπάρχει ρεφρέν παρά μόνο στο τέλος. Δεν νομίζω ότι σκέφτηκα πραγματικά «ω, αυτό είναι κουπλέ κι αυτό είναι ρεφρέν» γιατί διαφορετικά μάλλον θα έβαζα το ρεφρέν μετά το πρώτο κουπλέ. Πρέπει να πω ότι ήμασταν μεγάλοι θαυμαστές των Roxy Music εκείνη την εποχή. Ήμουν πολύ επηρεασμένος απ’ το συγκρότημα και τη γραφή του Bryan Ferry. Βασικά, αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να γράψω στιχουργικά όπως θα το έκανε ο Bryan Ferry. Νομίζω ότι, από την βορειοαμερικανική άποψη, οι στίχοι είναι πολύ ασυνήθιστοι. Μοιάζουν πολύ περισσότερο με Noel Coward και Bryan Ferry εκείνης της μουσικής περιόδου επίσης. Λέω «I know it’s out of fashion and a trifle uncool». Ποιο punk ή new wave συγκρότημα θα το έλεγε αυτό χωρίς ειρωνεία;  Αλλά γι’ αυτό πήγαινα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τον Bryan Ferry ή τον Noel Coward να τραγουδούν αυτούς τους στίχους;

Ο -σαν ρεφρέν- επαναλαμβανόμενος στίχος στο τέλος του τραγουδιού, «Echo Beach, far away in time» προσθέτει την αίσθηση του επείγοντος να κάνουμε στροφή από μία βαρετή ζωή σε μία ζωή που αγκαλιάζει την ομορφιά και την ηρεμία του φυσικού περιβάλλοντος.   

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η «Echo Beach» είναι μία φαντασίωση και γι’ αυτό ο Mark Gane περιγράφει αυτό το μέρος ως κάπου «μακριά στον χρόνο». Μπορεί η τοποθεσία να έχει όνομα αλλά στην πραγματικότητα είναι πλασματική. Αλλά αυτό δεν οφείλεται τόσο στο ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα όσο στο ότι είναι απρόσιτη για τον φαντασιόπληκτο αφηγητή, δεδομένης της κατάστασης στην οποία βρισκόταν.

Ο δε όρος «echo beach», με την έννοια του ξεθωριασμένου χρόνου και τόπου, χρησιμοποιήθηκε ήδη στους στίχους του τραγουδιού «Hiroshima Mon Amour», που κυκλοφόρησαν οι Ultravox το 1977.

Martha Johnson: Λοιπόν, όταν ο Mark το έφερε στο στούντιο όπου κάναμε τις πρόβες, το συγκρότημα ήταν μαζί μόνο μερικούς μήνες ή κάτι τέτοιο. Και τότε ακόμα καλούσαμε για ακρόαση υποψήφια μέλη. Αλλά τον θυμάμαι που το έφερε, νομίζω ότι όλοι κατά κάποιο τρόπο αναγνώρισαν ότι είχε κάτι πιασάρικο και νομίζω ότι όλοι ήμασταν χαρούμενοι που το έφερε. Πάντα μου υπαγόρευε ακριβώς πώς έπρεπε να τραγουδήσω, ήταν πολύ ιδιόμορφος για το γράψιμό του εκείνη την εποχή. Είναι λίγο πιο ευέλικτος τώρα (γέλια)!

Mark Gane: Ήμουν πολύ κτητικός εκείνη την εποχή.  

Martha Johnson: Ω, έπρεπε να τραγουδάω τις νότες που ήθελε, δεν μπορούσα να τις αλλάξω καθόλου. Οπότε κι αυτό ήταν σύμφωνο με την εποχή. Ξέρεις, υπάρχει μία δόση ρομποτικής ικανότητας και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που κάνουν μουσική που δεν είχαν ξανακάνει πριν και δεν είχαν παίξει ποτέ σε σκηνή. Οπότε υποτίθεται ότι θα αυτοσχεδίαζες επειδή δεν ξέρεις, αλλά μερικές φορές είχε και κάποιους κανόνες κι αυτό.

Τον Αύγουστο του 1979, οι Martha and the Muffins ηχογράφησαν τον δίσκο «Metro Music» στα Manor Studios στην Αγγλία, με παραγωγό τον Mike Howlett και μηχανικό τον Richard Manwaring. Ο δίσκος αυτός συνέλαβε την ουσία του new wave, παρουσιάζοντας ακαταμάχητες μπασογραμμές, κιθάρες, ξαφνικές εκρήξεις σαξοφώνου και αξέχαστες μελωδίες για τη ζωή στην πόλη και τα προάστιά της. Το «Echo Beach» τα είχε όλα αυτά.

Το τραγούδι γράφτηκε σε σολ (G) και με tempo στα 164 bpm. Στην ηχογράφηση έπαιξαν οι: Carl Finkle (μπάσο), Tim Gane (drums), Mark Gane (κιθάρα, synthesizer), Andy Haas (σαξόφωνο), Martha Johnson (φωνή, πλήκτρα) και Martha Ladly (φωνητικά, πλήκτρα, τρομπόνι).

Mark Gane: Πρώτα είχα τη μουσική. Η πρώτη ηχογραφημένη εκδοχή που έκανα ήταν όταν ήμουν φοιτητής στο Κολέγιο Τέχνης του Οντάριο, επειδή είχαν αυτό που έλεγαν The Sound Lab, το οποίο ήταν ένα πολύ βασικό στούντιο. Το riff της κιθάρας ήρθε από το πουθενά, έπαιζα και σκέφτηκα «Ω, αυτό είναι καλούτσικο!». Ως κιθαρίστας είμαι αυτοδίδακτος, τείνω να σκέφτομαι με μοτίβα, αν δεν κάνω απλώς ακόρντα. Τα riffs μου τείνουν να βασίζονται σε μοτίβα και συχνά είναι κυκλικά και υποθέτω ότι ήταν κάτι κυκλικό σ’ αυτό, που μου άρεσε. Έκανα ένα μικρό demo στο στούντιο του Κολεγίου Τέχνης. Είναι μόνο δύο κομμάτια. Υπάρχει το riff και μετά η ρυθμική κιθάρα που συνοδεύει, η οποία είναι κάπως διαφορετική από το πώς κατέληξε το τραγούδι. Δεν πρόλαβα ποτέ να προσθέσω φωνητικά ή οτιδήποτε άλλο, αλλά αυτό ήταν το πρώτο demo. Το έχω ακόμα και δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ.  

Ξεφεύγοντας νοερά από το καθημερινό βουητό, τα κορίτσια του συγκροτήματος τραγούδησαν για τη μοναξιά του εργαζόμενου και του υπαλλήλου που ονειρεύεται την απόδραση σ’ ένα πάρκο δίπλα στη λίμνη. Εκτός από τους νοσταλγικούς του στίχους, το «Echo Beach» χαρακτηρίζεται από τον στροβοσκοπικό τόνο των πλήκτρων και της κιθάρας στη διαστημική εισαγωγή, το άμεσα αναγνωρίσιμο και υποβλητικό riff, τα ζωηρά τύμπανα του Tim Gane, το παλλόμενο μπάσο, την ορμή της κατιούσας στο ηλεκτρικό πιάνο Wurlitzer, που μπαίνει ακριβώς την κατάλληλη στιγμή, τα ανέκφραστα τραχιά αλλά και ονειρικά φωνητικά της Martha Johnson (η οποία ήταν κρυολογημένη όταν ηχογράφησε τα φωνητικά της), την αίσθηση του αυξανόμενου κατεπείγοντος όταν η Martha Ladly μπαίνει στο προ-ρεφρέν («From nine to five I have to spend my time at work…»), την απουσία ρεφρέν, τη γέφυρα με το σαξόφωνο και, στο τέλος, τη συναισθηματική απελευθέρωση όταν πραγματοποιείται ένα ρεφρέν για να σβήσει το τραγούδι: «Echo Beach, faraway in time…».

Στην πραγματικότητα πρόκειται για το τέλειο τραγούδι, ένα νεωτεριστικό αριστούργημα και ένας φουτουριστικός ύμνος που είναι μάλλον μάταιο να προσπαθήσει κανείς να καταρρίψει τη μαγεία του. Πολλοί έχουν συζητήσει τις ξεχωριστές ιδιότητες της σύνθεσης, της ενορχήστρωσης και των στίχων, συμπεριλαμβανομένου και του παραγωγού Mike Howlett σε μια διατριβή για διδακτορικό στο πανεπιστήμιο του Glamorgan πάνω στην παραγωγή δίσκων. 

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Σκέφτηκα ότι ήταν ένα υπέροχο τραγούδι που θα σου έμενε στο μυαλό. Επίσης έχει ένα υπέροχο εναρκτήριο riff κιθάρας. Μερικά από τα αρχικά μέλη του συγκροτήματος ήταν αυτοδίδακτα, οπότε ο στόχος από νωρίς ήταν να φτάσουμε από την αρχή ενός τραγουδιού μέχρι το τέλος χωρίς να κάνουμε πολλά λάθη. Με τα τραγούδια του, ο Mark έφερνε τους στίχους, τις συγχορδίες και τις ιδέες για την ενορχήστρωση. Αυτό συνέβη και στο «Echo Beach». Η μόνη μεγάλη αλλαγή σε αυτό το τραγούδι ήταν η πρόταση του παραγωγού μας Mike Howlett να αναπαράγουμε το riff της κιθάρας στο μεσαίο break, κάτι που ήταν εξαιρετική ιδέα. Πριν από αυτό, το riff της κιθάρας παιζόταν μόνο στην αρχή. Ο Andy Haas δεν θα έπαιζε ποτέ το ίδιο σόλο στο σαξόφωνο δύο φορές, επομένως θα γίνονταν πολλές προσπάθειες για να επιτευχθεί το «σωστό» και η λήψη που ακούτε στο τραγούδι έχει μια απρόβλεπτη ποιότητα που το κάνει αξέχαστο.

Mark Gane: Πρέπει να αποδώσουμε τα εύσημα στον τότε παραγωγό μας, Mike Howlett, γιατί ήταν δική του ιδέα να επαναφέρει το κιθαριστικό riff στη μέση του τραγουδιού, δεν το κάναμε έτσι τις πρώτες μέρες. Όταν ηχογραφούσαμε το πρώτο άλμπουμ στο Manor, λίγο έξω από την Οξφόρδη, ήταν στην πραγματικότητα στην προ-παραγωγή. Είχε ήδη πει:

Κοίτα, ξέρεις ότι αυτό το riff είναι υπέροχο, βάλ’ το εδώ

Και ήταν ιδιοφυές. Βοήθησε να κινηθεί το τραγούδι σ’ αυτό το μεσαίο τμήμα. Γενικά, τον πρώτο καιρό του συγκροτήματος, θα έφερνε το τραγούδι. Ήμουν αρκετά δικτατορικός σε αυτό, αλλά με το «Echo Beach» τα μόνα μέρη που είχα ήταν το riff, τις συνοδευτικές συγχορδίες, τη μελωδία και τους στίχους, τα οποία υποθέτω ότι ακούγονται πολλά. Αλλά για την ενορχήστρωση, ο καθένας κατάλαβε τον ρόλο του. Χρησιμοποιήσαμε ένα όργανο Ace Tone, ένα σύνθετο όργανο στο ίδιο πνεύμα μ’ ένα Vox Continental. Το σόλο σαξόφωνο του Andy είναι αξέχαστο. Υπάρχει μια μικρή στιγμή όπου όλα σχεδόν είναι σβηστά και υπάρχει κάποια περαστική νότα, αλλά είναι τόσο υπέροχο. Είναι τόσο ιδιαίτερο και ήταν σπουδαίος ιδιότυπος μουσικός. Το θέμα με τον Andy είναι ότι δεν θα έπαιζε το ίδιο σόλο δύο φορές. Βγήκε από ένα υπόβαθρο της jazz, εκεί ήταν οι ευαισθησίες του, η αυτοσχέδια φόρμα, οπότε ήταν πολύ αφοσιωμένος στην προσπάθεια να μην επαναληφθεί ποτέ όταν βγήκε να σολάρει. Υπήρχε ένας χώρος όπου παίζαμε, πολύ κοντά στο κολέγιο τέχνης, ονόματι The Beverley Tavern, στην Queen Street West, κι εκεί έπαιζαν για πολύ καιρό όλοι οι καλλιτέχνες και τα συγκροτήματα. Χωρούσε περίπου 40-50 άτομα. Παίξαμε πολλές παραστάσεις εκεί. Ακόμα κι εκείνες τις πρώτες μέρες, ο κόσμος τρελαινόταν για το «Echo Beach». Στην πραγματικότητα έχουμε μία πρώιμη ηχογράφηση από το Beverley Tavern. Μερικές φορές έπρεπε να παίξουμε τα τραγούδια δύο φορές, γιατί σ’ εκείνο το σημείο δεν μας έφταναν για δύο ή τρεις παραστάσεις. Ήταν μάλλον προς το τέλος της βραδιάς και ο κόσμος φώναζε για το «Echo Beach». Μόλις είχα σπάσει μία χορδή κιθάρας και την κούρδιζα ξανά, ο κόσμος ούρλιαζε κι εγώ ήμουν κάπως πανικόβλητος λέγοντας «Καλύτερα να ξεκινήσουμε το τραγούδι». Προσπαθώ να πιάσω τον τόνο, το ξεκινάω, αλλά δεν υπήρχε αρκετός χρόνος να την κουρδίσω ξανά, κι είναι εντελώς εκτός τόνου. Μπαίνουμε στο τραγούδι και ο κόσμος φωνάζει μαζί με το απίστευτα εκτός τόνου riff της κιθάρας. Κανείς δεν φαινόταν να τον πειράζει, μάλλον ήταν όλοι μεθυσμένοι, αλλά σ’ εκείνο το σημείο ήταν προφανές ότι κάτι υπήρχε στο τραγούδι. Έτσι, ακόμη και το 1978, σ’ ένα μικρό club στην Queen Street, φαινόταν ότι ο κόσμος ενθουσιαζόταν μ’ αυτό. Και φυσικά αφού υπογράψαμε με τη βρετανική Virgin Records και είχαμε την εμπειρία να δούμε αυτή τη γιγάντια μηχανή της pop, μπήκαμε στη δράση στο Λονδίνο. Ήταν συναρπαστικό να είσαι μέρος αυτού.   

Echo Beach - Wikipedia

Το «Echo Beach» κυκλοφόρησε σε single στις 8 Φεβρουαρίου 1980 και είναι το δεύτερο single που κυκλοφόρησε το συγκρότημα. Ο χάρτης που εμφανίζεται στο εξώφυλλο της αμερικανικής έκδοσης του single είναι του ανατολικού μέρους του Τορόντο, περιλαμβάνοντας τις παραλίες και ένα μέρος των Νήσων του Τορόντο, ενώ η αγγλική έκδοση δείχνει το βορειοδυτικό άκρο της λιμνοθάλασσας Fleet και την Chesil Beach, τοποθεσία του Abbotsbury Swannery, στο Dorset της Αγγλίας. 

Αναμφίβολα, το «Echo Beach» φαινόταν να υπαινίσσεται ότι θα ερχόταν ένας κόσμος νέου κύματος. Και παρόλο που αυτός ο κόσμος θα εξεταζόταν σύντομα μέσα από την αντισηπτική συσκευασία του MTV, τα σύγχρονα οράματα που υποσχέθηκε, για μικρό χρονικό διάστημα τουλάχιστον, αποτυπώθηκαν τέλεια σε αυτό το σχεδόν άψογο single. 

Αν και ο Gane επέμεινε ότι το μέρος Echo Beach ήταν εντελώς πλασματικό, δεν εμπόδισε έναν καναδικό ραδιοφωνικό σταθμό εκείνη την εποχή να ζητήσει από τους ακροατές να μαντέψουν την ακριβή τοποθεσία της παραλίας. Και προς μεγάλη έκπληξη της Martha Ladly «βρήκαν περίπου οκτώ διαφορετικές τοποθεσίες σε όλο τον Καναδά και στο βόρειο μέρος της πολιτείας Νέας Υόρκης». 

Το «Echo Beach» έγινε γρήγορα το τραγούδι-υπογραφή των Martha & The Muffins, οι οποίοι φαίνεται ότι ήταν ήδη… «μακριά στο χρόνο» όταν κυκλοφόρησαν αυτή την ωδή στους δυσαρεστημένους υπαλλήλους.

Το τραγούδι έφτασε στο No 10 του Ηνωμένου Βασιλείου (το μοναδικό του συγκροτήματος που μπήκε στο βρετανικό Top 10). Επίσης, έφτασε στο No 5 του Καναδά, No 6 στην Αυστραλία και No 11 στην Ιρλανδία. 

Για το τραγούδι γυρίστηκε και μουσικό βίντεο το οποίο φωνάζει «1980», τα ρούχα, τα γραφικά, δεν θα μπορούσε να ήταν καλύτερο.

Οι Martha and the Muffins εμφανίστηκαν στην εκπομπή Top Of The Pops. Η DinDisc Records ήταν ενθουσιασμένη καθώς δεν είχε καμία επιτυχία αυτού του διαμετρήματος μέχρι τότε. Η Virgin Music κυκλοφόρησε ακόμη και εμπορικές παρτιτούρες για το «Echo Beach», μια άλλη προωθητική κίνηση που δεν προκαλεί έκπληξη αν ληφθεί υπόψη ότι η ιδρύτρια της DinDisc, Carol Wilson, ξεκίνησε από το τμήμα μουσικών εκδόσεων της Virgin. 

Στις Η.Π.Α., το τραγούδι δεν είχε το ίδιο αντίκτυπο -για την ακρίβεια κανένα αντίκτυπο- για λόγους αδιευκρίνιστους. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς. Πιθανόν να σχετίζεται με το γεγονός ότι η Virgin Records μείωσε, μέσω της Atlantic Records, τη διανομή της στις Η.Π.Α. για μια σύντομη περίοδο το 1980, ακριβώς την εποχή που κυκλοφόρησε στα καταστήματα ο δίσκος «Metro Music».

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Είναι επειδή ο Richard Branson και το επιχειρηματικό του περιβάλλον αποφάσισαν εκείνη την εποχή να αποσύρουν τη Virgin από τις Η.Π.Α. και να παραδώσουν τον κατάλογο στην Atlantic Records ακριβώς τη στιγμή που έβγαινε ο πρώτος μας δίσκος «Metro Music». Η Atlantic δεν έκανε τίποτα και το άλμπουμ και το «Echo Beach» δεν είχαν ποτέ την έκθεση που θα έπρεπε. Δυναμίτισε τις πιθανότητές μας να φτάσουμε στο επίπεδο που πέτυχαν ορισμένοι σύγχρονοί μας στις Η.Π.Α.

Ωστόσο, εκτός των Η.Π.Α., η επιτυχία που γνώρισε το «Echo Beach» ήταν τεράστια και η πιασάρικη μελωδία του Mark Gane έγινε αθάνατη μέσα από τα φωνητικά της συντρόφου του και τραγουδίστριας Martha Johnson. Ξαφνικά, λοιπόν, ένα συγκρότημα με πολύ λίγη εμπειρία βρέθηκε στο μικροσκόπιο, παίρνοντας μαθήματα που μόνο η επιτυχία μπορούσε να διδάξει. 

Martha Johnson: Ήταν δύσκολο να το πιστέψεις και πιο δύσκολο να το συνηθίσεις από πολλές απόψεις. Ο κόσμος πάντοτε υποθέτει ότι οι άνθρωποι είναι πραγματικά χαρούμενοι που γίνονται διάσημοι και αναγνωρίζονται και όλα αυτά. Θέλω να πω ότι όλα έχουν μια καλή πτυχή, αλλά… είχαν μια διχαστική φύση και μερικοί πραγματικά καταβροχθίστηκαν από αυτό. Άλλοι μισούσαν το γεγονός ότι άλλαξε τις προσδοκίες του συγκροτήματος επειδή στην πραγματικότητα ήμασταν αρκετά πειραματικοί και αυτό το τραγούδι ήταν, όσο καλό κι αν είναι, συγκρίσιμο με πολλά πράγματα που κάναμε. Φοβηθήκαμε, λοιπόν, ότι θα άλλαζε αυτό που ήμασταν και κάποιοι νόμιζαν ότι έπρεπε ν’ αλλάξουμε και άλλοι ότι δεν έπρεπε. Και κάποιοι, όπως εγώ, ήταν στη μέση και πίστευαν ότι έπρεπε να συμβιβαστούμε και να συνεχίσουμε να προσπαθούμε να γράψουμε pop επιτυχίες αλλά και να κάνουμε αυτό που κάναμε.

Mark Gane: Από κάποια άποψη, ήμασταν σαν μωρά στο δάσος. Ήμασταν πολύ αφελείς. Δεν είχαμε ιδέα πώς λειτουργούσε η μουσική βιομηχανία και δεν υπήρχαν μαθήματα σε rock σχολεία ή πανεπιστήμια για τη μουσική βιομηχανία κι έτσι αφήσαμε τη μικρή μας σκηνή στην Queen Street West και βρεθήκαμε στο επίκεντρο της punk και του new wave στο Λονδίνο. Κάναμε παρέα με τον Richard Branson και κάναμε το ένα, κάναμε το άλλο, κι ήταν εκπληκτικό αλλά, για μένα, ήταν και σαρωτικό εκείνη την εποχή. Θυμάμαι ότι ένα βράδυ είχαν μαζέψει όλο τον μουσικό Τύπο σε κάποιο εστιατόριο. Και πήγα προς την πόρτα με κάποιους από το συγκρότημα και τον παραγωγό μας, Mike Howlett, και είπα: «Ξέρετε, δεν θέλω να μπω εκεί μέσα». Δεν θυμάμαι καν τώρα γιατί δεν ήθελα να μπω εκεί μέσα, αλλά απλά δεν ήθελα. Υπήρχε μεγάλη πίεση. 

Martha Johnson: Συμβαίνει πολύ ξαφνικά γιατί τη μία στιγμή είμαστε απλά ένα μικρό συγκρότημα στην Queen Street και την επόμενη μέρα παίρναμε ένα τηλεγράφημα ότι ήμασταν No 10 στα charts και το βλέπαμε να ανεβαίνει κάθε εβδομάδα.

Κυριολεκτικά, το «Echo Beach» άλλαξε τα πάντα για τους Martha and the Muffins. Όμως, η δημοτικότητα του τραγουδιού αποδείχθηκε συντριπτική για το συγκρότημα, του οποίου η 6μελής σύνθεση διασπάστηκε πριν το τέλος του έτους. Ο ίδιος ο τίτλος επισκίασε ακόμα και το συγκρότημα στην αναγνώριση του ονόματος. 

Το 1981, το τραγούδι κέρδισε το Juno Award στην κατηγορία Single Of The Year, το οποίο μοιράστηκε με το «Could I Have This Dance» της Anne Murray, στη μοναδική φορά που υπήρξε ισοψηφία στην ιστορία των βραβείων.

Martha Johnson: Ήταν υπέροχο, ήταν πολύ απροσδόκητο και πιθανότατα ξέρετε ότι ήρθαμε ισοπαλία με την Anne Murray (γέλια), κάτι που ήταν κάπως απογοητευτικό κατά κάποιον τρόπο, αφού είχε ήδη πολλά απ’ αυτά. Θα θέλαμε να το είχαμε μόνοι μας αλλά έτσι είναι αυτά τα πράγματα. Ήταν μια έκπληξη και το να κερδίζεις ήταν υπέροχο. Αλλά ο κόσμος μού έλεγε ότι δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τη ζωή σου (γέλια). 

Το συγκρότημα ήταν επίσης υποψήφιο στην κατηγορία του πιο υποσχόμενου συγκροτήματος της χρονιάς και ο Mark Gane ως συνθέτης της χρονιάς. Ωστόσο, μετά τη μεγάλη επιτυχία του «Echo Beach», το συγκρότημα βρήκε ελάχιστη διεθνή ανταπόκριση. Η δισκογραφική εταιρεία κυκλοφόρησε σε singles το «Saigon» και το «Suburban Dream», από τον ίδιο δίσκο, αλλά κανένα δεν είχε κάποια επίδραση. 

Martha Johnson: Η δισκογραφική μας εταιρεία ήταν στην πραγματικότητα θυγατρική της Virgin, ονόματι DinDisc, και η γυναίκα που τη διηύθυνε είχε στο μυαλό της ακριβώς τι έπρεπε να κάνουμε και πώς έπρεπε να μοιάζουμε κι εμείς έπρεπε οπωσδήποτε αντισταθούμε κι αυτό προκάλεσε τη διάλυση του συγκροτήματος όπως ήταν γνωστό με το «Echo Beach». 

Mark Gane: Δεν είχαμε ιδέα για το τι να περιμένουμε. Υπογράψαμε αυτή τη συμφωνία και ξαφνικά καταλαβαίνεις κάποια στιγμή ότι αυτοί οι άνθρωποι μάς έδωσαν χρήματα για να κάνουμε δίσκους και τώρα νομίζουν ότι θα κάνουν κουμάντο ενώ το μισό συγκρότημα ήταν από κολέγιο τέχνης. Και απλά περάσαμε τρία με πέντε χρόνια για να εκπαιδευτούμε -είχαμε έμφυτες ιδέες για το πώς θα έπρεπε να είναι η μουσική και είχαν τις δικές τους ιδέες για το τι θα έπρεπε να είναι ένα συγκρότημα ή για το πως θα έπρεπε να είναι μια παράσταση και ξαφνικά είχες αυτά τα δισκογραφικά στελέχη να σου λένε τι να κάνεις. Και θυμάμαι να λένε [με βρετανική προφορά]: «Να, δεν ακούμε άλλο Echo Beach» και στο μυαλό μου σκέφτηκα «Λοιπόν, δεν πρόκειται να γράψω άλλο Echo Beach».

Παρόλο που είναι περισσότερο γνωστοί ως συγκρότημα της new wave σκηνής, η καριέρα των Martha and the Muffins περιλάμβανε και στοιχεία punk, jazz και πειραματικής pop. Αν και τους συγκρίνανε συχνά και ανακριβώς με τους B-52’s λόγω των διπλών γυναικείων φωνών -ή τους Blondie χάρη στον ισχυρό new wave ήχο που βασίζεται στα keyboards- το καναδικό σεστέτο των Martha and the Muffins προσέφερε μελωδική έντεχνη pop με μια αναζωογονητική έλλειψη εστίασης στο στιλ, κάτι σαν προ-Smiths αν θέλετε, αν και πολύ λιγότερο φωτογενείς. 

Οι ήσυχες ειρωνικές μελωδίες των Muffins ήταν διακριτικές, αλλά δεν βασίζονταν απαραίτητα σε μία μόνο υπογραφή, προτιμώντας την ομαδική δουλειά και τις ποικίλες ενορχηστρώσεις από τη φανταχτερή μουσική ικανότητα. Μερικοί θα έβρισκαν τα υποτιμημένα τραγούδια τους μειλίχια, άλλοι θα τα έλεγαν απολαυστικά ευφυή. 

Οι Martha and the Muffins κυκλοφόρησαν πνευματώδεις ιστορίες απάθειας, πλήξης, λαχτάρας και παράνοιας με τρόπο όχι πολύ διαφορετικό από των Talking Heads. Ωστόσο, είχαν μία αγνή pop ευαισθησία που τους έβαζε σε μία εντελώς διαφορετική κατηγορία από τις ορδές των rockers εκείνης της εποχής, σε συνδυασμό με την απροθυμία ν’ αφήσουν τους εαυτούς τους να τους πάρουν πολύ στα σοβαρά.

Το «Echo Beach» είναι φυσικά μια αρκετά καλή ενθυλάκωση όλων αυτών των ιδιοτήτων. Θα μπορούσαν σε κάποιο βαθμό οι Martha and the Muffins να θεωρηθούν ως one-hit wonders αφού το «Echo Beach» ήταν η μοναδική σημαντική παγκόσμια επιτυχία τους, αλλά αυτό δεν οφείλεται στην έλλειψη καλού υλικού. Η φόρμουλα είναι αρκετά συνεπής παντού. Οι σφιχτοί μετρονομικοί ρυθμοί, που κορυφώνονται με τη μινιμαλιστική κιθάρα του Gane, συνθέτουν τον παράδεισο της δυναμικής pop. Το τραχύ τενόρο σαξόφωνο του Andy Haas θυμίζει τη δουλειά του Andy Mackay με τους Roxy Music και τα πλήκτρα της Martha Johnson αποτελούν προπομπό των Stereolab. Η Johnson τραγουδά μ’ έναν ελαφρώς αποστασιοποιημένο τρόπο, ενώ η Martha Ladly (αργότερα μέλος των Associates) προτιμά μια πιο σκανδαλιάρικη προσέγγιση («Hide And Seek», «Revenge») με πιο ανάμικτα αποτελέσματα.

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Είμαι ευγνώμων που τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν συνδεθεί με το «Echo Beach» με προσωπικό τρόπο. Μας έδωσε επίσης την ελευθερία να συνεχίσουμε δημιουργικά ως καλλιτέχνες, κάνοντας δίσκους με τους δικούς μας όρους. Δεν θα μπορούσα ν’ αρχίσω να σας λέω τι σημαίνει καν το «καλύτερο τραγούδι». Ναι, είναι το πιο αναγνωρισμένο τραγούδι μας και το πιο επιτυχημένο εμπορικά, αλλά έχουμε πάνω από 40 χρόνια τραγούδια που είναι εξίσου καλά όσο και διαφορετικά ή/και πιο προκλητικά. Θα ήταν ευχάριστο αν ο κόσμος είχε την ευκαιρία ν’ ακούσει περισσότερο από αυτά. Μερικές από τις καλύτερες δουλειές μας έγιναν μεταξύ 1981 και 1984 με τον Daniel Lanois και οι Martha and the Muffins έχουν πολλούς ακροατές σε όλο τον κόσμο που ενδιαφέρονται λιγότερο για τα singles και περισσότερο για τα albums.

Ωστόσο, πλην του «Echo Beach», σχεδόν κανένα άλλο τραγούδι του συγκροτήματος δεν είχε μεγάλη επιτυχία, με μόνη εξαίρεση το «Black Stations/White Stations», ένα αντιρατσιστικό τραγούδι από τον δίσκο «Mystery Walk» του 1984, το οποίο σημείωσε υψηλές επιδόσεις στον Καναδά και τις Η.Π.Α. Ήταν την ίδια χρονιά που το συγκρότημα άλλαξε το όνομά του σε M+M, υπογράφοντας στην RCA. Ο Mark Gane έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή του ονόματος.

Mark Gane: Αναπόφευκτα, η Martha ήταν η Martha κι εγώ ήμουν ένα muffin, κάτι που μισούσα. Ποτέ δεν προοριζόμασταν να γίνουμε pop μουσικοί, αλλά καθώς το θέμα του «Echo Beach» γινόταν όλο και μεγαλύτερο, ορισμένα μέλη του συγκροτήματος ήθελαν να γίνουν αστέρες της pop, κάτι που δημιούργησε ρήγματα

Το 1987, το συγκρότημα επανήλθε με το παλιό του όνομα και παρέμεινε επίκαιρο και ενεργό μέχρι τον 21ο αιώνα, ιδιαίτερα στον Καναδά, αν και με πολλές αλλαγές στο σχήμα. Διάφορα μέλη ήρθαν κι έφυγαν και τα περισσότερα έχουν εμπλακεί σε μια σειρά από παράλληλες δουλειές δοκιμάζοντας το δικό τους υλικό, κυρίως η Martha Johnson, με μερικά σόλο άλμπουμ, και η Martha Ladly, που παραδόξως είχε μία μέτρια σόλο καριέρα με ειδίκευση στο new wave αλλά ταυτόχρονα και μία εντυπωσιακή καριέρα στις εικαστικές τέχνες. Τα μόνα δύο σταθερά μέλη του συγκροτήματος παρέμειναν η τραγουδίστρια Martha Johnson και ο κιθαρίστας Mark Gane, οι οποίοι αποτελούν και ζευγάρι στη ζωή αποκτώντας και μία κόρη.

Τον Ιανουάριο του 2010, το γαλλικό συγκρότημα Nouvelle Vague έπαιξε το «Echo Beach» ζωντανά. Η βασική ιδέα των Nouvelle Vague είναι η διασκευή κλασικών new wave και punk τραγουδιών, από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ως easy-listening κομμάτια ή με άρωμα bossa nova. Το «Echo Beach» είχε πραγματικά αντίκτυπο σ’ έναν από τους δημιουργούς των Nouvelle Vague, τον κιθαρίστα και παραγωγό Olivier Libaux, κι έτσι οι Nouvelle Vague προσκάλεσαν τη Martha Johnson και τον Mark Gane στην σκηνή για να συμμετάσχουν σε μία δυναμική εκδοχή του «Echo Beach», προς μεγάλη χαρά του κοινού, και την επόμενη μέρα οι Martha and the Muffins προσκλήθηκαν να συνοδεύσουν τους Nouvelle Vague στο Wellesley Sound του Τορόντο για να συνεισφέρουν σε μία νέα εκτέλεση του κομματιού. 

Olivier Libaux: Είμαι θαυμαστής του «Echo Beach» από την πρώτη φορά που το άκουσα τη δεκαετία του 1980. Ήμουν έφηβος εκείνη την εποχή και το όνειρό μου ήταν να γίνω μουσικός, στην πραγματικότητα κιθαρίστας. Όταν άκουσα αυτό το τραγούδι για πρώτη φορά, η εισαγωγή της κιθάρας με εξέπληξε. Κάναμε μία γρήγορη πρόβα μαζί τους κατά τη διάρκεια που δοκιμάζαμε τον ήχο και το βράδυ παίξαμε το τραγούδι ζωντανά. Το επόμενο πρωί συναντηθήκαμε ξανά στο στούντιο και όλα πήγαν πολύ καλά. Η Martha και ο Mark είναι ωραίοι άνθρωποι, πολύ ανοικτόμυαλοι, κι έτσι μπορούσαμε να δουλέψουμε σε μια καλή ατμόσφαιρα και να ηχογραφήσουμε κάποια βάση για μια μελλοντική ηχογράφηση των Nouvelle Vague. Ηχογραφήσαμε τη φωνή της Martha, την κιθάρα του Mark και την ακουστική μου. Παιγμένο ακουστικά είναι ένα θαυμάσιο τραγούδι. Επιβραδύναμε λίγο τον ρυθμό για την στούντιο εκτέλεση και νομίζω ότι θα φέρουμε σ’ αυτή λίγη αίσθηση bossa nova και latin. Ανυπομονώ να επιστρέψω στο στούντιο στο Παρίσι για να το πετύχω. 

Ωστόσο, οι Nouvelle Vague δεν κυκλοφόρησαν τελικά κάποια διασκευή του «Echo Beach». Αντιθέτως, την ίδια χρονιά (2010) οι Martha and the Muffins ήταν αυτοί που κυκλοφόρησαν μία ακουστική εκτέλεση για την 30ή επέτειο από την κυκλοφορία του τραγουδιού. Αυτή η εκτέλεση είναι σίγουρα διαφορετική σε σύγκριση με την πρώτη και το διάσημο riff της κιθάρας, που εισάγει το τραγούδι, είναι ακουστικό. Το πρωτότυπο είναι βέβαια καλό για χορό, ενώ η νέα εκδοχή είναι πιο σκοτεινή και άτονη.

Mark Gane: Θέλαμε να τιμήσουμε την 30ή επέτειο του τραγουδιού, προσπαθώντας να μην επαναλάβουμε την εκτέλεση που ηχογραφήσαμε αρχικά, αλλά ως μουσικοί που έχουν βιώσει τρεις δεκαετίες ζωής. Προτιμούμε να αναφερόμαστε στη νέα εκτέλεση του «Echo Beach» ως η «ενήλικη» εκδοχή μας.

Για την 30ή επέτειο κυκλοφόρησε και το άλμπουμ «Echo Beach (30th Anniversary Remixes»), το οποίο περιλαμβάνει 16 remixes του τραγουδιού. Το 2020, κυκλοφόρησε το «Echo Beach (40th Anniversary Remixes)» με 22 remixes.

Το «Echo Beach» ακούγεται στις ταινίες «Knights Electric» (1980), «QSW: The Rebel Zone» (2001), «The Business» (2005), «The Beat Goes On: Canadian Pop Music In The 1970s» (2009) και «Suntan» (2016). Επίσης, ακούστηκε στις τηλεοπτικές σειρές «Moving Wallpaper» (2008) και «Echo Beach» (2008, στην εκτέλεση της Gabriella Cilmi) καθώς και στο τηλεοπτικό show «Open Mike With Mike Bullard» (1999, όπου το έπαιξαν ζωντανά οι Martha and the Muffins). Επιπλέον, το βιβλίο του Pete Paphides «Broken Greek» (2020) κάνει αναφορά στο τραγούδι. Η παρτιτούρα του τραγουδιού (στίχοι-ακόρντα) περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Classic Acoustic Playlist 2».

Τον Ιούνιο του 2011, η εταιρεία διοργάνωσης συναυλιών Live Nation άνοιξε στο Τορόντο έναν υπαίθριο χώρο συναυλιών, χωρητικότητας 4.000 ατόμων, στον οποίο έδωσε το όνομα Echo Beach προς τιμήν του τραγουδιού. 

Σήμερα το «Echo Beach» θεωρείται μία κλασική new wave επιτυχία. Το τραγούδι ακούγεται εξίσου φρέσκο και δελεαστικό σήμερα και βάζει ακόμα φωτιά σε όποιο μπαράκι κι αν παιχτεί, ενώ η πανέμορφη μελωδία του εγγυάται ότι θα σε παρασύρει μακριά στον χρόνο. Το περιοδικό Q το κατέταξε στα 1001 καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών, ενώ το CBC Radio One το κατέταξε στο No 35 των καλύτερων καναδέζικων τραγουδιών όλων των εποχών. Το περιοδικό Mojo το κατέταξε στο No 67 του απόλυτου jukebox με τα 100 singles που πρέπει να έχεις.

Ακόμα και σήμερα, ορισμένοι πιστεύουν ότι το «Echo Beach» αναφέρεται σε πραγματική παραλία και κάποιοι από αυτούς την προσδιορίζουν ως μία παραλία στο Fort Qu’Appelle, στο Saskatchewan του δυτικού Καναδά. Όπως και να ‘χει, η παραλία Echo Beach μπορεί να μην ήταν αρχικά ένα πραγματικό μέρος, αλλά αυτό που έχει εμπνεύσει είναι ανείπωτο.

Martha Johnson (συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη): Ο Mark λέει ότι το έγραψε ως ένα φανταστικό μέρος όπου όλοι ήθελαν να επιστρέψουν ως απόδραση από το πληκτικό περιβάλλον των βαρετών εργασιών τους. Όταν κυκλοφόρησε το 1980, άνθρωποι σε όλο τον κόσμο είπαν ότι ήξεραν πού είναι η πραγματική Echo Beach, αλλά για τον Mark, ως δημιουργό, ήταν μια ψυχική κατάσταση παρά ένα πραγματικό μέρος.

Mark Gane: Από τότε που γράφτηκε το τραγούδι, ο κόσμος ρωτά που είναι η Echo Beach και είναι μία φυσική ερώτηση. Απλά το σκέφτηκα και μου φάνηκε ωραίο όνομα. Όταν το τραγούδι έγινε γνωστό, αρχίσαμε να λαμβάνουμε γράμματα από παντού, «α, πρέπει να εννοείς αυτό στην Αυστραλία» ή «πρέπει να εννοείς αυτό στο βόρειο Ορλάντο» και φυσικά είπα «όχι». Ένα από τα σπουδαιότερα πράγματα σ’ αυτό ήταν ότι λαμβάναμε όλη αυτήν την αντίδραση από ανθρώπους απ’ όλον τον κόσμο που το εξατομίκευαν με όποιο σημείο ήξεραν. Ίσως αυτό να είχε επιπρόσθετη απήχηση και γι’ αυτούς. Έχω πραγματικά μια λίστα και αυτό είναι ένα από τα πιο εκπληκτικά πράγματα τού να είσαι τραγουδοποιός, το πώς αυτό το τραγούδι έχει ενσωματωθεί σε διάφορα πολιτιστικά στοιχεία. Έτσι, τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε μια γερμανική εταιρεία, ξενοδοχεία στο Μπαλί και στη Ζανζιβάρη, ένα άλογο κούρσας, ένα διήγημα επιστημονικής φαντασίας με τίτλο «Back To Echo Beach», έναν αυστραλιανό ξενώνα για νέους, μια βρετανική τηλεοπτική σειρά, μία γκέι πορνοταινία, ένα είδος κρίνου, μία χορευτική παράσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο, ένας χώρος στο Τορόντο που ονομάζεται Echo Beach και, τέλος, ένα διαδικτυακό παιχνίδι που ονομάζεται Greetings From Echo Beach. Πριν από πολλά χρόνια, μιλήσαμε με τον μπαμπά μου γι’ αυτό και είπε:

Ξέρεις γιατί αυτό το τραγούδι είναι τόσο δημοφιλές; Γιατί είναι νοσταλγικό.

Έχει μια αίσθηση νοσταλγίας ότι ήσουν κάπου και θέλεις να επιστρέψεις εκεί και αντιπροσωπεύει το ιδανικό καταφύγιο από τον βαρετό καθημερινό κόσμο που έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε. Δεν είμαστε ποτέ αχάριστοι για το «Echo Beach». Δεν μας έκανε πλούσιους, αλλά ως επί το πλείστον σήμαινε ότι μπορούσαμε να συνεχίσουμε να περνάμε τον περισσότερο χρόνο μας γράφοντας μουσική και κυκλοφορώντας άλμπουμ. Όσο μεγαλώνουμε, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε τι δώρο είναι αυτό. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει συχνά σε άτομα που έχουν ταλέντο κι ίσως να μην έχουν ποτέ την ευκαιρία ν’ ακουστούν, επομένως είμαστε βαθιά ευγνώμονες. Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν περίοδοι που σίγουρα βαρέθηκα να το παίζω κι ένα από τα μειονεκτήματα του να έχεις ένα τραγούδι που τα πάει τόσο καλά, που κυριολεκτικά είναι πέντε λεπτά από την καριέρα σου, είναι ότι σε μερικούς ανθρώπους εξαφανίζει κάθε ιδέα να θέλουν ν’ ακούσουν οτιδήποτε άλλο. Νομίζω ότι έχουμε κάνει εννέα δίσκους και σε ορισμένα μέρη του κόσμου έχουμε στιγματιστεί με το «συγκρότημα της μιας επιτυχίας», ενώ στην πραγματικότητα είχαμε πολλές επιτυχίες στον Καναδά και το «Black Stations/White Stations» ήταν επιτυχία στις Η.Π.Α. Είναι λίγο απογοητευτικό αν σκεφτεί κανείς ότι υπάρχουν όλα αυτά τα τραγούδια που ως τραγουδοποιοί πιστεύουμε ότι δεν είναι ότι είναι καλύτερα από το «Echo Beach», είναι απλά άλλα τραγούδια που είναι το ίδιο καλά ή διαφορετικά ή στιγματίζουν τον κόσμο με άλλους τρόπους. Θα ήθελα πιο πολλοί να είχαν ακούσει περισσότερα από το υλικό μας. Νομίζω ότι οι ακροατές χωρίζονται σε αυτούς που γνωρίζουν μόνο το «Echo Beach» και σε αυτούς τους βαθύτερους ακροατές που ξέρουν όλο μας το υλικό κι είναι μαζί μας όλα αυτά τα χρόνια, με τα σκαμπανεβάσματά μας και τα διαφορετικά μας στιλ. Θα ήταν υπέροχο να τα άκουγε περισσότερος κόσμος, αλλά αυτό δεν μειώνει με κανέναν τρόπο το «Echo Beach». 

Άλλες εκτελέσεις:

  • Toyah (Απρίλιος 1987, σε single και στον δίσκο «Desire». Η εκτέλεση της Toyah ηχογραφήθηκε με παραγωγό τον Mike Hedges και έφτασε στο No 54 των βρετανικών charts). 
  • Robert Forster (Οκτώβριος 1994, στο άλμπουμ «I Had A New York Girlfriend»).
  • The Clement Peerens Explosition (1999, ως sample στο τραγούδι «Boecht Van Dunaldy»).
  • The Hotknives (2002, σε single).
  • Laidback Luke (2002, ως sample στο «Popmusic»).
  • La Grande Sophie (2005, γαλλική εκτέλεση με τίτλο «Egoïste» στο άλμπουμ «La Suite»).
  • Van Der Kill (2005, στο άλμπουμ «Echo Beach»).
  • Gabriella Cilmi (Μάρτιος 2008, στην deluxe έκδοση του άλμπουμ «Lessons To Be Learned»).
  • Katrina Leskanich (2008, στο άλμπουμ «Walking On Sunshine»).
  • The Opposites feat. P. Fabergé & Sjaak (2008, ως sample στο τραγούδι «Pornstar»). 
  • The Bownesians (2009, στο άλμπουμ «I Heart Lowness»).
  • MPHO (2009, ως sample στο τραγούδι «Box ‘n’ Locks»).
  • Dub Spencer & Trance Hill (Ιανουάριος 2010, στο άλμπουμ «Riding Strange Horses»).
  • Riviera F (2010, στο άλμπουμ «Another City Another Plan»).
  • The Rocker Covers (2013, στο άλμπουμ «New Old Stock»).
  • Ausmuteants (2015, στο άλμπουμ «Mates Rates». Ενώ οι Ausmuteants αφήνουν τις κραυγές και τον γιγάντιο ήχο της κιθάρας τους να προσθέσουν μυς και δόντια στο αρχικό υλικό, δεν καταστρέφουν το γλυκόπικρο συναίσθημα του πρωτότυπου. «Echo beach, far away in time» τραγουδούν κάπως πένθιμα, επιτυγχάνοντας αυτή τη διαχρονική ισορροπία δύναμης και ευαλωτότητας).
  • The Sex Pissed Dolls (2015, σε συναυλίες).
  • Borneo (2017, σε single).
  • The Blue MUGs (2018, στο άλμπουμ «Live At The Rowers»).
  • Unwoman (Νοέμβριος 2019, στο EP «Just Go Away»).
  • The Hood Internet (2019, ως sample στο «1980»).
  • Veronica’s Boyfriend (2021).

Οι στίχοι:

I know it’s out of fashion
And a trifle uncool
But I can’t help it
I’m a romantic fool
It’s a habit of mine
To watch the sun go down
On Echo Beach
I watch the sun go down

From nine to five, I have to spend my time at work
My job is very boring, I’m an office clerk
The only thing that helps me pass the time away
Is knowing I’ll be back at Echo Beach someday

On silent summer evenings
The sky’s alive with lights
A building in the distance
Surrealistic sight
On Echo Beach
Waves make the only sound
On Echo Beach
There’s not a soul around

From nine to five…

Echo Beach, far away in time
(x17)

About Post Author

Κωνσταντίνος Παυλικιάνης https://myreview.gr

Συγγραφέας και μουσικός ερευνητής

You May Also Like

More From Author