Του Νίκου Ρουσάνογλου
Στο επίπεδο του 2023 ή ενδεχομένως λίγο χαμηλότερα προβλέπεται ότι θα κινηθούν οι αγοραπωλησίες ακινήτων το 2024. Όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς ακινήτων, φέτος δεν υπήρξε το “καύσιμο” του προγράμματος “Σπίτι μου”, όπως συνέβη το 2023, ενώ και η ζήτηση από το εξωτερικό, παρότι διατηρήθηκε υψηλή, εκτιμάται ότι δεν ήταν μεγαλύτερη του 2023, κάτι που φαίνεται και από τις ροές κεφαλαίων από τρίτες χώρες προς την Ελλάδα.
Με βάση τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, κατά το φετινό εννεάμηνο καταγράφηκαν 33.171 μεταβιβάσεις ακινήτων, συνολικής αξίας 3,048 δισ. ευρώ, αν και εκτιμάται ότι το πραγματικό μέγεθος θα είναι αρκετά υψηλότερο μόλις γίνει η επεξεργασία όλων των στοιχείων από τις αγοραπωλησίες. Ακόμα κι έτσι, βέβαια, το 2023, με βάση την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τις συμβολαιογραφικές εργασίες, προκύπτει ότι οι αγοραπωλησίες ακινήτων ανήλθαν σε 122.123 στο σύνολο της χώρας, έναντι 112.283 το 2022. Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών, δείγμα της μεγάλης αύξησης του αγοραστικού ενδιαφέροντος, τόσο από Έλληνες όσο και από ξένους αγοραστές. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2014 ο αριθμός των πράξεων δεν είχε ξεπεράσει τις 43.443. Μάλιστα, η επίδοση του 2023 θα μπορούσε να είναι ακόμα υψηλότερη αν δεν είχε σημειωθεί δίμηνη αποχή των συμβολαιογράφων από τη σύνταξη συμβολαίων αγοραπωλησίας ακινήτων στο τέλος του έτους. Όσον αφορά τις γονικές παροχές, αυτές διαμορφώθηκαν σε 30.843, ενώ και οι πλειστηριασμοί σημείωσαν μεγάλη άνοδο, κατά 26,5%, και ανήλθαν σε 7.291, από 5.760 το προηγούμενο έτος.
Όπως καταγράφουν πάντως μεσίτες, κατά το δεύτερο μισό του 2024 ο αριθμός των αγοραπωλησιών δεν ήταν το ίδιο υψηλός, καθώς οι υψηλές τιμές πώλησης και η απουσία κάποιου προγράμματος επιδότησης επιτοκίου, όπως του προγράμματος “Σπίτι μου”, περιόρισαν τις πράξεις και τη ζήτηση. Στον αντίποδα, ιδιαίτερα υψηλές παρέμειναν οι αγορές ακινήτων από επενδυτές από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε., λόγω της νέας αλλαγής στο πρόγραμμα “Χρυσή Βίζα”, που ψηφίστηκε τον Απρίλιο και ξεκίνησε να ισχύει από την 1η Σεπτεμβρίου. Με βάση αυτήν, το ελάχιστο ύψος επένδυσης διαμορφώθηκε στα 800.000 ευρώ για το σύνολο της Αττικής, της Θεσσαλονίκης και των νησιών με ελάχιστο πληθυσμό 3.100 μόνιμων κατοίκων. Έτσι, πυροδοτήθηκε ακόμα ένα “κύμα” αγορών από ξένους επενδυτές, που θέλησαν να κατοχυρώσουν το δικαίωμα λήψης άδειας διαμονής πριν ισχύσουν τα νέα, υψηλότερα όρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), οι ροές κεφαλαίων από το εξωτερικό για την απόκτηση ακινήτων στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε 1,14 δισ. ευρώ κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο, ελαφρώς υψηλότερα από το 1,10 δισ. ευρώ της αντίστοιχης περιόδου του 2023.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Alpha Bank, μόλις αρθεί η αβεβαιότητα που έχει διαμορφωθεί σχετικά με τις διατάξεις του ΝΟΚ (καθώς εκκρεμεί η απόφαση του ΣτΕ), προβλέπεται να ενισχυθούν εκ νέου οι προοπτικές του οικοδομικού και κατασκευαστικού τομέα. Ήδη, με βάση τα σχετικά στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2024, η απασχόληση στον κλάδο των κατασκευών αυξήθηκε κατά 14,7% κατά μέσο όρο, καταγράφοντας τον δεύτερο μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης μεταξύ των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας. “Τούτο συνάδει με την αύξηση κατά 31,7% στις εγγραφές νέων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία. Σημειώνεται ότι, με βάση την Έρευνα Διάρθρωσης Επιχειρήσεων για το 2022 της ΕΛΣΤΑΤ, ο συνολικός αριθμός επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο διαμορφώθηκε σε 70,7 χιλιάδες, σημειώνοντας ετήσια αύξηση κατά 5,8%, με το 96,4% εξ αυτών να απασχολούν μέχρι 9 άτομα”, αναφέρει η Alpha Bank.
Η ζήτηση προσωπικού είναι δεδομένη, παρότι κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου εξαμήνου άρχισε να παρατηρείται μια “κόπωση” των επενδύσεων σε κατασκευές (κατοικίες και λοιπές κατασκευές). Συγκεκριμένα, ανήλθαν σε 5,3 δισ. ευρώ, σημειώνοντας ελαφρά πτώση κατά 0,8% σε ετήσια βάση, όταν όμως πέρυσι είχε καταγραφεί αύξηση κατά 21,2%. Ειδικότερα, μείωση κατά 10,5% σημείωσαν και οι επενδύσεις σε κατοικίες, έναντι αύξησης κατά 47,1% το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο, ενώ οι επενδύσεις σε λοιπές κατασκευές (πλην κατοικιών) αυξήθηκαν κατά 4,9%, έναντι αύξησης κατά 10%. Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν την κάμψη που έχει σημειωθεί φέτος, ιδίως από το δεύτερο τρίμηνο και μετά, λόγω της αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε στην αγορά με τις διατάξεις του ΝΟΚ.
Αντίστοιχα, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ) του κατασκευαστικού κλάδου διαμορφώθηκε σε 2,1 δισ. ευρώ κατά το φετινό πρώτο εξάμηνο, σημειώνοντας οριακή μείωση κατά 0,9% και έναντι αύξησης κατά 21,6% το αντίστοιχο διάστημα του 2023. Επιπλέον, όπως τονίζεται στην ανάλυση της Alpha Bank, “η ΑΠΑ των κατασκευών αυξάνεται ταχύτερα από τη συνολική ΑΠΑ, στην πλειονότητα των εξαμήνων από το 2017 και μετά, με αποτέλεσμα η συμμετοχή του παραγόμενου προϊόντος του κλάδου στο συνολικό παραγόμενο προϊόν να αυξηθεί από 1,3% το πρώτο εξάμηνο του 2017 σε 2,4% το πρώτο εξάμηνο του 2024. Παρά την άνοδο αυτή, το εν λόγω ποσοστό απέχει σημαντικά από το αντίστοιχο του πρώτου εξαμήνου του 2010 (4%), γεγονός που καταδεικνύει τις απώλειες που υπέστη ο κλάδος από την οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας”.
Αύξηση κατά 8,6% σημειώνει, όμως, και ο εποχικά διορθωμένος Δείκτης Παραγωγής στις Κατασκευές, καταγράφοντας μάλιστα την τρίτη καλύτερη επίδοση μεταξύ των υπολοίπων κρατών-μελών της Ε.Ε., μετά την Κροατία και τη Μάλτα. Σημειώνεται ότι και το 2023 ο εν λόγω δείκτης στην Ελλάδα είχε σημειώσει μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε.-27, σημειώνοντας άνοδο κατά 13,5%. Από τις επιμέρους κατηγορίες που συγκροτούν τον δείκτη, η παραγωγή οικοδομικών έργων (κτιρίων), που αντιστοιχεί κατά κύριο λόγο στις ιδιωτικές κατασκευές και αντιπροσωπεύει το 39% του δείκτη, κατέγραψε άνοδο της τάξης του 8,7% το πρώτο εξάμηνο του έτους, ενώ η παραγωγή έργων πολιτικού μηχανικού, που αφορά τις δημόσιες κατασκευές και αντιπροσωπεύει το 61% του δείκτη, αυξήθηκε κατά 8,4%.