Πότε θα μπορέσουμε με ασφάλεια να πανηγυρίσουμε το τέλος της βασανιστικής περιπέτειας που μας έβαλε ο νέος κορωνοϊός; Η ιστορία των πανδημιών όπως αυτής της Ισπανικής γρίπης δεν προσφέρεται για ανακούφιση και αισιοδοξία, ωστόσο τι διαφέρει σήμερα σε σχέση με τότε;

Η έξοδος από το τούνελ της πανδημίας που ταλανίζει την ανθρωπότητα πάνω από ένα χρόνο τώρα αποτελεί καθολική επιθυμία και ευχή. Η κόπωση είναι έκδηλη: στην πρώτη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων που έγινε στη χώρα μας, ο κόσμος ξεχύθηκε σε πάρκα και παραλίες, χωρίς μάσκες ή αποστάσεις ασφαλείας.

Πότε θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα;

Σίγουρα όχι άμεσα, υποστηρίζει η Agnes Arnold-Forster, ερευνήτρια στο πεδίο της Ιστορίας της Ιατρικής και των Συστημάτων Φροντίδας στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, η οποία συστήνει σύνεση και υπομονή στους συμπολίτες της. Ο ξέφρενος ενθουσιασμός από τις επίσημες δηλώσεις για επικείμενο τέλος της πανδημίας και η επιτυχής πορεία της εμβολιαστικής εκστρατείας, έφερε διαδικτυακούς πανηγυρισμούς σε πλήθος Βρετανών, οργάνωση ταξιδιών και εορταστικών πάρτυ, χωρίς φαίνεται να υπολογίζουν όσα έχει δείξει η ιστορία για την πορεία των πανδημιών και επιδημιών.

Διδάγματα του παρελθόντος

Η θανατηφόρα Ισπανική γρίπη του 1918 που συνοδεύτηκε από περιοριστικά μέτρα και χρήση μάσκας, αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα που επικαλούνται συνήθως οι μελετητές της σημερινής COVID-19. Όπως εξηγεί η Δρ Arnold-Forster, το ακριβές τέλος της πανδημίας που μόλυνε 500 περίπου εκατομμύρια ανθρώπους και στέρησε τη ζωή σε 20-50 εκατομμύρια μπορεί να μην προσδιορίστηκε, στα ημερολόγια, ωστόσο, καταγράφηκαν μικρές αναζωπυρώσεις.

Το 1920, περί τα 5.000 περιστατικά γρίπης σημειώθηκαν στο Σικάγο σε διάστημα 6 ημερών, οδηγώντας στο κλείσιμο των θεάτρων. Αντίστοιχα δραστικά μέτρα υιοθετήθηκαν λίγο αργότερα και στη Νέα Υόρκη, κατόπιν επείγουσα συσκέψεως των υπευθύνων δημόσιων μεταφορών, θεάτρων και κινηματογράφων και εμπορικών συλλόγων για την αναχαίτιση κύματος γρίπης. Την ίδια περίοδο, 60 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από γρίπη στο Παρίσι. Χρόνια μετά, το 1925 και σε διάστημα εννέα ημερών, 201 άτομα πέθαναν στο Σικάγο. Οι εφημερίδες της εποχής έκαναν λόγο για μια «επιδημία πολύ μεταδοτικής γρίπης».

Αυτό που δεν κατέγραψε η ιστορία σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μαζικούς εορτασμούς για το τέλος του ιού, το οποίο δεν φαινόταν ποτέ να έρχεται.

Τι είναι διαφορετικό σήμερα; Αν και η πανδημία του κορωνοϊού SARS-CoV-2 πόρρω απέχει από την πορεία της γρίπης έναν αιώνα πίσω -κυρίως λόγω της τεχνολογικής και επιστημονικής προόδου στον τομέα των εμβολίων-, δεν σημαίνει πως τα υφιστάμενα όπλα στη φαρέτρα των ειδικών αρκούν για το άμεσο και γρήγορο τέλος της. Μπορεί το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας να αναπτύχθηκε το 1950 από τον Αμερικανό Jonas Salk, αναφέρει χαρακτηριστικά η Δρ. Arnold-Forster, χρειάστηκαν όμως 30 σχεδόν χρόνια για να τεθεί υπό έλεγχο η νόσος στη Βρετανία, στην οποία επιπλέον δεν υπήρξαν εορταστικές εκδηλώσεις για την τελευταία φυσική λοίμωξη από τον ιό το 1854.

H πανδημία ως κοινωνικό φαινόμενο

«Οι επιστήμονες της Ιστορίας της Ιατρικής γνωρίζουν ότι οι πανδημίες και οι επιδημίες αποτελούν κοινωνικά φαινόμενα» αναφέρει η ερευνήτρια για το τέλος τέτοιων φαινομένων που είναι διττό και δεν συμβαίνει απαραιτήτως ταυτόχρονα. Υπάρχει το επιστημονικό τέλος που προκύπτει από τη μείωση της επίπτωσης της νόσου και της θνησιμότητας, και το κοινωνικό τέλος που καθορίζεται από τη μείωση του φόβου των ανθρώπων απέναντι στον ιό και τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων.

Επιπλέον, τα στοιχεία ανά τον κόσμο και οι διαφορετικές ταχύτητες στην αντιμετώπιση της πανδημίας αποδεικνύουν ότι πρόκειται για παγκόσμιο φαινόμενο με διαφορετική εξέλιξη σε κάθε χώρα.

Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του HIV και της νόσου AIDS που σάρωσαν Ευρώπη και Βόρειο Αμερική στις δεκαετίες ΄80 και ’90, όμως σήμερα οι φορείς του ιού μπορούν να ζουν με καλή υγεία και προσδόκιμο ζωής κοντά σε αυτό των υγιών ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά, το 2019 και με αφορμή τα 40 εκατομμύρια οροθετικών, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας μίλησε για «παγκόσμια επιδημία» η οποία έχει ωστόσο μετατοπιστεί γεωγραφικά και πλήττει δυσανάλογα τον αναπτυσσόμενο κόσμο, σχολίασε η Δρ Arnold-Forster.

Εν προκειμένω, έως τον Φεβρουάριο, το 45% περίπου των εμβολίων έναντι της COVID-29 είχαν πραγματοποιηθεί στις πλούσιες χώρες της G7. Πώς το τέλος της πανδημίας θα είναι κοινό για τις φτωχές χώρες;

Επομένως, είναι δύσκολο να μιλάμε ακόμα για το οριστικό τέλος της πανδημίας. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε, σύμφωνα με την Δρ Arnold-Forster, είναι να αναλογιστούμε τα μαθήματα τους τελευταίου χρόνου και ποιο είναι το μέλλον που επιθυμούμε.

Πηγή:ygeiamou.gr

About Post Author

You May Also Like

More From Author

+ There are no comments

Add yours