Το μαγικό διεθνούς φήμης λυρικό ζευγάρι Κασσάνδρα Δημοπούλου, mezzo σοπράνο και Φίλιππος Μοδινός τενόρος ξεσηκώνουν με το χαρισματικό τους ταλέντο και την θεατρικότητα τους το φιλόμουσο κοινό στα λυρικά θεατρικά stage.
Συνέντευξη της Έλντας Γεωργοπούλου
Ποιές όπερες ξεχωρίζετε;ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ & ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Πολύ σωστή ερώτηση, διότι σίγουρα κάποιοι θα σκέφτονται ότι, επειδή είμαστε τραγουδιστές της όπερας μας αρέσουν όλα τα έργα. Η αλήθεια είναι ότι, από όλα τα οπερατικά έργα, αυτά που εγώ ξεχωρίζω είναι πραγματικά λίγα και όπως βλέπετε, τα περισσότερα συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πιο δημοφιλή. Θεωρώ ότι είναι δημοφιλή ακριβώς γιατί είναι τα ωραιότερα: “Carmen”, “Norma”, “Aida”, “Otello”, “Traviata”, “Rigoletto”, “Don Giovanni”, “Siegfried”, αλλά και από την μπαρόκ εποχή την “Στέψη της Ποππαίας” του “πατέρα της Όπερας”, Claudio Monteverdi.
Σε ποιά έργα παθιαστήκατε τόσο πολύ ώστε να αγγιξετε την τελειότητα;ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Καταρχάς το πάθος δεν είναι ο δρόμος προς την τελειότητα, θα έλεγα ότι είναι μάλλον το αντίθετο. Η τελειοποίηση στην τέχνη έρχεται (δυστυχώς) όταν το πάθος σβήσει, γιατί με θολωμένο από πάθος μυαλό, είναι αδύνατον να κάνει κάποιος κάτι τόσο δύσκολο και πολύπλοκο σε πραγματικά υψηλό επίπεδο. Εγώ δεν είμαι η κατάλληλη να κρίνω αν έχω προσεγγίσει την τελειότητα και σε ποιόν βαθμό, όπως δεν είναι και κανείς άλλος, διότι η τελειότητα απέχει έτη φωτός από την ανθρώπινη φύση κι άλλωστε η τέχνη κρίνεται πάντα υποκειμενικά. Κρίνοντας μόνο την τεχνική- γιατί μόνο στην τεχνική μπορούμε να συγκρίνουμε αντικειμενικά ερμηνείες- έχω ξεπεράσει τον εαυτό μου πολλές φορές, όχι πάντα με απόλυτη επιτυχία, αλλά δίνοντας πάντα το 100% του εαυτού μου, τις περισσότερες φορές κάτω από πολύ δύσκολες και ανάποδες συνθήκες. Μέχρι στιγμής όμως, μπορώ να πω με απόλυτη σιγουριά ότι στους ρόλους της Κάρμεν, της Περουζέ, της Αμνέριδας (Αΐντα) και της Δυσδαιμόνας (Οθέλλος)- και με αυτή την σειρά- έχω υπάρξει πάρα πολύ δυνατή και ολοκληρωμένη, τόσο τεχνικά όσο κι ερμηνευτικά και, όσο αντικειμενικά μπορώ να κρίνω τον εαυτό μου, τολμώ να πω ότι μπορώ να συγκριθώ άνετα με πολύ μεγάλα ονόματα διεθνώς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι άγγιξα την τελειότητα.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Θα έλεγα πως κυρίως με την όπερα “Οι Παλιάτσοι” του Ruggero Leoncavallo υπήρξε μία ανάγκη μου για ό,τι καλύτερο, όχι μόνο με τον ρόλο του Κάνιο, που εμπεριέχει τέσσερις αρκετά δύσκολες άριες, αλλά και γιατί “Οι Παλιάτσοι” ήταν η πρώτη μου παραγωγή στην οποία είχα αναλάβει πλήρως όλες τις ευθύνες. Εξακολουθεί να είναι μία από τις αγαπημένες μου όπερες που, περιέργως, δεν έχει τύχει να τραγουδήσω ποτέ με ορχήστρα (η δική μου παραγωγή τότε ήταν ενορχηστρωμένη με… ηλεκτρικές κιθάρες) ενώ ο ρόλος του Κάνιο είναι ο ρόλος που έχω τραγουδήσει περισσότερο απ’όλους τους άλλους.
Πιστεύετε ότι στην Ελλάδα η Όπερα έχει απήχηση;ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Στην Αθήνα η οπερατική σκηνή δίνει το παρόν για πάνω από 100 χρόνια. Ελλάδα όμως δεν είναι η Αθήνα, είναι μια χώρα που απαρτίζεται από πολλά μικρά μέρη, πολλά από αυτά απομονωμένα από κάθε είδος κλασικής τέχνης, πόσο μάλλον από την Όπερα, την κορωνίδα των κλασικών τεχνών και του δυτικού πολιτισμού. Η απάντηση είναι: όχι. Η όπερα έχει μεγαλύτερη απήχηση στην Αθήνα, και λιγότερη στη Θεσσαλονίκη, την Λάρισα, την Πάτρα, την Κέρκυρα και ίσως και κάνα δύο ακόμη επαρχιακές πόλεις. Η υπόλοιπη Ελλάδα δεν έχει σχεδόν καμία σχέση ή επαφή με το είδος αυτό. Η Όπερα θα μπορούσε να έχει περισσότερο κοινό και μεγαλύτερη απήχηση σε πολλά περισσότερα μέρη από ότι έχει, αλλά για να γίνει αυτό, πρέπει να υποστηριχθούν από όλους τους φορείς, ιδιωτικούς και κρατικούς, οι εκπρόσωποί της. Κι όταν λέω εκπρόσωποι, δεν εννοώ μόνο την Εθνική Λυρική Σκηνή (η οποία καλύπτει σε έναν πολύ μικρό βαθμό την επαρχία) αλλά όλους τους καλλιτέχνες που την πρεσβεύουν: τραγουδιστές, μουσικούς, διευθυντές ορχήστρας, σκηνοθέτες κτλ. Δεν μπορούν βεβαίως όλοι να κάνουν τα υπεράνθρωπα πράγματα που κάναμε εμείς με την μικρή ομάδα μας- που αργότερα εξελλίχθηκε στην Εταιρεία Λυρικού Θεάτρου- στη Θεσσαλονίκη. Ακόμη κι αν μπορούν καλλιτεχνικά, δεν μπορούν επιχειρηματικά και σίγουρα δεν μπορούν (δεν ξέρουν) ειδικά σε νεαρή ηλικία, πώς παράγεται μια Όπερα από το μηδέν και πώς μπορείς να το κάνεις χωρίς βοήθεια. Αυτή είναι μια γνώση που προκύπτει από βιώματα και μία ιδιαίτερη “μοίρα” που δένει εμένα και τον Φίλιππο σε έναν κοινό σκοπό. Οπότε, όχι, η Όπερα δε θα φτάσει εύκολα κι αυτονόητα σε όλη την Ελλάδα, όχι γιατί ο κόσμος δεν την κατανοεί, αλλά γιατί δεν μπορούν εύκολα οι εκπρόσωποί της να φτάσουν ως εκεί.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Θεωρώ πως έχει απήχηση όσο έχει όποιο είδος εκτελείται καλά και από καλούς εκτελεστές. Η γενίκευση “όπερα” είναι μία γενίκευση πολύ επικίνδυνη. Γιατί και το “σινεμά” είναι μία γενίκευση… αλλά, είναι ίδιες ταινίες οι “Avengers” και ο “Νόμος 4000”; Έχουν τεράστια απόσταση η μία με την άλλη και η καθεμιά έχει το κοινό της… αν και η μία πιάνει παραπάνω κόσμο. Έτσι γίνεται και με την όπερα. Εξαρτάται ποιά Όπερα και ποιοι τη κάνουν. Για μένα, όλα καταλήγουν στις λεπτομέρειες της κάθε περίπτωσης και όχι στη γενίκευση.
Η “Κάρμεν” είναι η Όπερα που έχει αγαπηθεί πιο πολύ από όλα τα έργα του λυρικού ρεπερτορίου από το κοινό. Ίσως αυτό οφείλεται στο λιμπρέτο της: ο έρωτας, η αγάπη και η ελευθερία ενσαρκώνονται στο πρόσωπο της Κάρμεν. Πείτε μας λίγα λόγια για την σχέση σας με τον ρόλο και για τις παραστάσεις σας ως τώρα στην Ελλάδα αλλά κυρίως στο εξωτερικό.ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Η Κάρμεν είναι αναμφισβήτητα, ο ρόλος “μου”. Ίσως η Κάρμεν σαν ρόλος να ταυτίζεται μαζί μου σ’ένα βαθύτερο σημείο της ύπαρξής μου, αυτό της ελευθερίας του πνεύματος. Μουσικά και φωνητικά, είναι ο ρόλος που τραγουδώ αβίαστα, από την πρώτη στιγμή που ασχολήθηκα μαζί του εώς σήμερα, ο ρόλος που μου χαρίζει πάντα καλές κριτικές και την αγάπη του κοινού, που με αναγνωρίζει ως μια “πραγματική” και “απόλυτα πιστική” Κάρμεν. Η Καρμεν όμως έχει κι ένα “κακό”: είναι πιο “εύκολη” φωνητικά από άλλους μεγάλους ρόλους για μεσόφωνο, δηλαδή δεν σε πάει στα άκρα κι έτσι, πολλές τραγουδίστριες να μπορούν να την ερμηνεύσουν, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το τεχνικό μέρος σε ικανοποιητικό επίπεδο. Η υπέρβαση όμως στον ρόλο αυτόν δεν είναι τόσο τεχνική, όσο ερμηνευτική: αν δεν “είσαι” η Κάρμεν, το κοινό το καταλαβαίνει αμέσως και η παράσταση, από τρομερά συναρπαστική, μπορεί ξαφνικά να γίνει μια 4ωρη παράσταση με ένα βαρετό, φολκλόρ θέμα που δεν αγγίζει πια το σύγχρονο κοινό. Όσο κι αν οι εκσυγχρονισμένες σκηνοθεσίες προσπαθούν να μεταφέρουν την ιστορία της σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ή σε προσφυγικούς καταυλισμούς, αν η Κάρμεν δεν είναι Κάρμεν, το έργο αποτυγχάνει τον σκοπό του: να σε κάνει να την ερωτευτείς, να την φοβηθείς, να την θαυμάσεις, να “ανακουφιστείς” όταν αυτή πεθάνει και ταυτόχρονα να λυπηθείς, σα να χάνεται μαζί της η τελευταία ελπίδα σου να είσαι ελεύθερος.Στην Γερμανία την έχω ερμηνεύσει δύο φορές, μία στο φεστιβάλ Monschau Klassik το 2007 και μία στα πλαίσια των παραστάσεων της Εταιρίας Opera Classica Europa πέρισυ το καλοκαίρι. Παραδόξως, όχι όσες φορές θα ήθελα (και θα έπρεπε). Τολμώ να πω ότι, αν ζούσαμε σε άλλες εποχές, όπου οι τραγουδιστές ήταν πολύ λιγότεροι, θα μπορούσα να κάνω καριέρα για πολλά χρόνια, τραγουδώντας… μόνο αυτόν τον ρόλο, όπως πολλοί τραγουδιστές έκαναν παλαιότερα.
Ο διάσημος τενόρος και μαέστρος Placido Domingo πρόσφατα μίλησε δημοσίως για εσάς και την δουλειά σας επισημαίνοντας ότι “αφήνετε το σημάδι σας στον χώρο της όπερας διεθνώς”. Μιλήστε μας για το πώς προέκυψε αυτή η συνάντηση και τι αντίκτυπο είχε το βίντεο αυτό στον κόσμο και ειδικά στην Ελλάδα.ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Η συνάντηση προέκυψε μετά από μία επιστολή που έγραψα προσωπικά στον μαέστρο Domingo, στην οποία εξιστορούσα εν ολίγης το τι κάνουμε στην Ελλάδα και ζητούσα την βοήθειά του και την υποστήριξή του για να κρατήσουμε ζωντανό ό,τι χτίσαμε τα τελευταία 7 χρόνια, γιατί βλέπαμε και οι δύο (εγώ κι ο Φίλιππος) ότι είχε αρχίσει να απειλείται από διάφορα “χτυπήματα κάτω από την ζώνη”. H φιλία και η συνεργασία μας που κρατούσε από το 2008 αλλά και η πολύ φιλική σχέση που είχε ο ίδιος ο Domingo παλιότερα, ως νέος τραγουδιστής με τον πατέρα του Φίλιππου, Τζον, ήταν αυτή που μου έδωσε το θάρρος να κάνω κάτι τέτοιο. Όντως αυτός ανταποκρίθηκε αμέσως και μας κάλεσε στο Λονδίνο να τον συναντήσουμε. Είναι τεράστια τιμή και τρομερά σημαντικό γεγονός που ένας τέτοιος μεγάλος καλλιτέχνης- ο πιο μεγάλος στον κόσμο αυτή την στιγμή- έκανε κάτι τέτοιο για μας, συγκρίνοντάς μας μάλιστα με τους ίδιους του τους γονείς, οι οποίοι ήταν τραγουδιστές και παραγωγοί του είδους Zarzuela (ισπανική οπερέτα) και ζούσαν ακριβώς όπως εγώ και ο Φίλιππος, αντιμετωπίζοντας τα ίδια προβλήματα. Ο γιος τους, ο Placido Domingo μεγάλωσε σε μία τέτοια κατάσταση και αναγνώρισε στο πρόσωπό μας την υπερπροσπάθεια και τις δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, στηρίζοντας την εργασία μας με το παρακάτω βίντεο:
Ποιά είναι η συνεργασία σας με την Εθνική Λυρική Σκηνή;ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Είχα μία σημαντική πρόταση συνεργασίας πολλά χρόνια πριν (2007) αλλά την αρνήθηκα, γιατί ήμουν ακόμη αρχάρια στον επαγγελματικό χώρο κι ο έκτοτε casting director μου πρότεινε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο που εκείνη την στιγμή ήταν λάθος από κάθε άποψη για μένα. Ήταν πολύ δύσκολο το να αρνηθώ, γιατί ήταν μια πολύ σημαντική παραγωγή αλλά τελικά ήταν η σωστή. Έκανα το ελληνικό ντεμπούτο μου το 2008 στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης με έναν ρόλο πιο “στα μέτρα μου” για εκείνη την στιγμή, ρόλος ο οποίος μου εξασφάλισε πολύ καλές διεθνείς κριτικες και τον Έπαινο “Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Καλλιτέχνη” από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών. Έκτοτε, αν και εξέφρασα πολλές φορές την διαθεσιμότητά μου, η μοναδική μου συνεργασία ήταν το 2015 με την “Όπερα Βαλίτσα” στην σύντομη εκδοχή της Όπερας “Κάρμεν” (με εμένα στον ρόλο της Κάρμεν) που πραγματοποιήθηκε σε περιοδεία σε διάφορα επαρχιακά μέρη της Ελλάδας, μια πολύ καλή κι επιτυχημένη συνεργασία. Αυτή την στιγμή δεν υπάρχει ακόμη καμία πρόταση συνεργασίας από την καλλιτεχνική διεύθυνση της ΕΛΣ αλλά πραγματικά ελπίζω αυτό να αλλάξει, όχι μόνο γιατί πραγματικά αγαπώ το μοναδικό μας λυρικό θέατρο και θέλω κι εγώ όπως και όλοι οι Έλληνες τραγουδιστές να συμμετέχω σε κάποιες παραστάσεις, αλλά γιατί πλέον είμαι και πραγματικά χρήσιμη, έχοντας στο ενεργητικό μου πολλούς μεγάλους και σημαντικούς ρόλους μεσοφώνου, για τους οποίους πολλές φορές η ΕΛΣ κάνει μετακλήσεις από το εξωτερικό.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Η σχέση μου με την ΕΛΣ είναι πολύπλοκη. Και βέβαια, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι όταν αλλάζει η καλλιτεχνική διεύθυνση, αλλάζουν όλα. Είχα σχέσεις με την ΕΛΣ ξεκινώντας από τη προηγούμενη διεύθυνση και τώρα απέκτησα και με την παρούσα. Η ουσία του προβλήματος με την ΕΛΣ είναι πως δεν μου έχει αποκαλυφθεί ακόμα πως μπορεί να αποκτήσει κανείς τη “σωστή” σχέση με την ΕΛΣ. Μία σχέση που δεν θα καθιστά απαραίτητο να τηρούμε ολόκληρη εταιρία Όπερας εμείς οι ίδιοι ως επιχειρηματίες για να μπορούμε να ζήσουμε κάνοντας αυτό που σπουδάσαμε. Θεωρώ πως διάθεση για συνεργασία, υπάρχει. Αλλά, το μεγάλο πρόβλημα είναι πως φαίνεται καμιά φορά πως στην ΕΛΣ πρέπει να είσαι από αυτούς που “έφυγαν και ξαναγύρισαν” για να έχεις τη σωστή συνεργασία… Θεωρώ πως η αξία πρέπει να μετριέται σε όλα τα επιτεύγματα εκτός της πεπατημένης, συμπεριλαμβανομένου και το να καταφέρνουν δύο άτομα να κάνουν τεράστιες παραγωγές σταθερά για 4 χρόνια στη συμπρωτεύουσα. Φυσικά, ξαναλέω πως η παρούσα διεύθυνση είναι πολύ καινούρια ακόμα και οι σχέσεις μας πολύ νέες για να μπορώ να βγάλω πόρισμα. Προς το παρών, οι σχέσεις συσφίγγονται. Ας ελπίσουμε πως στη πορεία θα γίνουν και οι “ορθές” σχέσεις και για εμάς και για αυτούς. Στις 29 Μαϊου στο Θεατρο “Βρετάνια” ανεβαίνει η παράσταση “Μαραθώνιος Όπερας” που υπογράφει η Τζένη Δριβάλα και συμμετέχουν οι: Φίλιππος Μοδινός (τενόρος), Μαρία Βλαχοπούλου (μεσόφωνος) και Κωνσταντίνος Καριώτης (βαρύτονος). Ευχόμαστε σε όλους τους συντελεστές “καλή επιτυχία”. Η Κασσάνδρα ήταν αρχικά να συμμετάσχει, όμως τελικά δεν θα είναι, γιατί κάνει μια πολιτική στροφή, συμμετέχοντας ως περιφερειακή σύμβουλος στη Δυτική Μακεδονία με τον συνδυασμό του Θόδωρου Καρυπίδη “Ανατροπή- Δημιουργία”, παντρεύοντας άξια την πολιτική με την καλλιτεχνική της εξέλλιξη. Μιλήστε μας για το πώς προέκυψε αυτή η υποψηφιότητα και τι θα θέλατε να προσφέρετε στην περιφέρεια Δ. Μακεδονίας εάν εκλεγείτε.ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Από την στιγμή που επέστρεψα στην Ελλάδα, το 2013,αποφάσισα να ασχοληθώ με τα κοινά, όπως και έκανε πάντα ο παππούς μου, όντας ενεργός πολίτης και συμμετέχοντας στα κοινά της ιδιαίτερης πατρίδας μου, τα Σέρβια Κοζάνης. Μάλλον κληρονόμησα αυτή την διάθεση από εκείνον. Θεωρώ ότι, αν δεν συμμετέχει κανείς στα κοινά, δεν μπορεί να έχει σφαιρική αντίληψη και άποψη για μια κοινωνία. Επίσης δεν μου αρέσει να αφήνω την μοίρα μου σε ξένα χέρια, ή τέλος πάντων, σε άγνωστα χέρια- προτιμώ να μοιράζομαι την ευθύνη έμπρακτα. Έτσι και δέχτηκα την πρώτη μου υποψηφιότητα το 2015, όταν η “Πρωτοβουλία” του Γιάννη Μπουτάρη μου πρότεινε να κατέβω δημοτική σύμβουλος. Χωρίς να κάνω πολλά, μόνο με το όνομά μου και την φήμη μου στην πόλη, έφερα στην “Πρωτοβουλία” 532 ψήφους, δηλαδή λίγο λιγότερους από όσους χρειαζόμουν για να “βγω”. Η όλη εμπειρία μου ήταν ενδιαφέρουσα, αλλά και πικρή. Το χειρότερο ήταν ότι κάποιοι συνυποψήφιοι με είδαν πολύ ανταγωνιστηκά και κάποιοι από αυτούς που εκλέχθηκαν και πήραν σημαντικές θέσεις, έκοψαν στην πορεία και κάθε προσπάθεια συνεργασίας μου με τον Δήμο Θεσσαλονίκης. Όπως καταλαβαίνετε, μετά από αυτή την εμπειρία, δεν είχα ιδιαίτερη όρεξη να ξανασχοληθώ με εκλογές, όσο κι αν το ήθελα. Η υποψηφιότητά μου σε αυτές τις εκλογές προέκυψε τυχαία, μετά από μια συνάντηση που είχα με τον Περιφερειάρχη Δ. Μακεδονίας, Θόδωρο Καρυπίδη, όπου πήγα να τον ενημερώσω για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Δημοτικό Ωδείο Σερβίων- του οποίου είμαι καλλιτεχνική διευθύντρια από τον Ιανουάριο 2019- και στα οποία, ενώ προτείνω λύσεις, δεν εισακούγονται. Μετά από εκτενή συζήτηση, στην οποία μιλήσαμε, όχι μόνο σχετικά με το Ωδείο θέματα, αλλά και για πολιτικά ζητήματα, ο κος Καρυπίδης μου είπε με μεγάλο ενθουσιασμό ότι θέλει να συμμετέχω στον συνδυασμό του. Ο κος Καρυπίδης είναι ένας χαμηλών τόνων άθρωπος, βαθιά δημοκρατικός, που έχει να δείξει αξιόλογο έργο στην θητεία του, με μια έμφυτη ευγένεια και χάρισμα στην επικοινωνία, με απλότητα και αμεσότητα- είναι ένας άνθρωπος που ξέρει να ακούει και να συζητάει. Θεωρώ ότι δικαίως εξελέγει περιφερειάρχης την προηγούμενη φορά κι ελπίζω ότι ο κόσμος θα τον προτιμήσει ξανά, διότι το έργο του έχει υπάρξει αξιόλογο. Από την μεριά μου, ως καλλιτέχνης αλλά και με μια πολύ επιτυχημένη επιχειρηματική πορεία τα τελευταία 7 χρόνια στην Ελλάδα, μπορώ αν εκλεγώ να προσφέρω νέα τεχνογνωσία στον τομέα του πολιτισμού, που θα επιφέρει νέες θέσεις εργασίας σε πολλούς καλλιτέχνες, ακριβώς όπως έκανα και τα τελευταία χρόνια στην Θεσσαλονίκη με την ομάδα μας αρχικά και την Εταιρία Λυρικού Θεάτρου Ελλάδοςαργότερα- εάν ο κόσμος βέβαια με εκλέξει. Εκεί υπάρχει μια δυσκολία, κυρίως λόγω του ότι, σε πολλά μέρη της περιφέρειας Δ. Μακεδονίας, η οποία είναι αρεκτά μεγάλη, ακόμη δεν με γνωρίζουν και δυστυχώς δεν είχα καιρό για να τους κάνω να με γνωρίσουν, γιατί η πρόταση μου έγινε πριν 3 εβδομάδες. Όπως και να έχει, η εμπειρία αυτή είναι σημαντική, γιατί έρχομαι σε επαφή με πολλούς ανθρώπους, ανταλάσσω απόψεις, ενημερώνομαι για κοινωνικά ζητήματα και βλέπω μέρη που δεν είχα δει ποτέ. Αυτό που με συγκινεί είναι ότι οι πολίτες που συναντώ, ακόμη και στα πιο απόμακρα μέρη, δείχνουν σεβασμό στο πρόσωπό μου, ακόμη κι αν δεν έχουν ιδέα ποιά είμαι.
Μιλήστε μας για την σημερινή σας κατάσταση σε ό,τι αφορά την παραγωγή όπερας στην Θεσσαλονίκη και για τα μελλοντικά σας σχέδια.ΦΙΛΙΠΠΟΣ: Ξεκίνησε μία μικρή… προς μεσαία “φωτιά”. Εν ολίγοις υπήρξε μία μικρή αναγέννηση στη Θεσσαλονίκη για την Όπερα. Βέβαια, δεν σταμάτησε ποτέ να υπάρχει Όπερα, γιατί η τελευταία μεγάλη παραγωγή του ΟΜΜΘ πριν τη συνεργασία μαζί μας ήταν η “Κάρμεν” το 2014 και η πρώτη δική μας παραγωγή ήταν η “Νόρμα” το 2015. Αλλά, με το Φεστιβάλ Όπερας Ελλάδος που δημιουργήσαμε και βέβαια με το είδος της προβολής που χρησιμοποιήσαμε, η Όπερα ως είδος ήρθε στο προσκήνιο και στο νου του κόσμου. Τώρα, έχουν περάσει αρκετά χρόνια και έχει γίνει κάτι ελαφρώς… κατεστημένο. Η κατάσταση τώρα είναι πως υπάρχουν και άλλοι που θέλουν να ανεβάζουν Όπερα στη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι σε κάποιο βαθμό βασίστηκαν στις δικές μας τακτικές.Άποψη μου είναι πως αν δεν το έχεις σπουδάσει- και δε μιλάω μόνο για το καλλιτεχνικό κομμάτι- δεν αντέχεις και πολύ να το κάνεις αυτό.
Η Όπερα- η παραγωγή της- είναι για πολύ γερά νεύρα, λόγω πολυπλοκότητας και δυσκολίας. Υπάρχει τώρα μία ανάκαμψη γενικότερη στην οικονομία απ’ ότι φαίνεται, κι αυτό σημαίνει πως πολύ πιθανόν οι φορείς θα κάνουν Όπερα και στη Θεσσαλονίκη.
Σε ότι αφορά τα σχέδια μας, προς το παρών θα πάμε στη Γερμανία και θα εργαστούμε ως παραγωγοί εκεί, σε συνεργασία με άλλους παραγωγούς. Μετά έχουμε κάποιες σημαντικές εργασίες στην Αθήνα και εγώ προσωπικά και στο Λονδίνο. Για τη Θεσσαλονίκη, μέχρι να ολοκληρωθούν οι εκλογές και να εκλεγεί ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, δεν κάνουμε σχέδια.
ΤΕΤΑΡΤΗ, 29 ΜΑΙΟΥ 2019 – Θέατρο ΒΡΕΤΑΝΙΑ“ΜΟΙΡΑΙΑ ΠΑΘΗ” – ΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ ΟΠΕΡΑΣΤέσσερεις Πρωταγωνιστές της Όπερας (Δριβάλα, Βλαχοπούλου, Μοδινός, Καριώτης)
|
+ There are no comments
Add yours